Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πολιτική Δικονομία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πολιτική Δικονομία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου 2015

ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΝΟΜΗΣ - ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΑΠΟΒΟΛΗ ΑΠΟ ΤΗ ΝΟΜΗ - ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΑΙΤΟΥΣΑΣ ΩΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΝΟΜΕΩΣ ΚΑΙ ΑΠΟΔΟΣΗ ΤΗΣ ΝΟΜΗΣ ΣΕ ΑΥΤΗΝ ΜΕ ΠΙΘΑΝΟΛΟΓΗΣΗ ΕΠΕΙΓΟΥΣΑΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΚΕΙΜΕΝΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ (134/2015 Ειρηνοδικείου Κομοτηνής)

  Με την παρατιθέμενη απόφαση έγινε δεκτή η αίτηση λήψης ασφαλιστικών μέτρων για την προσωρινή ρύθμιση κατάστασης (731 επ. ΚΠολΔ) και ειδικότερα για την απόδοση της νομής ακινήτου στην αιτούσα η οποία παράνομα αποβλήθηκε από τη νομή επί του επιδίκου ακινήτου από τον αδελφό της . Αφού το δικαστήριο πείστηκε για την ύπαρξη του δικαιώματος της νομής στο πρόσωπο της αιτούσας , δέχθηκε ότι συντρέχει επείγουσα περίπτωση και επικείμενος κίνδυνος και διέταξε την αποβολή του καθ' ού και την απόδοση της νομής στην αιτούσα , με ταυτόχρονη αναγνώρισή της ως προσωρινής νομέως .

ΑΡΙΘΜΟΣ 134/2015 
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΚΟΜΟΤΗΝΗΣ
(Διαδικασία Ασφαλιστικών Μέτρων)


           ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τον Ειρηνοδίκη ……… και το Γραμματέα ……
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του την 7η Σεπτεμβρίου 2015, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των διαδίκων :
ΑΙΤΟΥΣΑ :………….., κάτοικος Κομοτηνής, οδός ….., η οποία παραστάθηκε στη δίκη με την πληρεξούσια Δικηγόρο της, Ιουλία Μυλωνά (AM ΔΣ Ροδόπης : 401).
ΚΑΘΌΥ Η ΑΙΤΗΣΗ :……………, κάτοικος Κομοτηνής, οδός ….., ο οποίος δεν εμφανίσθηκε ούτε εκπροσωπήθηκε στη δίκη από πληρεξούσιο Δικηγόρο.
Η αιτούσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 18-08-2015 αίτηση της (αρ. έκθ. κατάθεσης 232/18-08-2015) επί της οποίας ορίσθηκε δικάσιμος η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας κατά την οποία εκφωνήθηκε από το οικείο έκθεμα με τη σειρά της εγγραφής της.
Κατά τη σημερινή δημόσια συζήτηση της υπόθεσης η πληρεξούσια Δικηγόρος της αιτούσας ανέπτυξε προφορικά τους ισχυρισμούς της και ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και στο σημείωμα που κατέθεσε.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από την προσκομιζόμενη με αριθμό 7590Γ724-08-2015 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Ροδόπης, ..........., προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της κρινόμενης αίτησης με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τη δικάσιμο που σημειώνεται στην αρχή της απόφασης επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στον καθ'ού σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 128 Κ.Πολ.Δ. Ο τελευταίος, ωστόσο, δεν εμφανίστηκε, ούτε εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου κατά την προαναφερόμενη δικάσιμο, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου εκθέματος. Πρέπει, συνεπώς, να δικαστεί ερήμην, αλλά η διαδικασία πρέπει να προχωρήσει σαν να ήταν παρόντες όλο? οι διάδικοι, επειδή δεν επιτρέπεται η άσκηση ανακοπής ερημοδικίας κατά των ερήμην αποφάσεων λήψης ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 699 και 734 παρ. 3 του Κ.Πολ.Δ.).
Με την κρινομένη αίτηση, με την οποία η αιτούσα παραιτείται από την υπ'αριθμ. 203/26-06-2015 αίτηση λήψης ασφαλιστικών μέτρων, που κατέθεσε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, εκθέτει ότι είναι κυρία, νομέας και κάτοχος ενός οικοπέδου επιφάνειας 98,95 τ.μ. το οποίο αποτελεί τμήμα μείζονος οικοπέδου έκτασης 189,30 τ.μ. μετά της επ'αυτού ανεγερθείσας από την ίδια οικίας, που βρίσκεται στο συνοικισμό ….. του Δήμου Κομοτηνής του Ν.Ροδόπης επί της οδού….., όπως λεπτομερώς περιγράφεται καθ' όρια, το οποίο (οικόπεδο) περιήλθε σ' αυτήν από αγορά από την αδελφή της και την προαποβιώσασα μητέρα της δυνάμει άτυπης σύμβασης πώλησης, στις δε ανωτέρω περιήλθε από κληρονομιά του προαποβιώσαντος πατέρα και συζύγου των, αντίστοιχα. Ότι από τον Οκτώβριο του έτους 2002 νέμεται το ανωτέρω ακίνητο εκτελώντας τις περιγραφόμενες στην αίτηση πράξεις νομής μεταξύ των οποίων και την ανέγερση επ'αυτού ισόγειας οικίας εντός τις οποίας διέμενε από το 2002. Ότι ο καθ'ου, ο οποίος τυγχάνει αδελφός της, κάτοχος ποσοστού του υπολοίπου τμήματος του ανωτέρω μείζονος οικοπέδου, την 22η-7-2014 εκμεταλλευόμενος την ολιγοήμερη απουσία της αιτούσας στη Αθήνα εισήλθε στην ανωτέρω οικία της σπάζοντας την κλειδαριά και εγκαταστάθηκε εντός αυτής απαγορεύοντας την να εισέλθει κατά το χρόνο επιστροφής της από την Αθήνα ισχυριζόμενος ότι η ανωτέρω οικία είναι δική του και υποχρεώνοντας την να την εγκαταλείψει με τη απειλή της ζωής της καθιστώντας αδύνατη την επ'αυτού άσκηση της νομής της. Για τους ανωτέρω λόγους η αιτούσα με την υπό κρίση αίτηση αιτείται, επικαλούμενη επείγουσα περίπτωση, συνιστάμενη στην ανάγκη να διαμείνει στη μόνη κατοικία της, και τη συνδρομή επικειμένου κινδύνου ερίδων και διαπληκτισμών με τον καθ'ού και προς αποτροπή αυτών, να ληφθούν ασφαλιστικά μέτρα, ώστε να αναγνωρισθεί η ίδια προσωρινά νομέας του ακινήτου της, να διαταχθεί η αποβολή του καθ'ού από τη νομή του περιγραφομένου οικοπεδικού τμήματος μετά της επ'αυτού οικίας, να απαγορευθεί στον καθ'ου οποιαδήποτε ενέργεια διατάραξης ή αποβολής από τη νομή του επιδίκου τμήματος και να του απαγορευθεί να διαταράσσει στο μέλλον τη νομή της με απειλή χρηματικής ποινής για κάθε παράβαση του διατακτικού της απόφασης και για κάθε μελλοντική διατάραξη και να καταδικασθεί ο καθ'ού στη δικαστική της δαπάνη. Η με αυτό το περιεχόμενο αίτηση που φέρεται αρμόδια και παραδεκτά προς συζήτηση σε τούτο το Δικαστήριο σύμφωνα με τα άρθρα 733-734 και 29 του Κ.Πολ.Δικ. και κατά τη διαδικασία των άρθρων 683-703 του ιδίου κώδικα, είναι νόμιμη στηριζόμενη κατ' ορθή εκτίμηση του δικογράφου στις διατάξεις των άρθρων 974, 984 και 987 του Α.Κ., 943 παρ. 1, 682 παρ. 1, 731-732 και 176 του Κ.Πολ.Δικ., απορριπτόμενου ως μη νομίμου του αιτήματος να απαγορευθεί στον καθ'ού κάθε πράξη μελλοντική που τείνει στην διατάραξη και προσβολή της νομής με απειλή χρηματικής ποινής για κάθε παράβαση της απόφασης που θα εκδοθεί, διότι επί αίτησης αποβολής από τη νομή, όπως στην προκειμένη περίπτωση, η εκτέλεση γίνεται άμεσα κατά το άρθρο 943 Κ.Πολ.Δικ. με αποβολή του καθ'ού και εγκατάσταση εκείνου υπέρ του οποίου γίνεται η εκτέλεση και όχι με απειλή χρηματικής ποινής (Εφ.ΑΘ. 6555/1981, Νοβ 30,71). Επομένως, εφόσον έχουν καταβληθεί τα νόμιμα τέλη συζήτησης, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να ερευνηθεί ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα. Από την ένορκη στο ακροατήριο κατάθεση της μάρτυρα απόδειξης, που περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά και από τα έγγραφα που προσκομίζει η αιτούσα πιθανολογήθηκαν τα εξής : το επίδικο ακίνητο βρίσκεται στο συνοικισμό …….του Δήμου Κομοτηνής, επί της οδού ….. στο Ο.Τ. 38 εκτάσεως 98,95 τ.μ., αποτελεί δε τμήμα μείζονος οικοπέδου αρχικής συνολικής επιφάνειας 184 τ.μ. και κατόπιν νεότερης καταμέτρησης 189,30 τ.μ. το οποίο συνορεύει Βόρεια με ιδιοκτησία…., Νότια με ιδιοκτησία….., Ανατολικά με ιδιοκτησία …..και Δυτικά με ιδιοκτησία ……σύμφωνα με το από Σεπτέμβριο του έτους 2015 τοπογραφικό διάγραμμα του Διπλωματούχου Πολιτικού Μηχανικού ....... Επί του ανωτέρω οικοπεδικού τμήματος 98,95 τ.μ. η αιτούσα ανήγειρε ισόγεια κατοικία επιφάνειας 23,40 τ.μ. δυνάμει της υπ'αριθμ. 22/2002 οικοδομικής άδειας αποτελούμενη από έναν ενιαίο χώρο, κουζίνα, καθιστικό, μία-τουαλέτα και έναν εξώστη. Περαιτέρω, πιθανολογήθηκε το ανωτέρω οικόπεδο αρχικής έκτασης 184 τ.μ. μεταβιβάσθηκε δυνάμει του από 20-07-1981 ιδιωτικού συμφωνητικού από τον …..του ….και της …στον ……του….., πατέρα των διαδίκων, ο οποίος απεβίωσε την 22η-01-2001, σύμφωνα με την προσκομιζόμενη υπ'αριθμ. 32-Α-2001 ληξιαρχική πράξη θανάτου του Ληξίαρχου Κομοτηνής, αφήνοντας πλησιέστερους συγγενείς τη σύζυγό του ……το γένος ……….. και τα τέκνα, ……………………., καθ'ου η αίτηση, και την αιτούσα, ……. σύμφωνα με το υπ'αριθμ. πρωτ. 19801/17-06-2015 πιστοποιητικό πλησιέστερων συγγενών του Δήμου Κομοτηνής, χωρίς να συντάξει διαθήκη, όπως προκύπτει από το υπ'αριθμ. πρωτ. 1525/2015 πιστοποιητικό περί μη δημοσίευσης διαθήκης του Πρωτοδικείου Ροδόπης. Επίσης, πιθανολογήθηκε ότι σε χρόνο προγενέστερο του 2001 ο πατέρας των διαδίκων διένειμε ατύπως το ανωτέρω οικόπεδο στα ανωτέρω συγγενικά του πρόσωπα παραχωρώντας το βορεινό τμήμα αυτού επιφάνειας, σύμφωνα με τη νεότερη καταμέτρηση, 90,35 τ.μ. στον υιό του, ….., καθ'ου η αίτηση, και το υπόλοιπο τμήμα, επιφάνειας 98,95 τ.μ. στη σύζυγο του και στα τέκνα του, …., και στην αιτούσα, σύμφωνα με όσα κατέθεσε η μάρτυρας. Επίσης, πιθανολογήθηκε ότι στις 19-04-2002, μεταξύ της αιτούσας, της μητέρας της και της αδελφής της, οι οποίες είχαν καταστεί, κατόπιν πωλήσεων δωρεών και διαχωρισμών μεταξύ των ως άνω κληρονόμων του …..του …., πατέρα των διαδίκων, συννομείς του επιδίκου ακινήτου, εμβαδού 98,95 τ.μ., όπως αυτό εμφαίνεται στο από Απρίλιο του 2002 τοπογραφικό διάγραμμα του Διπλωματούχου Πολιτικού Μηχανικού ......, συμφωνήθηκε και παραδόθηκε η νομή του ανωτέρω τμήματος στην αιτούσα η οποία προέβη στην ανέγερση οικίας επιφάνειας 23,40 τ.μ. δυνάμει της υπ'αριθμ. 22/2002 οικοδομικής άδειας εκδοθείσας στο όνομα της. Για την ανέγερση αυτής προέβη η ίδια στις απαιτούμενες ενέργειες, ήτοι στην ανάθεση σύνταξης τοπογραφικών διαγραμμάτων από πολιτικό μηχανικό, στην καταβολή τη αμοιβής του ανωτέρω για μελέτες θερμομόνωσης και πυροπροστασίας καθώς και στην υποβολή αίτησης ηλεκτροδότησης του ακινήτου (βλ. προσκομιζόμενη υπ'αριθμ. 21379/12-12-02 αίτηση ενώπιον της Δ.Ο.Υ Ε' Αθηνών). Εκ των ανωτέρω σε συνδυασμό και με τις προσκομιζόμενες φορολογικές δηλώσεις των οικονομικών ετών 2013 έως και 2015 στις οποίες η ανωτέρω οικία εμφαίνεται ως διεύθυνση κατοικίας της και της βεβαίωσης δηλωθείσας περιουσιακής κατάστασης στην οποία περιλαμβάνεται το επίδικο ακίνητο, όπως αυτή δηλώθηκε μέχρι το Ιανουάριο του έτους 2015, το Δικαστήριο άγεται στην κρίση ότι η αιτούσα είναι νόμιμη νομέας του επιδίκου ακινήτου ασκώντας πράξεις φυσικής εξουσίασης με διάνοια κυρίου. Περαιτέρω, πιθανολογήθηκε ότι στις 22-07-2014 η αιτούσα επιστρέφοντας από την Αθήνα, όπου μετέβαινε συχνά για λόγους υγείας, κατά την άφιξη της στην ανωτέρω οικία διαπίστωσε ότι είχε διαρρηχθεί η πόρτα της από τον καθ'ου ο οποίος της απαγόρευσε να εισέλθει εντός αυτής απειλώντας την ότι θα της προκαλούσε σωματικές βλάβες στην περίπτωση που επιδίωκε να την χρησιμοποιήσει ως κατοικία της, αποβάλλοντας την με αυτή τη συμπεριφορά από τη νομή της επί του ανωτέρω ακινήτου. Σε συνέχεια της ανωτέρω συμπεριφοράς του καθ'ού αιτούσα προέβη στην υποβολή της από 25-07-2014 έγκλησης εναντίον του ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Ροδόπης. Περαιτέρω, άσκησε τη με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΤΜ83/25-06-2015 αγωγή νομής ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ροδόπης ζητώντας να της αναγνωρισθεί η νομή επί του ανωτέρω ακινήτου, να αποβληθεί ο καθ'ου από αυτό και να της αποδοθεί η νομή του, η οποία επιδόθηκε στον καθ'ου στις 30-06-2015, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη υπ'αριθμ. 7509γ730-06-2015 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Ροδόπης, ………………., για την οποία ορίσθηκε δικάσιμος η 11η-50-2016. Περαιτέρω πιθανολογείται ότι η αιτούσα εξαιτίας του φόβου που της προξενήθηκε από τη συμπεριφορά του καθ'ου δε μεταβαίνει πλέον στην ανωτέρω οικία και φιλοξενείται προσωρινά από την αδελφή της καθώς φοβάται τις απειλές του καθ'ου. Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι η αιτούσα αποβλήθηκε παράνομα από τη νομή της επί του ανωτέρω ακινήτου, του οποίου ήταν νόμιμη νομέας, χωρίς τη θέληση της από τον καθ'ου. Ο δε τελευταίος το νέμεται επιλήψιμα καθώς έχει εγκατασταθεί εντός αυτού απαγορεύοντας την να εισέλθει και να εγκατασταθεί εντός αυτής. Επομένως, η τελευταία έχει το δικαίωμα να αξιώσει την απόδοση της στην ίδια (άρθρο 987 Α.Κ.). Επίσης πιθανολογείται ότι συντρέχει επείγουσα περίπτωση που δικαιολογεί τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων προστασίας της νομής της εξαιτίας της αδυναμίας της, λόγω της ανωτέρω συμπεριφοράς του καθ'ου, να χρησιμοποιήσει την ανωτέρω οικία της αλλά και επικείμενος κίνδυνος να προσβληθεί η σωματική της ακεραιότητα βάσει των απειλών του καθ'ου. Κατά συνέπεια πρέπει να γίνει δεκτή ως και ουσιαστικά βάσιμη η αίτηση σύμφωνα με όσα ορίζονται ειδικότερα στο διατακτικό της απόφασης. Τα δικαστικά έξοδα της αιτούσας κατόπιν σχετικού αιτήματος της επιβάλλοντα σε βάρος του καθ'ου.



ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ



ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην του καθ'ου.
ΔΕΧΕΤΑΙ μερικά την αίτηση.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.
         ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ προσωρινά την αιτούσα νομέα του επιδίκου ακινήτου που βρίσκεται στο …….του Δήμου Κομοτηνής, επί της οδού …..στο Ο.Τ. 38 εκτάσεως 98,95 τμ. το οποίο αποτελεί τμήμα μείζονος οικοπέδου αρχικής συνολικής επιφάνειας 184 τ.μ. και κατόπιν νεότερης καταμέτρησης 189,30 τ.μ. το οποίο συνορεύει Βόρεια με ιδιοκτησία….., Νότια με ιδιοκτησία……, Ανατολικά με ιδιοκτησία ….. και Δυτικά με ιδιοκτησία ……σύμφωνα με το από Σεπτέμβριο του έτους 2015 τοπογραφικό διάγραμμα του Διπλωματούχου Πολιτικού Μηχανικού ..... και της ανεγερθείσας επί του ανωτέρω οικοπεδικού τμήματος ισόγειας κατοικίας επιφάνειας 23,40 τ.μ. δυνάμει της υπ'αριθμ. 22/2002 οικοδομικής άδειας αποτελούμενης από έναν ενιαίο χώρο κουζίνα, καθιστικό, μία τουαλέτα και έναν εξώστη.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τον καθ'ού και κάθε τρίτο, που κατέχει στο όνομα του ή έλκει από αυτόν δικαιώματα να παραδώσει στην αιτούσα τη νομή του προαναφερομένου ακινήτου, οικοπεδικού τμήματος και ανεγερθείσας επ'αυτού ισόγειας κατοικίας επιφάνειας 23,40 τ.μ.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον καθ'ού στα δικαστικά έξοδα της αιτούσας, τα οποία ορίζει σε τριακόσια πενήντα (350,00) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού, στην Κομοτηνή, την 22 Σεπτεμβρίου 2015, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση του, χωρίς την παρουσία της αιτούσας και της πληρεξούσιας δικηγόρου της.


ο ειρηνοδίκης                                                        Ο γραμματέας




Τετάρτη 12 Νοεμβρίου 2014

Αναγνώριση ισχύος απόφασης αλλοδαπού δικαστηρίου - απόφαση 185/2014 Μονομελούς Πρωτοδικείου Ροδόπης

   Με την παρατιθέμενη απόφαση αναγνωρίσθηκε η ισχύς απόφασης αλλοδαπού δικαστηρίου στην Ελλάδα και ειδικότερα αναγνωρίσθηκε η ισχύς απόφασης γερμανικού δικαστηρίου περί υιοθεσίας με βάση της διατάξεις της διμερούς ελληνογερμανικής σύμβασης της 4ης -11-1961 , σε συνδυασμό με τις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ   185 /2014
(αριθμός έκθεσης κατάθεσης αίτησης ΕΜ/123/2014)
 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΡΟΔΟΠΗΣ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από το Δικαστή Κωνσταντίνο Βελιάνη, Πρωτοδίκη, ο οποίος ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Πρωτοδικείου, και από το Γραμματέα Ε.Σ.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του στις 24 Σεπτεμβρίου 2014 για να δικάσει την υπ' αριθμ. έκθεσης κατάθεσης ΕΜ/123/12-6-2014 αίτηση, με αντικείμενο την αναγνώριση απόφασης:
ΤΗΣ ΑΙΤΟΥΣΑΣ: 1) Χ. Ξ.  του……… και της ………., κατοίκου Κομοτηνής (οδός ……………), που παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας της δικηγόρου Ιουλίας Μυλωνά, η οποία κατέθεσε έγγραφες προτάσεις.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης η πληρεξούσια δικηγόρος της αιτούσας ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και στις έγγραφες προτάσεις του.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 905 §§ 1 και 4 ΚΠολΔ, οι διατάξεις των παραγράφων 1 ως 3 του ίδιου άρθρου εφαρμόζονται και για την αναγνώριση δεδικασμένου από απόφαση αλλοδαπού δικαστηρίου που αφορά την προσωπική κατάσταση, με την επιφύλαξη όσων ορίζουν διεθνείς συμβάσεις. Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 2 της από 4 Νοεμβρίου 1961 Σύμβασης μεταξύ της Ελλάδος και της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας "περί αμοιβαίας αναγνωρίσεως και εκτελέσεως δικαστικών αποφάσεων κλπ", η οποία κυρώθηκε με τον ν. 4305/1963 και άρχισε να ισχύει στις 18-9-1963, σύμφωνα με την από 20/27 Αυγούστου 1963 ανακοίνωση του Υπουργείου Εξωτερικών (ΦΕΚ Α' 131), σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 69 και 70 § 1 του Κανονισμού ΕΚ 44/2000, καθώς και 1 § 3 περ. β' του Κανονισμού ΕΚ 2201/2003, ο οποίος από την 1η-3-2005 αντικατέστησε τον Κανονισμό ΕΚ 1347/2000, συνάγεται ότι σε περιπτώσεις αναγνώρισης στην Ελλάδα αποφάσεων γερμανικών δικαστηρίων επί οικογενειακών υποθέσεων, και αν ακόμη δεν είναι τελεσίδικες, που δεν υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής των παραπάνω Κανονισμών, όπως είναι αυτές της υιοθεσίας, τυγχάνει εφαρμογής η παραπάνω διμερής Σύμβαση (ΜονΠρωτΘεσ 1963/2009 ΤΝΠ ΔΣΑ, ΜονΠρωτΘεσ 1161/2009 ΤΝΠ Δ ΣΑ, ΜονΠρωτΘεσ 39476/2008 ΤΝΠ ΔΣΑ, ΜονΠρωτΘεσ 42487/2007 ΤΝΠ ΔΣΑ). Περαιτέρω, στις επόμενες διατάξεις της εν λόγω Σύμβασης ορίζονται τα εξής: Στο άρθρο 3 ότι: «Άρνησις αναγνωρίσεως επιτρέπεται μόνον: 1. Εάν αύτη αντίκειται εις την δημοσίαν τάξιν του Κράτους εν τω οποίω γίνεται επίκλησις της αποφάσεως. Τοιαύτη αντίθεσις υφίσταται και όταν η απόφασις αφορά δικαίωμα το οποίον καθ' ον χρόνον εξεδόθη η απόφασις ήτο εις το Κράτος εις το οποίον γίνεται επίκλησις της αποφάσεως και μεταξύ των αυτών διαδίκων, το αντικείμενον αποφάσεως, ήτις κατά το Δίκαιον του Κράτους τούτου, θεωρείται οριστική ή 2. Εάν ο εναγόμενος δεν μετέσχε της διαδικασίας (δίκης): α) Εφ' όσον η κλήσις ή η εισαγωγική της διαδικασίας (δίκης) δικαστική πράξις δεν επεδόθη εις αυτόν, κατά το δίκαιον του κράτους εις το οποίον εξεδόθη η απόφασις ή β) Εφ' όσον ούτος απόδειξη ότι δεν ηδυνήθη να λάβη εγκαίρως γνώσιν της κλήσεως ή της δικαστικής πράξεως ώστε να δυνηθή να μετάσχη της διαδικασίας (δίκης) ή 3. Εάν κατά το δίκαιον του Κράτους εις το οποίον γίνεται επίκλησις της αποφάσεως, τα δικαστήρια τούτου ήσαν δυνάμει νόμου αποκλειστικώς αρμόδια ή 4. Εάν το εκδόσαν την απόφασιν δικαστήριον ήτο αρμόδιον μόνον εκ της δωσιδικίας της περιουσίας (εκ της υπάρξεως περιουσίας του εναγομένου εν τη περιφέρεια του και ο εναγόμενος είτε: α) Δεν μετέσχε της διαδικασίας (δίκης) είτε β) Πριν απάντηση επί της ουσίας εδήλωσεν ότι μετέσχε της διαδικασίας (δίκης) μόνον ως προς την περιουσίαν την ευρισκομένην εντός του Κράτους του εις ο εγένετο η προσφυγή δικαστηρίου. Στο άρθρο 4 ότι: «1) Δεν επιτρέπεται άρνησις αναγνωρίσεως εκ μόνου του λόγου ότι το έκδοσαν την απόφασιν δικαστήριον εφήρμοσε κατά τους κανόνας του ιδίου αυτού ιδιωτικού διεθνούς δικαίου νόμους διαφόρους εκείνων, οίτινες θα ήσαν εφαρμοστέοι κατά το ιδιωτικόν διεθνές δίκαιον του Κράτους εις το οποίον γίνεται επίκλησις της αποφάσεως. 2) Επιτρέπεται εν τούτοις άρνησις αναγνωρίσεως δια τον εν τη παραγράφω 1 αναφερόμενον λόγον εάν η απόφασις αφορά σχέσιν οικογενειακού δικαίου, την ικανότητα δικαίου ή δικαιοπραξίας, την νόμιμον εκπροσώπησιν ή την αφάνειαν ή την κήρυξιν του θανάτου υπηκόου του Κράτους εις το οποίον γίνεται επίκλησις της αποφάσεως, εκτός εάν αύτη θα εδικαιολογείτο και κατ' εφαρμογήν του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου του Κράτους εις το οποίον γίνεται επίκλησις της αποφάσεως». Τέλος, στο άρθρο 5 της ιδίας Συμβάσεως ορίζεται ότι: «1) Η εις το εν Κράτος εκδοθείσα απόφασις της οποίας γίνεται επίχλησις εις το έτερον Κράτος δέον να ερευνάται μόνον ως προς το εάν υφίσταται λόγος αρνήσεως εκ των αναφερομένων εις το άρθρον 3 ή εις το άρθρον 4 παράγραφος 2. Κατ' ουδεμίαν περίπτωσιν θα ερευνάται από απόψεως νομιμότητος (ως προς την ουσίαν). 2) Το δικαστήριον του Κράτους εις το οποίον γίνεται επίκλησις της αποφάσεως κατά το άρθρον 2 δεσμεύεται κατά την έρευναν της αρμοδιότητος του δικαστηρίου, το οποίον εξέδωκε την απόφασιν εκ των πραγματικών και νομικών διαπιστώσεων του δικαστηρίου τούτου». Από τις προαναφερόμενες διατάξεις προκύπτει κατά τρόπο απόλυτα σαφή η δεσμευτικότητα και το υποχρεωτικό της απόφασης που εκδόθηκε στο ένα από τα παραπάνω συμβαλλόμενα Κράτη από τα δικαστήρια του άλλου Κράτους, ενώπιον των οποίων επιδιώκεται η εκτέλεση της απόφασης αυτής κατά τις διατάξεις των άρθρων 6 επ. της ιδίας Συμβάσεως. Ο δε έλεγχος, ο οποίος κατ' εξαίρεση επιτρέπεται σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 4 σε σχέσεις οικογενειακού ή κληρονομικού δικαίου για την άρνηση αναγνωρίσεως αυτών που έγιναν δεκτά με την πιο πάνω απόφαση, είναι ιδιαίτερα περιορισμένος και, ενόψει της χρησιμοποιήσεως του όρου "επιτρέπεται", εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια των δικαστηρίων που καλούνται να τα εφαρμόσουν, εκτιμώντας τη συνδρομή της προϋποθέσεως της παραγράφου 1 του πιο πάνω άρθρου 4 της προαναφερόμενης Συμβάσεως (ΑΠ 699/1990 ΝοΒ 1992.68).
Στην προκείμενη περίπτωση, η αιτούσα με την υπό κρίση αίτηση της ζητεί, κατ' ορθή εκτίμηση του αιτήματος της, να αναγνωρισθεί ότι έχει αποκτήσει και στην Ελλάδα ισχύ η τελεσίδικη υπ' αριθμ. XVI 189/2002 απόφαση περί υιοθεσίας της από το …….. του Ειρηνοδικείου ΗΑΜΜ της Γερμανίας. Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα, η αίτηση αρμοδίως καθ' ύλη (άρθρα 7 της παραπάνω Σύμβασης και 740 § 1 ΚΠολΔ) και κατά τόπο (άρθρα 7 της παραπάνω Σύμβασης και 905 § 1 ΚΠολΔ) εισάγεται για να συζητηθεί από το Δικαστήριο αυτό κατά την προκείμενη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρα 739 επ. ΚΠολΔ) και είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις προαναφερόμενες διατάξεις. Πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Από όλα τα έγγραφα, που προσκομίζει η αιτούσα, και τα οποία εκτιμώνται από το Δικαστήριο είτε για άμεση απόδειξη είτε για συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της υπ' αριθμ. XVI 189/02 απόφασης του Ειρηνοδικείου ΗΑΜΜ Γερμανίας, που τέθηκε σε ισχύ στις 2-4-2003, κατόπιν της αίτησης του …………… του …. και της ……., που προσκομίζεται σε επικυρωμένο αντίγραφο νόμιμα μεταφρασμένη, απαγγέλθηκε η υιοθεσία της αιτούσας, ελληνικής ιθαγένειας, από τον προαναφερόμενο, επίσης ελληνικής ιθαγένειας, ο οποίος στις 23-1-1999 είχε τελέσει στην πόλη Λιππσταντ ή Λιππστατ της Γερμανίας γάμο με τη μητέρα της, …….. του ………. Άλλωστε, το παραπάνω αλλοδαπό δικαστήριο είχε δικαιοδοσία να δικάσει στην προκειμένη περίπτωση, σύμφωνα με τις διατάξεις του ελληνικού Δικαίου, αφού οι αιτούντες είχαν κατά το χρόνο εκείνο, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην υπό αναγνώριση απόφαση, την κατοικία και διαμονή τους στην περιφέρεια του πιο πάνω Δικαστηρίου στη Γερμανία. Επιπλέον, σύμφωνα με το ελληνικό Δίκαιο, οι ουσιαστικές προϋποθέσεις για τη σύσταση της υιοθεσίας ρυθμίζονται από το δίκαιο της ιθαγένειας του κάθε μέρους, δηλαδή εν προκειμένω αποκλειστικώς από το ελληνικό, αφού αμφότερα τα μέρη έχουν την ελληνική ιθαγένεια, δίκαιο, που άλλωστε εφάρμοσε και το γερμανικό δικαστήριο. Επιπλέον, όπως προκύπτει από το σκεπτικό της απόφασης, οι προϋποθέσεις συναίνεσης πληρούνται, αφού τόσο ο υιοθετών όσο και η αιτούσα, αλλά και η μητέρα της ακούσθηκαν προσωπικά. Άλλωστε, ειδικά ως προς το ζήτημα του επωνύμου, το γερμανικό δικαστήριο εφάρμοσε το άρθρο 1563 του ελληνικού Αστικού Κώδικα και, συνακόλουθα, η πρώτη αιτούσα έλαβε το επίθετο του υιοθετούντος αυτή, δηλαδή του……….. Επιπρόσθετα, τα μέρη δε στερήθηκαν το δικαίωμα υπεράσπισης και γενικά συμμετοχής τους στη δίκη, δεδομένου ότι, όπως αποδεικνύεται από το ίδιο το κείμενο της απόφασης ο μεν υιοθετών υπέβαλε την αίτηση και όλα τα μέρη ακούσθηκαν προσωπικά από το δικαστήριο. Ακόμη, η απόφαση που εκδόθηκε δεν είναι αντίθετη προς τα χρηστά ήθη της ελληνικής κοινωνίας και την ημεδαπή δημόσια τάξη. Τέλος, όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο υπ' αριθμ. 2814/2014 πιστοποιητικό του Γραμματέα του Δικαστηρίου αυτού, δεν έχει κατατεθεί αίτηση ούτε έχει εκδοθεί απόφαση του Πρωτοδικείου Ροδόπης σχετική με την κρινόμενη υπόθεση. Κατόπιν τούτων, ενόψει ότι η αιτούσα προσκόμισε τα απαιτούμενα κατ' άρθρο 9 έγγραφα και δεν υφίσταται λόγος άρνησης της αιτούμενης αναγνώρισης κατά τα άρθρα 3 και 4 § 2 της προαναφερόμενης ελληνογερμανικής σύμβασης, πρέπει η αίτηση να γίνει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη, σύμφωνα με το διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση.
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ την ισχύ που απορρέει από την υπ' αριθμ. XVI 189/02 απόφαση του Ειρηνοδικείου ΗΑΜΜ της Γερμανίας, με την οποία απαγγέλθηκε η υιοθεσία της αιτούσας από το ……. του ….. και της ……..  και έλαβε το επώνυμο του τελευταίου.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στη Ροδόπη, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο, στις 14 Οκτωβρίου 2014.
                               Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                   Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ 

Πέμπτη 16 Μαΐου 2013

Δικαίωση εργαζόμενης και στην κατ' έφεση δίκη (απόφαση 33/2013 Μονομ. Εφ. Θράκης- πολιτικό)

     Με την υπ' αριθμ. 14/2012 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ροδόπης - διαδικασία εργατικών διαφορών (έχει αναρτηθεί παλαιότερα στο blog) , είχε δικαιωθεί εργαζόμενη που προσέφυγε στη δικαιοσύνη, κατά της εργοδότριάς της,  για την μη καταβολή δεδουλευμένων . Χαρακτηριστικό της απόφασης ήταν ότι η εργαζόμενη δικαιώθηκε παρόλο που υπέγραφε αποδείξεις εξόφλησης για ποσά τα οποία στην πραγματικότητα δεν ελάμβανε . Η εργοδότρια άσκησε έφεση στο Μονομελές Εφετείο Θράκης, το οποίο με την υπ' αριθμ. 33/2013 απόφασή του , δικαίωσε εκ νέου την εργαζόμενη , επιδικάζοντάς της τα ίδια ποσά , μεταβάλλοντας , ορθά, την πρωτόδικη απόφαση μόνο ως προς το νομιμότοκο της παράνομης υπερωρίας , το οποίο άρχεται από την επίδοση της αγωγής διότι δεν υφίσταται εν προκειμένω σχετική συμβατική δήλη ημέρα. 

       Παρατίθεται το διατακτικό της απόφασης :

ΑΡΙΘΜΟΣ 33/2013
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΘΡΑΚΗΣ 

(............)

ΓΙΑ   ΤΟΥΣ   ΛΟΓΟΥΣ   ΑΥΤΟΥΣ
          Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων την από 10-4-2012 και με αριθ. καταθ. 20/12 έφεση της εκκαλούσας κατά της υπ' αριθ. 14/2012 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ροδόπης.
Δέχεται τυπικώς και κατ' ουσία την έφεση.
Εξαφανίζει την υπ' αριθ. 14/2012 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ροδόπης.
Κρατεί την υπόθεση.
Δικάζει επί της υπ' αριθ. καταθ. ΕΓ 54/10-5-2010 αγωγής.
Δέχεται αυτήν εν μέρει.
         Υποχρεώνει την εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα συνολικά είκοσι δύο χιλιάδες τετρακόσια είκοσι πέντε ευρώ και είκοσι τέσσερα λεπτά (22.425,24 €) με το νόμιμο τόκο ως εξής :
Ποσό επτά χιλιάδες τριακόσια τριάντα ένα ευρώ και ενενήντα επτά λεπτά ( € 7.331,97), νομιμοτόκως από την πρώτη ημέρα του επόμενου μήνα που κάθε επιμέρους κονδύλιο έπρεπε να καταβληθεί.
       Ποσό χίλια τετρακόσια δέκα οκτώ ευρώ και σαράντα λεπτά ( 1.418,40 €), νομιμοτόκως από την 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους 7ίου έπρεπε να είχαν καταβληθεί τα δώρα Χριστουγέννων , δηλαδή ποσό τριακόσια εξήντα επτά ευρώ ενενήντα έξι λεπτά (€ 367,96) και από την 1η Μαΐου κάθε έτους, εντός του οποίου έπρεπε να είχαν καταβληθεί τα δώρα Πάσχα, δηλαδή ποσό χιλίων πενήντα ευρώ και σαράντα τεσσάρων λεπτών (1.050,44€).
Ποσό πέντε χιλιάδες επτακόσια σαράντα ευρώ και έντεκα λεπτά (€ 5.740,11), νομιμοτόκως από τη λήξη του έτους που έπρεπε το κάθε επιμέρους ποσό να καταβληθεί και όλα τα ποσά μέχρι την εξόφληση.
Ποσό δύο χιλιάδες εννιακόσια ογδόντα ένα ευρώ και σαράντα λεπτά (€ 2.981,40), νομιμοτόκως από την πρώτη κάθε επόμενου μήνα, εντός του οποίου παρασχέθηκε η εργασία του Σαββάτου .
Ποσό εξακόσια πενήντα ευρώ και τριάντα λεπτά ( 650,30 €), νομιμότοκα από την επομένη της τελευταίας ημέρας εκάστου μηνός εντός του οποίου παρασχέθηκε υπερεργασία και
       Ποσό τεσσάρων χιλιάδων τριακοσίων τριών ευρώ και έξι λεπτών (€ 4.303,06 ), νομιμότοκα από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής.
Επιβάλλει σε βάρος της εναγομένης μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, και των δύο βαθμώνδικαιοδοσίας, το ύψος των οποίων ορίζει σε χίλια εκατόν πενήντα (1.150,00) ευρώ.
            Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στις 15 Απριλίου 2013.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                         Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

     

Κυριακή 12 Μαΐου 2013

Αντίκειται στο Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ η επιβολή δικαστικού ενσήμου στις αναγνωριστικές αγωγές , σύμφωνα με την υπ' αριθμ. 3/2013 αποφ. Μον. Πρωτ. Χανίων

   
   Παρατίθεται το σκεπτικό της απόφασης 3/2013 Μον. Πρωτ. Χανίων , σύμφωνα με την οποία αντίκειται στο Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ η επιβολή δικαστικού ενσήμου στις αναγνωριστικές αγωγές


Το δικαίωμα του πολίτη για παροχή έννομης προστασίας από τα Δικαστήρια αποτελεί θεμελιώδες συνταγματικό δικαίωμα (άρθρο 20 παρ.1 Συντάγματος), το οποίο κατοχυρώνεται και από την κυρωθείσα με το ν.δ. 53/1974 Ευρωπαϊκή Σύμβαση της Ρώμης του 1950 για τα δικαιώματα του ανθρώπου (ΕΣΔΑ άρθρα 6 και 13) και αποτελεί θεμελιώδη αρχή του κράτους δικαίου. Ο ουσιαστικός νόμος καθορίζει τις ειδικότερες προϋποθέσεις για την άσκηση του δικαιώματος προσφυγής στη Δικαιοσύνη θεσπίζοντας δικονομικές προϋποθέσεις, δαπανήματα και γενικότερα διατυπώσεις για την πρόοδο της δίκης, πλην όμως, ο κοινός νομοθέτης δεν έχει απεριόριστη εξουσία προσδιορισμού των προϋποθέσεων αυτών. Οι ρυθμίσεις του ουσιαστικού νόμου πρέπει να συνάπτονται προς τη λειτουργία των Δικαστηρίων και την ανάγκη αποτελεσματικής απονομής της
Δικαιοσύνης και δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να θέτουν αδικαιολόγητους δικονομικούς φραγμούς στην παροχή εννόμου προστασίας από τα Δικαστήρια, οι οποίοι ισοδυναμούν με κατάργηση, άμεση ή έμμεση, του σχετικού δικαιώματος, άλλως οι ρυθμίσεις αυτές είναι προδήλως αντισυνταγματικές και αντίκεινται στο άρθρο 6 παρ.1 της ΕΣΔΑ. Επιπλέον, η επιβολή φορολογικού βάρους με τη μορφή του τέλους δικαστικού ενσήμου μόνο στις καταψηφιστικές αγωγές δεν συνιστούσε στέρηση του δικαιώματος αυτού καθώς συναρτάτο με την εκτελεστότητα της απόφασης και όχι με την προσφυγή στη Δικαιοσύνη, δεδομένου ότι το δικαίωμα προσφυγής στη Δικαιοσύνη προστατευόταν επαρκώς με δυνατότητα άσκησης αναγνωριστικής αγωγής. Η διαφορετική αντιμετώπιση της καταψηφιστικής από την αναγνωριστική αγωγή στο θέμα του δικαστικού ενσήμου, είχε επαρκή δικαιοπολιτική εξήγηση, καθώς οι αποφάσεις επί καταψηφιστικών αγωγών είναι το δίχως άλλο εκτελεστές, ενώ οι αποφάσεις επί των αναγνωριστικών αγωγών δεν είναι εκτελεστές, το δε Δημόσιο δεν στερείται του αναλογούντος δικαστικού ενσήμου που καταβάλλεται όταν η αναγνωριστική απόφαση γίνει, με τους όρους που στο νόμο προβλέπονται, εκτελεστή. Η επέκταση του δικαστικού ενσήμου, όμως, και στις αναγνωριστικές αγωγές και μάλιστα πλέον σε ποσοστό διπλάσιο από αυτό που ίσχυε μέχρι σήμερα (άρθρο 6α του ν. 4093/2012), σημαίνει ότι πλέον καθίσταται δικονομική προϋπόθεση του παραδεκτού της παράστασης του διαδίκου, γεγονός προδήλως αντισυνταγματικό, καθώς, καθιστώντας δυσβάσταχτη οικονομικά την προσφυγή στη Δικαιοσύνη, περιορίζει και σε πολλές
περιπτώσεις στερεί το συνταγματικό δικαίωμα παροχής δικαστικής προστασίας. Στα πλαίσια αυτά, ο Άρειος Πάγος με την υπ αριθμ. 675/2010 απόφαση του, έκρινε ότι η υποχρέωση καταβολής αναλογικού τέλους δικαστικού ενσήμου στις καταψηφιστικές αγωγές δεν αναιρεί το ατομικό δικαίωμα παροχής έννομης προστασίας του διαδίκου «λαμβανομένου υπόψη ότι το εν λόγω δικαίωμα ικανοποιητικά προστατεύεται με την άσκηση αναγνωριστικού χαρακτήρα αγωγής». Είναι προφανές ότι η νομική παραδοχή του Αρείου Πάγου περί της συνταγματικότητας του δικαστικού ενσήμου προϋπέθετε την απωλεσθείσα πλέον δυνατότητα του πολίτη να προσφύγει στα Δικαστήρια με αναγνωριστική αγωγή, η άσκηση της οποίας χωρίς υποχρέωση καταβολής δικαστικού ενσήμου προστατεύει ικανοποιητικά το συνταγματικό δικαίωμα παροχής εννόμου προστασίας. Με την αιτιολογική έκθεση επί του σχεδίου νόμου για το άρθρο 70 φέρεται ως σκοπός της νέας διάταξης η αύξηση των δημοσίων εσόδων, πρόβλεψη που αποτυπώνεται και στην σχετική Έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους επί του σχεδίου νόμου. Πλην όμως,σύμφωνα και με τον έντονο νομικό προβληματισμό που διατύπωσε η Επιστημονική Επιτροπή της Βουλής με την έκθεση της επί του συγκεκριμένου νομοσχεδίου και κατά την πάγια νομολογία του ΣτΕ, η επίκληση αμιγώς ταμειακών αναγκών του Δημοσίου χωρίς σύνδεση με τη λειτουργία των Δικαστηρίων και την ανάγκη αποτελεσματικής απονομής της Δικαιοσύνης, δεν είναι συνταγματικώς ανεκτή για τη θέσπιση προϋποθέσεων για την παροχή δικαστικής προστασίας. Αντίστοιχη είναι και η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ), κατά την οποία μόνο το δημοσιονομικό συμφέρον του Δημοσίου δεν μπορεί να αφομοιωθείσυλλήβδην σε ένα γενικότερο δημόσιο συμφέρον, το οποίο θα δικαιολογούσε σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση την παραβίαση των δικαιωμάτων του πολίτη. Άλλωστε, η υποχρεωτική επιβολή δικαστικού ενσήμου σε
όλες τις αγωγές που έχουν περιουσιακό αντικείμενο ή είναι χρηματικά αποτιμητές δεν συνδέεται με τη λειτουργία των Δικαστηρίων και την ανάγκη αποτελεσματικής απονομής της Δικαιοσύνης, ούτε μπορεί να δικαιολογηθεί επαρκώς από τις ταμειακές ανάγκες του δημοσίου από την «κινητοποίηση ενός πολυδάπανου δημόσιου μηχανισμού», όπως αναφέρεται στη σχετική αιτιολογική έκθεση.
Πρώτον, διότι το λειτουργικό κόστος της Δικαιοσύνης όχι μόνο δεν έχει αυξηθεί, αλλά αντίθετα έχει περιοριστεί κατά πολύ (όμοια και Γνωμοδότηση Κ. Χρυσόγονου - Α. Καϊδατζή, για τη συνταγματικότητα του σχεδίου νόμου «Έγκριση μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής 2013-2016» παρ. Γ 7). Δεύτερον, διότι η Δικαιοσύνη δεν αποτελεί «μηχανισμό», όπως εσφαλμένα αναφέρεται στην ως άνω αιτιολογική έκθεση, αλλά αποτελεί δημόσια λειτουργία,
συνταγματικά κατοχυρωμένη και χρηματοδοτούμενη από το δημόσιο προϋπολογισμό και δεν λειτουργεί με βάση την αρχή της ανταποδοτικότητας. Τρίτον, διότι θα έπρεπε με την ίδια λογική το σχετικό τέλος να επεκταθεί σε όλες τις αγωγές και όχι μόνο στις χρηματικά αποτιμητές, καθώς οι λοιπές αγωγές κινητοποιούν τον ίδιο πολυδάπανο «μηχανισμό» κατά την έκφραση της αιτιολογικής έκθεσης. Φαίνεται, αντίθετα, ότι η ρύθμιση αποκτά αποτρεπτικό, καταρχήν, και, στη συνέχεια, κυρωτικό χαρακτήρα, ειδικά για τις χρηματικά αποτιμητές αγωγές, καθώς, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση, με την επέκταση του δικαστικού ενσήμου και στις αναγνωριστικές αγωγές επιδιώκεται «να αποτραπεί η συζήτηση προπετών και αβασίμων αγωγών».
Ο πολίτης, για λόγους καθαρά εισπρακτικούς, στερείται του δικαιώματος να προσφύγει στη Δικαιοσύνη χωρίς να καταβάλει δικαστικό ένσημο για να εμποδίσει την παραγραφή του δικαιώματος του, να άρει υφιστάμενη αβεβαιότητα περί της ύπαρξης του δικαιώματος ή της έκτασης του, να εκδώσει αναγνωριστική απόφαση, όταν υπάρχει αμφιβολία για τη φερεγγυότητα του οφειλέτη και για τη δυνατότητα εκτέλεσης της απόφασης, να προστατεύσει το εμπράγματο δικαίωμα του από την ανακριβή πρώτη εγγραφή με την οποία αμφισβητείται ολικά ή μερικά το δικαίωμα που έχει επί ενός κτηματογραφημένου ακινήτου, χωρίς βεβαίως όλα αυτά να μπορούν να θεωρηθούν προπετείς και αβάσιμες αγωγές. Ειδικά στην τελευταία περίπτωση των κτηματολογικών αγωγών, είναι σύνηθες οι εναγόμενοι να συνομολογούν ή να αποδέχονται την αγωγή, αφού δεν υφίσταται εν τοις πράγμασι αμφισβήτηση σχετικά με το ιδιοκτησιακό καθεστώς των ακινήτων των διαδίκων και η όποια αμφισβήτηση ανακύπτει τυπικά κατά την κτηματογράφηση εξ αφορμής πράξεων του ΟΚΧΕ. Άλλωστε, κατά το Σύνταγμα, μόνο τα αρμόδια Δικαστήρια και ουδείς άλλος, και βεβαίως όχι προκαταβολικά, μπορεί να κρίνει αν οι αγωγές είναι πράγματι προπετείς και αβάσιμες, προβλέπονται δε στον ΚΠολΔ επαρκείς ποινές (άρθρο 205) και κυρώσεις (άρθρα 178-179, περί δικαστικής δαπάνης) για τις περιπτώσεις τέτοιων αγωγών, ώστε να μην χρειάζονται άλλες και σε καμία περίπτωση το δικαστικό ένσημο δεν μπορεί να αποτελέσει τέτοιου είδους κύρωση. Επιπλέον, ακόμη και αν ήθελε υποτεθεί ότι λαμβάνεται υπόψη το δικαστικό ένσημο στον υπολογισμό της επιδικαζόμενης δικαστικής δαπάνης, το γεγονός αυτό αφορά στο χρόνο μετά την παροχή δικαστικής προστασίας και δεν εξισορροπεί τα εμπόδια που τίθενται στον πολίτη κατά το χρόνο προσφυγής του στη Δικαιοσύνη. Συνεπώς, η υποχρεωτική προσκομιδή δικαστικού ενσήμου στις αναγνωριστικές αγωγές και μάλιστα τέτοιου ύψους, ως προϋπόθεση προσφυγής στη Δικαιοσύνη, αποτελεί συνταγματικά ανεπίτρεπτο περιορισμό που παρεμποδίζει την ανοιχτή πρόσβαση κάθε πολίτη στη Δικαιοσύνη και ισοδυναμεί με έμμεση κατάργηση του προστατευόμενου και από την ΕΣΔΑ δικαιώματος παροχής εννόμου προστασίας, καθώς προσβάλλει την ίδια την υπόσταση του δικαιώματος (Ολ. ΣΤΕ 601/2012 NOB 2012.376, Ολ. ΣΤΕ 3087/2011, Ολ Ελ. Συν 2006/2008 Α Δημοσίευση Νόμος, Ολ. ΣΤΕ 647/2004 ΔΕΕ 2004.821, ΑΕΔ 33/1995 Δνη 1995.571, ΕΔΔΑ της 28-10-1998, Ait Mououb κατά Γαλλίας, της 15-2-2000 GarciaManipardo κατά Ισπανίας, της 19-5-2001 Kreuz κατά Πολωνίας, Απόφαση ΕΔΔΑ της 24-5-2006 επί της υπόθεσης Λιακόπουλου κατά Ελλάδος στην προσφυγή υπ αριθμ. 20627/2004, σχόλιο Κ.Μπέη κάτωθι της ΑΠ 9/2002 σε Δίκη 2002.686, Εφετείο Πειραιά 55/2009, Δίκη 2009.246 με σχόλιο Κ.Μπέη).


 Πηγή απόφασης Nomos

Πέμπτη 9 Μαΐου 2013

Σύσταση και συγκρότηση Επιτροπής για τη σύνταξη σχεδίου νέου Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας


   Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ορίζεται η σύσταση κι η σύνθεση της επιτροπής που θα αναλάβει να συντάξει το σχέδιο του νέου Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (ΚΠολΔ).
Ειδικότερα η σύνθεση της Επιτροπής έχει ως εξής :
1.Ιωάννης Χαμηλοθώρης, Αρεοπαγίτης, Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Εφετείου Αθηνών, ως Πρόεδρος,
2. Παναγιώτης Πετρόπουλος, Εφέτης Πειραιώς,
3. Κυριάκος Οικονόμου, Εφέτης Πειραιώς,
4. Γεώργιος Ορφανίδης, Καθηγητής Πολιτικής Δικονομίας του Τμήματος Νομικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών,
5. Χαρίκλεια Απαλαγάκη, Καθηγήτρια Πολιτικής Δικονομίας του Τμήματος Νομικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης,
6. Στυλιανός Σταματόπουλος, Καθηγητής Πολιτικής Δικονομίας του Τμήματος Νομικής του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης,
7. Κωνσταντίνος Κουτσουλέλος, Δικηγόρος Αθηνών,
8. Θεόδωρος Σχίνος, Δικηγόρος Αθηνών, και
9. Αντώνιος Βγόντζας, Δικηγόρος Αθηνών, ως μέλη
Χρέη γραμματέα στην επιτροπή θα εκτελεί ο Νικόλαος Μαστρομάττης, Προϊστάμενος του Τμήματος Συμβολαιογραφείων της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ενώ καταληκτική ημερομηνία υλοποίησης του έργου ορίζεται η 30η Νοεμβρίου 2013.
Τέλος στην υπουργική απόφαση αναφέρεται ότι κανείς από τους ανωτέρω συμμετέχοντες στη Επιτροπή δε θα δικαιούται κανενός είδους αποζημίωση.
Πηγή : lawnet.gr

Τρίτη 16 Απριλίου 2013

Νομολογία - Προσβολή προσωπικότητας ανηλίκων

ΑΠ 1646/2011 (Τμ. Α1΄)

Προσβολή της προσωπικότητας ανηλίκων με την προβολή, χωρίς τη συναίνεση των γονέων τους, της εικόνας τους. Η προβολή της εικόνας ανηλίκων για χρονικό διάστημα τριών δευτερολέπτων χωρίς αλλοιωμένα τα χαρακτηριστικά συνιστά προσβολή.

 

Πρόεδρος: Β. Φούκας, Αρεοπαγίτης
Εισηγητής: Β. Φούκας, Αρεοπαγίτης στη θέση του κωλυόμενου, Χ. Παπαηλιού, Αρεοπαγίτη
Δικηγόροι: Ν. Σαργιαννίδης, Σ. Καζαντζίδης
Διατάξεις: άρθρο 559 ΚΠολΔ

Επειδή, κατά το άρθρο 559 ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται μόνο για τους περιοριστικά αναφερόμενους στο άρθρο αυτό λόγους, μεταξύ των οποίων και ο προβλεπόμενος στον αριθμό 11, που ιδρύεται όταν το δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα που οι διάδικοι επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν, όπως είναι και τα έγγραφα που προσκομίζονται είτε προς άμεση απόδειξη, είτε για συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, υπό την προϋπόθεση ότι τα πραγματικά γεγονότα που επικαλείται ο διάδικος με τα έγγραφα αυτά ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης (ΑΠ Ολ 42/2002 ). Στην προκειμένη περίπτωση οι αναιρεσείοντες προβάλλουν την αιτίαση ότι η προσβαλλομένη απόφαση δεν έλαβε υπόψη της αποδεικτικά μέσα που επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν αυτοί κατά τη συζήτηση της υποθέσεως ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης και ειδικότερα την υπ' αριθμό 5967/2003 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης και την υπ' αριθμό 3287/2003 απόφαση του Εφετείου Θεσσαλονίκης, οι οποίες, με άλλους ενάγοντες είχαν αποφανθεί διαφορετικά επί των ιδίων πραγματικών περιστατικών, δηλαδή επί του ίδιου συμβάντος, από ό,τι αποφάνθηκε η προσβαλλομένη απόφαση, ούτε έλαβε υπόψη της τις προτάσεις των εν λόγω εναγόντων. Από το σκεπτικό της προσβαλλομένης απόφασης δεν καθίσταται αδιστάκτως βέβαιο ότι αυτή έλαβε υπόψη της ως δικαστικά τεκμήρια τις ως άνω αποφάσεις, οι οποίες αφορούν το ίδιο συμβάν και ασκούν με τις αιτιολογίες τους, ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης. Επομένως ο πρώτος λόγος αναιρέσεως του κυρίου δικογράφου και αυτού των προσθέτων, εκ του άρθρου 559 αρ. 11 ΚΠολΔ, είναι βάσιμος.
Επειδή με τον τρίτο πρόσθετο λόγο αναιρέσεως, οι αναιρεσείοντες προβάλλουν την αιτίαση ότι η προσβαλλομένη απόφαση δεν έλαβε υπόψη της την υπ' αριθμό 2465/9.6.2003 ένορκη βεβαίωση της Μ. Θ. που δόθηκε ενώπιον του Ειρηνοδίκη Θεσσαλονίκης, κατόπιν νομίμου κλητεύσεως των αναιρεσιβλήτων, την οποία αυτοί νόμιμα επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν ενώπιον του δικαστηρίου που εξέδωσε την προσβαλλομένη απόφαση. Από την προσβαλλομένη απόφαση προκύπτει ότι ναι μεν σε αυτή γίνεται στην αρχή μνεία ότι το δικαστήριο εκτίμησε και την ως άνω ένορκη βεβαίωση, πλην όμως από το όλο περιεχόμενο της απόφασης, δεν καθίσταται αδιστάκτως βέβαιο ότι την έλαβε υπόψη της προς συναγωγή του αποδεικτικού της πορίσματος ότι είναι αβάσιμος ο ισχυρισμός των αναιρεσειόντων ότι το επίμαχο ρεπορτάζ προβλήθηκε και κατά τη διάρκεια του μεσημεριανού δελτίου ειδήσεων των 14.30' της 26.7.2000. Επομένως ο εκ του άρθρου 559 αριθμ. 11 ΚΠολΔ τρίτος πρόσθετος λόγος αναιρέσεως είναι βάσιμος.
Επειδή, ο εκ του άρθρου 559 αρ. 20 ΚΠολΔ, λόγος αναιρέσεως, για παραμόρφωση του περιεχομένου εγγράφου, ιδρύεται αν το δικαστήριο υπέπεσε σε διαγνωστικό λάθος, αναγόμενο δηλαδή στην ανάγνωση του εγγράφου, με την παραδοχή ότι περιέχει περιστατικά προφανώς διαφορετικά από εκείνα που πράγματι περιλαμβάνει, όχι δε και όταν, από το περιεχόμενο του εγγράφου, το οποίο σωστά διέγνωσε, συνάγει αποδεικτικό πόρισμα διαφορετικό από εκείνο που ο αναιρεσείων θεωρεί ορθό. Πράγματι, στην τελευταία περίπτωση, πρόκειται για παράπονο, αναγόμενο στην εκτίμηση πραγματικών γεγονότων, η οποία εκφεύγει από τον αναιρετικό έλεγχο. Πάντως, για να θεμελιωθεί ο προαναφερόμενος λόγος αναιρέσεως, θα πρέπει το δικαστήριο της ουσίας να έχει στηρίξει το αποδεικτικό πόρισμά του αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο στο έγγραφο, το περιεχόμενο του οποίου φέρεται ότι παραμορφώθηκε, όχι δε και όταν το έχει απλώς συνεκτιμήσει, μαζί με άλλα αποδεικτικά μέσα, χωρίς να εξαίρει το έγγραφο, αναφορικά με το πόρισμα στο οποίο κατέληξε ως προς το αποδεκτέο γεγονός (ΑΠ Ολ 2/2008 , ΑΠ 109/2008, ΑΠ 446/2006).
Με τους πέμπτο και έβδομο προσθέτους λόγους αναιρέσεως, οι αναιρεσείοντες, αφού εκθέτουν το περιεχόμενο εγγράφων και τις σχετικές επ' αυτών παραδοχές της προσβαλλομένης αποφάσεως, προβάλλουν την αιτίαση ότι η προσβαλλομένη απόφαση παραμόρφωσε 1) το περιεχόμενο της βιντεοκασέτας που αναφέρεται στο ρεπορτάζ που προβλήθηκε στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων των 20.00 της 28.7.2000 του τηλεοπτικού σταθμού «Α.», σχετικά με τα πλάνα που έδειχναν ανήλικα παιδιά, μεταξύ, όπως ισχυρίζονται οι αναιρεσείοντες, και τα εκπροσωπούμενα από αυτούς τέκνα τους, σε ιδιωτικό σταθμό προσχολικής αγωγής, όπου εκδηλώθηκε σε 23 παιδιά, λοίμωξη φυματίωσης, και 2) το περιεχόμενο της από 25.10.2000 εξώδικης διαμαρτυρίας - απαντήσεως της πρώτης των αναιρεσιβλήτων προς τους αναιρεσείοντες. Από τον έλεγχο του περιεχομένου της βιντεοκασέτας, που περιέχει μαγνητοσκοπημένο ρεπορτάζ που προβλήθηκε στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων των 20.00' της 28.7.2000 του τηλεοπτικού σταθμού «Α.» της πρώτης των αναιρεσιβλήτων υπάρχουν τέσσερα πλάνα που εμφανίζονται ανήλικοι. Στα τρία πλάνα συνολικής, διάρκειας 17 δευτερολέπτων, οι ανήλικοι εμφανίζονται σε έγχρωμο αρνητικό φωτογραφίας με αλλοιωμένα τα χαρακτηριστικά των προσώπων τους, ώστε να μην είναι δυνατόν να διακριθούν και εξατομικευθούν τα πρόσωπα των ανηλίκων. Στο τέταρτο όμως πλάνο, όπου εμφανίζονται τέσσερα ανήλικα τέκνα, μεταξύ των οποίων, όπως ισχυρίζονται οι αναιρεσείοντες, και τα εκπροσωπούμενα από αυτούς ανήλικα τέκνα τους, Μ. και Γ., στην είσοδο μεταξύ κήπου και αιθουσών του παιδικού σταθμού, διάρκειας του πλάνου τριών περίπου δευτερολέπτων δεν υπάρχει καμία παραποίηση στην εικόνα και τα πρόσωπα των ανηλίκων διακρίνονται.
Επομένως, εφόσον η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση δέχθηκε ότι τα πλάνα διαρκούσαν συνολικά δύο δευτερόλεπτα και ότι σε όλα τα χαρακτηριστικά των προσώπων των ανηλίκων δεν μπορούσαν να διακριθούν, παραμόρφωσε το περιεχόμενο της ως άνω βιντεοκασέτας. Επίσης η προσβαλλομένη παραμόρφωσε και το περιεχόμενο της ως άνω εξώδικης απαντήσεως της πρώτης των αναιρεσιβλήτων προς τους αναιρεσείοντες, αφού σε αυτήν ο τηλεοπτικός σταθμός δέχεται ότι έγινε παρουσίαση του θέματος στις 26 και 28.7.2000, ενώ η προσβαλλομένη απόφαση δέχεται ότι από την εξώδικη αυτή απάντηση προκύπτει ότι η πρώτη αναιρεσίβλητη δέχθηκε ότι το επίμαχο ρεπορτάζ προβλήθηκε μόνο μία φορά από τον σταθμό της στις 28.7.2000. Επομένως οι εκ του άρθρου 559 αριθμ. 20 ΚΠολΔ ως άνω λόγοι αναιρέσεως είναι βάσιμοι. Κατ' ακολουθίαν τούτων, πρέπει, κατά παραδοχή όλων των ως άνω λόγων να αναιρεθεί η προσβαλλομένη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση, στο ίδιο δικαστήριο, αφού είναι δυνατή η σύνθεσή του από άλλους δικαστές, πλην των πρότερον δικασάντων (άρθρο 580 παρ. 3 ΚΠολΔ). [...]
[Αναιρεί την ΠΠρΘεσ 6175/2005  και παραπέμπει.] 

Πηγή : nbonline.gr

Τρίτη 9 Απριλίου 2013

Νομολογία - Αφαίρεση επιμέλειας ανήλικων τέκνων από τη μητέρα τους λόγω κακής άσκησής της


Με την παρατιθέμενη απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ροδόπης (184/2013) ,  κρίθηκε απαραίτητη η αφαίρεση της επιμέλειας ανήλικων τέκνων από τη μητέρα λόγω κακής άσκησής της και η ανάθεσή της,   στην πραγματικά επιμελούσα αυτά , γιαγιά τους . Ειδικότερα :

ΑΠΟΦΑΣΗ 184/2013
(αριθμός έκθεσης κατάθεσης αίτησης ΕΜ-22/2013)
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΡΟΔΟΠΗΣ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τον Δικαστή Νικόλαο Κασμερίδη , Πρωτοδίκη, ο οποίος ορίσθηκε από την Προϊσταμένη του Πρωτοδικείου , και από τη Γραμματέα Σουλτάνα Ντελή.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στις 13 Μαρτίου 2013, για να δικάσει τη με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΕΜ -22/21-1-2013 αίτηση, με αντικείμενο την αφαίρεση και ανάθεση επιμέλειας ανήλικων τέκνων, μεταξύ :
ΤΗΣ ΑΙΤΟΥΣΑΣ : Σ. Γ. του Α., κατοίκου ………………, η οποία παραστάθηκε μετά της πληρεξουσίας δικηγόρου της Ιουλίας Μυλωνά, …………, η οποία κατέθεσε προτάσεις .
  ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΙΤΗΣΗ : Γ.Α. του Ρ. , κατοίκου …., που δεν παραστάθηκε.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης , η πληρεξούσια δικηγόρος της αιτούσας ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου και στις έγγραφες προτάσεις της.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από την υπ’ αρ. 7.535δ’/7-2-2013 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Ροδόπης Μ.Σ. , την οποία η αιτούσα νόμιμα προσκομίζει και επικαλείται, αποδεικνύεται ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση αίτησης , με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στην καθ΄ης (αρθ. 741,122 παρ. 1, 123, 124 και 130 παρ. 1 ΚΠολΔ). Η τελευταία , ωστόσο, δεν εμφανίστηκε κατά την παραπάνω δικάσιμο , όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου , ούτε και εκπροσωπήθηκε νόμιμα από πληρεξούσιο δικηγόρο. Η διαδικασία , όμως, θα προχωρήσει σαν να ήταν και αυτή παρούσα (αρθ. 754 παρ. 2 ΚΠολΔ).
Από το συνδυασμό των διατάξεων των αρθ. 1510, 1511, 1512, 1514 και 1518 ΑΚ συνάγεται ότι η γονική μέριμνα του ανηλίκου τέκνου περιλαμβάνει την επιμέλεια του προσώπου του (η οποία εμπεριέχει την ανατροφή , την επίβλεψη, τη μόρφωση και την εκπαίδευση του τέκνου , καθώς και τον προσδιορισμό του τόπου διαμονής του ) , επιπλέον δε τη διοίκηση της περιουσίας του και την εκπροσώπηση του τέκνου σε κάθε υπόθεση ή δικαιοπραξία ή δίκη , που αφορά το πρόσωπο ή την περιουσία του . Ασκείται, επίσης, αυτή από αμφότερους τους γονείς από κοινού . Σε περίπτωση , όμως,  που ένας εξ αυτών  αποβιώσει ή κηρυχθεί σε αφάνεια ή κηρυχθεί έκπτωτος της άσκησής της ή δεν είναι σε θέση να την ασκήσει , για λόγους πραγματικούς (αποκλεισμός, φυλάκιση, αιχμαλωσία, μακρόχρονη απουσία στο εξωτερικό) ή νομικούς (δικαστική συμπαράσταση , ανικανότητα για δικαιοπραξία) , τη γονική μέριμνα των ανήλικων τέκνων του ασκεί μόνος ο άλλος γονέας . περαιτέρω, κατά τη διάταξη του αρθ. 1532 ΑΚ «αν ο πατέρας ή η μητέρα παραβαίνουν τα καθήκοντα ,που τους επιβάλλει το λειτούργημά τους για την επιμέλεια του προσώπου του τέκνου ή τη διοίκηση της περιουσίας του ή αν ασκούν το λειτούργημα καταχρηστικά ή δεν είναι σε θέση να ανταποκριθούν σ’ αυτό, το Δικαστήριο , εφόσον το ζητήσουν ο άλλος γονέας ή οι πλησιέστεροι συγγενείς του τέκνου ή ο
2ο φύλλο της υπ’ αρ. 184/2013 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου
Ροδόπης (διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας )
Εισαγγελέας, μπορεί να διατάξει οποιοδήποτε πρόσφορο μέτρο. Το Δικαστήριο μπορεί ιδίως να αφαιρέσει από τον ένα γονέα την άσκηση της γονικής μέριμνας ολικά ή μερικά και να την αναθέσει αποκλειστικά στον άλλο ή αν συντρέχουν και στο πρόσωπο αυτού οι προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου να αναθέσει την επιμέλεια τέκνου ολικά ή μερικά σε τρίτο ή να διορίσει επίτροπο.» Σύμφωνα με την ανωτέρω διάταξη , οι περιπτώσεις κακής άσκησης της γονικής μέριμνας ή της επιμέλειας του ανηλίκου, που ενδιαφέρει τη δημόσια τάξη και το κοινωνικό συμφέρον γενικότερα, είναι : α) η παράβαση των καθηκόντων των γονέων , β) η καταχρηστική άσκηση του λειτουργήματός τους , γ) η αδυναμία τους να ανταποκριθούν σ’ αυτό. Ωστόσο, απόλυτος εννοιολογικός διαχωρισμός των άνω περιπτώσεων κακής άσκησης της γονικής μέριμνας είναι , ως επί το πλείστον, ανέφικτος, αφού οι πιο πάνω περιπτώσεις αλληλοεπικαλύπτονται. ‘Έτσι, η κατάχρηση του γονικού λειτουργήματος αποτελεί ταυτόχρονα και παράβαση των καθηκόντων του γονέα , που επιβάλλονται από αυτό ( γονικό λειτούργημα). Παράβαση των καθηκόντων των γονέων συνιστά η πλημμελής εκπλήρωση των τελευταίων με μέτρο κρίσης το οικονομικό, κοινωνικό και πνευματικό επίπεδο των γονέων. Καταχρηστική άσκηση του λειτουργήματος των γονέων συνιστά η άσκηση της επιμέλειας του προσώπου του τέκνου κατά τρόπο αντίθετο ή μη εναρμονιζόμενο στο σκοπό του , με αποτέλεσμα να διακυβεύονται τα προσωπικά συμφέροντα του τέκνου. Η καταχρηστική άσκηση του λειτουργήματος της γονικής μέριμνας είναι δυνατόν, εξάλλου , να εκδηλωθεί με θετική ενέργεια , δηλαδή με πράξη ή παράλειψη άσκησης των καθηκόντων τους. Σε κάθε περίπτωση , πάντως, η κρίση για το αν συντρέχει κατάχρηση του δικαιώματος της γονικής μέριμνας θα πρέπει να στηριχθεί όχι σε μεμονωμένες πράξεις του υποχρέου - δικαιούχου , αλλά σε μια εκτίμηση της συνολικής συμπεριφοράς του έναντι του τέκνου, εκτός εάν μια μεμονωμένη πράξη ή παράλειψη είναι τόσο βαριά, ώστε να αρκεί για να στηρίζει γενική (αρνητική) κρίση . Ειδικότερα, καταχρηστικά, κατά τα ανωτέρω, ασκείται η επιμέλεια τέκνου, αν ο έχω την επιμέλεια γονέας αυτού παραβαίνει τα σχετικά με την επιμέλεια καθήκοντά του , με κίνδυνο να επιφέρει ως συνέπεια  βλάβη στην ψυχική ή σωματική ανάπτυξη του τέκνου (ΑΠ 537/2012 ΧρΙΔ 2012.661). Στην προκειμένη περίπτωση, με την κρινόμενη αίτηση , η αιτούσα, επικαλούμενη ότι ασκεί εν τοις πράγμασι την επιμέλεια και φροντίδα των δύο ανηλίκων εγγονών της , ΑΓ και ΝΓ, διότι ο μεν πατέρας τους έχει αποβιώσει, η δε καθ’ ης , μητέρα τους, αδιαφορεί πλήρως γι’ αυτούς , ζητεί να αφαιρεθεί από την τελευταία η επιμέλεια των ανωτέρω τέκνων, προκειμένου να ανατεθεί στην ίδια (την αιτούσα) , καθώς τούτο επιβάλει το συμφέρον των παραπάνω τέκνων . με το εν λόγω περιεχόμενο και αίτημα , η ως άνω αίτηση παραδεκτά και αρμοδίως , καθ’ ύλην και κατά τόπον , εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου , κατά την προκειμένη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (αρθ. 739 επ. , 740 παρ. 1 και 121 ΕισΝΑΚ, όπως το δεύτερο από αυτά ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο κατάθεσης της υπό κρίση αίτησης πριν την αντικατάστασή του από τα αρθ. 17 παρ. 1 του ν. 4055/2012 και 9 παρ. 1 του ν. 4138/2013) και είναι νόμιμη, ερειδομένη στις διατάξεις των αρθ. 1510, 1511, 1518, 1532, 1533 και 1538 ΑΚ. Πρέπει, επομένως , να ερευνηθεί περαιτέρω, για να κριθεί  αν είναι βάσιμη και από ουσιαστική άποψη , δεδομένου ότι τηρήθηκε η προδικασία , που προβλέπεται από τα αρθ. 748 παρ. 1, 2 και 4 και 796 παρ. 3 ΚΠολΔ για το παραδεκτό της συζήτησής της, αφού αντίγραφο αυτής έχει επιδοθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα τόσο στον αρμόδιο Εισαγγελέα Πρωτοδικών Ροδόπης, όσο και στη Διεύθυνση Δημόσιας Υγείας και Κοινωνικής Μέριμνας Περιφερειακής Ενότητας
3ο φύλλο της υπ’ αρ. 184/2013 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου
Ροδόπης (διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας )
Ροδόπης (βλ. τις υπ’ αρ. 7.495δ’ – 7.796 δ’ /4-2-2013 εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Ροδόπης ΜΣ ). Από την τελευταία αυτή υπηρεσία κατατέθηκε, εξάλλου,  εμπρόθεσμα στο Δικαστήριο, σύμφωνα με το αρθ. 1533 παρ. 3 ΑΚ και η σχετική από 27-2-2013 έκθεση κοινωνικής έρευνας της κοινωνικής λειτουργού ΑΝ, αναφορικά με το ήθος , τις βιοτικές συνθήκες, και γενικά, την καταλληλότητα της αιτούσας, η οποία ζητεί να ανατεθεί στην ίδια η επιμέλεια του προσώπου των ανωτέρω τέκνων.
Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα, που εξετάσθηκε νόμιμα στο ακροατήριο , η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου , από τα έγγραφα που η αιτούσα νόμιμα προσκομίζει και επικαλείται , καθώς και από την , κατ’ αρθ. 1511 παρ. 3 ΑΚ, προσωπική επικοινωνία του Δικαστηρίου με τα ως άνω ανήλικα , αμέσως μετά το τέλος της συζήτησης της υπόθεσης , αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά :
O υιός της αιτούσας ,  Φ. Γ. Γ. και η καθ’ης , Γ.Α. τέλεσαν στις 5-9-1996 νόμιμο γάμο , πρώτο και για τους δύο , μετά τον οποίο εγκαταστάθηκαν , μαζί με την αιτούσα και τον τότε εν ζωή ευρισκόμενο σύζυγό της , Φ., στην οικία της τελευταίας (αιτούσας) στο……. Κατά τη διάρκεια του εν λόγω  γάμου , εξάλλου, οι ίδιοι απέκτησαν δύο άρρενα, ανήλικα ακόμα, τεκνα , τον Α. , που γεννήθηκε στις 6-6-199 και τον Ν, που γεννήθηκε στις 2-4-2004. Ωστόσο, λίγο πριν τη γέννηση του δεύτερου αυτού τέκνου και , συγκεκριμένα, την 1-12-2003 ο προαναφερόμενος υιός της αιτούσας απεβίωσε. Ακόμα και μετά το θάνατό του, όμως, η καθ’ ης εξακολούθησε να διαμένει στο σπίτι της πεθεράς της. Ωστόσο, σταδιακά, άρχισε αυτή να απομακρύνεται ψυχικά και συναισθηματικά από τα δύο τέκνα της , αδιαφορώντας ολοένα και περισσότερο για την ανατροφή και υγιή ανάπτυξή τους . Τελικά δε, το έτος 2007 τα εγκατέλειψε. Από τότε ελάχιστες φορές τα επισκέφθηκε και επικοινώνησε τηλεφωνικά μαζί τους . Αντίθετα, όπως έχουν πληροφορηθεί οι συγγενείς της αιτούσας , αυτή προχώρησε στη σύναψη δεύτερου γάμου με έτερο άνδρα , με τον οποίο μάλιστα, και έχει αποκτήσει άλλα δύο τέκνα. Με τη νέα δε οικογένειά της βρίσκεται εγκατεστημένη στην …. Περαιτέρω, από τα ίδια ω άνω αποδεικτικά στοιχεία αποδείχθηκε πως, μετά την εγκατάλειψη από τη μητέρα τους , αμφότερα τα προαναφερόμενα τέκνα συνέχισαν να διαμένουν με την αιτούσα γιαγιά τους , η οποία ανέλαβε εξ ολοκλήρου το έργο της ανατροφής τους . Η ίδια επιδεικνύει έντονο και αμέριστο ενδιαφέρον για τη σωστή διαμόρφωση και ολοκλήρωση της προσωπικότητάς τους  ενώ , παράλληλα , ως γιαγιά τρέφει ιδιαίτερα αισθήματα αγάπης προς τα εν λόγω τέκνα , τα οποία φροντίζει με περισσή στοργή , αφοσίωση και τρυφερότητα., επιδεικνύοντας αμέριστο ενδιαφέρον για το πρόσωπό τους. Παρέχει δε σ’ αυτά ένα ασφαλές και αρμονικό περιβάλλον , προσφέροντάς τους τα απαραίτητα για την ψυχοσωματική και πνευματική τους ανάπτυξη, τόσο σε συναισθηματικό, όσο και σε οικονομικό, αλλά και υλικό επίπεδο. Η ίδια, άλλωστε, αν και διάγει το 63ο έτος της ηλικίας της , δεν αντιμετωπίζει κάποιο πρόβλημα υγείας, διαθέτει ιδιόκτητη κατοικία στο χωριό …., είναι ασφαλισμένη στον ΟΓΑ , ενώ, έχει συστηματικά, έσοδα από τα χωράφια της , τα οποία εκμισθώνει σε τρίτους. Από τα ανωτέρω αποδεικνύεται ότι η καθ’ ης, η οποία, μετά το θάνατο του πρώτου συζύγου της , ασκεί μόνη της, σύμφωνα με το άρθρο 1510 παρ. 2 ΑΚ, τη γονική μέριμνα αμφοτέρων των ανηλίκων τέκνων της , Α. και Ν., παραβαίνει τα καθήκοντα που της επιβάλλει το λειτούργημά της ως μητέρα για την επιμέλεια του προσώπου των εν λόγω τέκνων , αδιαφορώντας για τις ανάγκες τους
4ο φύλλο της υπ’ αρ. 184/2013 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ροδόπης (διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας )
και μη συνεισφέροντας οικονομικά στην ανατροφή τους. Η αδιαφορία της δε αυτή καταφανώς αποδεικνύεται και από το γεγονός της μη εμφάνισής της ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, προκειμένου να αποτραπεί η αφαίρεση της επιμέλειας των ανωτέρω τέκνων από την ίδια. Με βάση τα δεδομένα υτά και με γνώμονα το συμφέρον των παραπάνω τέκνων , το Δικαστήριο κρίνει πως το σύνολο της επιμέλειας του προσώπου τους θα πρέπει να αφαιρεθεί από την καθ’ ης μητέρα τους , διότι η συμπεριφορά , που η τελευταία επιδεικνύει, ελλοχεύει κινδύνους για την ομαλή ψυχοσωματική ανάπτυξη των παραπάνω τέκνων ενώ, παράλληλα, δημιουργεί συνεχώς προβλήματα στην εκπροσώπησή τους , ενώπιον των αρχών και εν γένει καθημερινότητά τους. Αντίθετα δε, πρέπει αυτή (επιμέλεια) να ανατεθεί  στην αιτούσα, γιαγιά των ανηλίκων, αφού η τελευταία παρέχει , ενόψει και του στενότατου συγγενικού δεσμού, που τη συνδέει μαζί τους, όλα τα εχέγγυα ότι θα ασκήσει με επάρκεια και συνέπεια το λειτούργημα, που της ανατίθεται, ενεργώντας πάντοτε προς το συμφέρον των δύο τέκνων . Κρίνεται δε κατάλληλη γι’ αυτό , διότι έχει το ήθος, το σθένος, τη διάθεση αλλά και το χρόνο να συνεχίσει να περιποιείται τα ανήλικα εγγόνια της . Την ανάθεση της επιμέλειας των τελευταίων στην αιτούσα προτείνει, εξάλλου, και η προαναφερόμενη κοινωνική λειτουργός, Α.Ν., στη σχετική από 27-2-2013 έκθεσή της . Αλλά και οι ίδιοι οι ανήλικοι , κατά την προσωπική επικοινωνία του Δικαστηρίου μαζί τους , εξέφρασαν την ικανοποίησή τους από την έως τώρα συμβίωσή τους με την αιτούσα, καθώς, όπως οι ίδιοι δήλωσαν, αφενός μεν αυτή τους έχει εξασφαλίσει ένα ήρεμο οικογενειακό περιβάλλον , που χαρακτηρίζεται από σταθερότητα και ασφάλεια , αφετέρου δε, τους προσφέρει στοργή και θαλπωρή, γεγονός, που, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, δύναται να αμβλύνει τις όποιες δυσμενείς ψυχολογικές επιπτώσεις συνεπάγεται για τους ίδιους η πρόωρη απώλεια του πατέρα τους και η μακρόχρονη αδιαφορία της μητέρας τους . Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω και ενόψει του πρόδηλου εννόμου συμφέροντος της αιτούσας , που τυγχάνει δεύτερου βαθμού εξ αίματος συγγενής των παραπάνω ανηλίκων , πρέπει η υπό κρίση αίτηση να γίνει δεκτή , ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν , όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της καθ’ ης .
ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση.
ΑΦΑΙΡΕΙ από την καθ’ ης η αίτηση , Γ.Α. του Ρ. , την άσκηση του συνόλου της επιμέλειας του προσώπου των ανηλίκων αρρένων τέκνων της : α) Α.Γ. του ΦΓ  και β) Ν.Γ. του ΦΓ.
ΑΝΑΘΕΤΕΙ την άσκηση του συνόλου της επιμέλειας των ανωτέρω τέκνων αποκλειστικά στην αιτούσα , εκ πατρικής γραμμής γιαγιά τους , Σ.Γ. του Α.
ΚΡΙΘΗΚΕ , αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στην Κομοτηνή, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του , χωρίς την παρουσία της αιτούσας και της πληρεξουσίας δικηγόρου της , στις 3 Απριλίου 2013. 

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ