Με την παρατιθέμενη απόφαση του Ειρηνοδικείου Αθηνών απορρίφθηκε ανακοπή οφειλέτη κατά διαταγής πληρωμής , δια της οποίας αυτός ζητούσε την ακύρωσή της, επικαλούμενος καταχρηστικότητα αυτής δεδομένου ότι είχε ζητήσει την υπαγωγή του στο Ν. 3869/2010. Σημειωτέον ότι στην κρινόμενη περίπτωση η καταγγελία της σύμβασης από την τράπεζα είχε προηγηθεί της αιτήσεως του οφειλέτη και η κοινοποίηση της διαταγής έλαβε χώρα πριν την κατάθεση της αίτησης στο Ειρηνοδικείο αλλά κατά το χρόνο που εκκρεμούσε ο εξωδικαστικός συμβιβασμός. Το δικαστήριο έκρινε ότι κατά το χρόνο που εξεδόθη η διαταγή πληρωμής ο οφειλέτης δεν προστατευόταν από καμία διαδικασία με συνέπεια νομίμως να εξεδόθη αυτή. Παρατίθεται το πλήρες κείμενο της απόφασης.
ΑΡΙΘΜΟΣ 49/2014
TO ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ
ΑΘΗΝΩΝ
Συγκροτήθηκε από
την Ειρηνοδίκη Ειρήνη Γεωργαντοπούλου, την οποία όρισε η Πρόεδρος του
Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών και τη Γραμματέα
Αφροδίτη Γιαννόπουλου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 30 Σεπτεμβρίου
2013 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του ανακόπτοντος: Ν. Ι. του Θ…, κατοίκου …., ο οποίος
παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου του ……….
Της καθ' ης η ανακοπή: Ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την
επωνυμία «……………………» ως ειδικής διαδόχου της πρώην τραπεζικής εταιρίας με την
επωνυμία «……….» , που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία
παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της …………………..
Ο ανακόπτων με την από 27.11.2012 ανακοπή του, που κατατέθηκε
με αύξοντα αριθμό 8342/28.11.2012 για να συζητηθεί κατά τις ειδικές διατάξεις
για τις μικροδιαφορές, ζήτησε όσα περιέχονται σ' αυτή.
Για τη συζήτηση
της ανακοπής ορίστηκε η δικάσιμος που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης, κατά
την οποία, αφού εκφωνήθηκε η υπόθεση από το οικείο έκθεμα και κατά τη σειρά
εγγραφής της σ' αυτό, το Δικαστήριο αφού: Άκουσε όσα περιέχονται στα πρακτικά
Μελέτησε τη
δικογραφία
Σκέφτηκε σύμφωνα
με το νόμο
Με την
κρινόμενη ανακοπή και για το λόγο που αναφέρεται σ' αυτήν επιδιώκεται να
ακυρωθεί η με αριθμό 56223/2012 διαταγή πληρωμής της Δικαστή του Ειρηνοδικείου
Αθηνών, η οποία εκδόθηκε με βάση οφειλή του ανακόπτοντος, απορρέουσα από
σύμβαση χορήγησης σ' αυτόν πιστωτικής κάρτας εκ μέρους της καθ' ης Τράπεζας,
και με την οποία (διαταγή πληρωμής) ο ανακόπτων υποχρεώθηκε να καταβάλει στην
καθ' ης το ποσό των 945,28 ευρώ για κεφάλαιο, πλέον τόκων και εξόδων και να
καταδικαστεί η καθ' ης στη δικαστική δαπάνη του ανακόπτοντος. Η ανακοπή ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρο 632 παρ. 1
ΚΠολΔ), αφού η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής επιδόθηκε στον ανακόπτοντα στις
9.11.2012 (όπως προκύπτει από τη σχετική επισημείωση του αρμόδιου δικαστικού
επιμελητή Α.. Τ. στο προσκομιζόμενο από τον ανακόπτοντα αντίγραφο
από το πρώτο εκτελεστό απόγραφο της διαταγής πληρωμής που του επιδόθηκε) και ο
τελευταίος άσκησε την κρινόμενη από 27.11.2012 ανακοπή του, που κατατέθηκε στις
28.11.2012 και επιδόθηκε στην καθ' ης στις 30.11.2012, όπως προκύπτει από την
9161/30.11.2012 έκθεση επίδοσης του αρμόδιου δικαστικού επιμελητή στο
Πρωτοδικείο Αθηνών Α. Γ. Αρμόδια φέρεται δε για συζήτηση ενώπιον
του παρόντος Δικαστηρίου και πρέπει να συζητηθεί κατά τη διαδικασία που ορίζει
το άρθρο 632 ΚΠολΔ και τα αναφερόμενα σ' αυτό άρθρα, να εξεταστεί δε περαιτέρω
ως προς τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα του λόγου της.
Με το μοναδικό λόγο ανακοπής, ο ανακόπτων ισχυρίζεται ότι η
καθ' ης η αίτηση έσπευσε να του κοινοποιήσει την προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής
και την κάτω από το αντίγραφο εξ απογράφου αυτής επιταγή προς πληρωμή, ενώ
γνώριζε ότι ο ανακόπτων έχει αρχίσει τη διαδικασία εξωδικαστικού συμβιβασμού με
την εν λόγω τράπεζα και ότι πρόκειται να ασκήσει αίτηση υπαγωγής του στη
ρύθμιση του Ν.3869/2010, με τον τρόπο δε αυτό η καθ' ης η ανακοπή
καταστρατήγησε τις σχετικές διατάξεις του Ν.3869/2010, η δε συμπεριφορά της
αυτή συνιστά καταχρηστική άσκηση δικαιώματος κατά το άρθρο 281 του Α. Κ. Όπως
δε διευκρίνισε με τις έγγραφες προτάσεις του που κατατέθηκαν στο ακροατήριο
κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, με την άσκηση της με αριθ.κατάθ. 249/19.11.2012
αίτησης του (του άρθρου 4 παρ.1 του Ν. 3869/2010) ενώπιον του αρμόδιου
Ειρηνοδικείου
2 ° φύλλο
της με αριθμό 49/2014 απόφασης του Ειρηνοδικείου Αθηνών
(ειδικές διατάξεις για τις μικροδιαφορές)
, του χορηγήθηκε η
249/2012 προσωρινή διαταγή της Ειρηνοδίκη Δράμας, με την οποία αναστέλλεται
κάθε καταδιωκτικό μέτρο και κάθε πράξη εκτέλεσης κατ' αυτού, μέχρι την έκδοση
απόφασης επί της εν λόγω αίτησης του, για την οποία προσδιορίστηκε δικάσιμος η
14.2.2014. Ο ανωτέρω λόγος ανακοπής είναι μη νόμιμος και πρέπει να απορριφθεί.
Τούτο δε καθόσον οι ενέργειες της καθ' ης τραπεζικής εταιρείας ως δανείστριας
να προβεί στην έκδοση και επίδοση της προσβληθείσας διαταγής πληρωμής για την
ικανοποίηση της απαίτησης της κατά του ανακόπτοντα οφειλέτη, που απορρέει από
τη συναφθείσα μεταξύ τους σύμβαση πιστωτικής κάρτας, δεν απαγορεύονται από
καμία διάταξη του Ν. 3869/2010, εφόσον αυτές έχουν λάβει χώρα στο χρονικό
σημείο από την υποβολή της αίτησης εξωδικαστικού συμβιβασμού μέχρι την κατάθεση της
αίτησης ρύθμισης οφειλών από τον οφειλέτη. Στην προκείμενη περίπτωση, όπως και
ο ίδιος αναφέρει στην ανακοπή, ο ανακόπτων στις 27.3.2012 κατέθεσε προς την
καθ' ης, αίτηση χορήγησης αναλυτικής κατάστασης οφειλών και την ίδια ημέρα του
χορηγήθηκαν οι με την ίδια ημεροχρονολογία αναλυτικές καταστάσεις οφειλών για
τις τρεις συνολικά οφειλές του προς αυτήν, ήτοι για δύο συμβάσεις στεγαστικού
δανείου και για την (επίδικη) σύμβαση χορήγησης πιστωτικής κάρτας. Στις δε
31.7.2012 υπέβαλε ενώπιον της καθ' ης αίτηση εξωδικαστικού συμβιβασμού σύμφωνα
με το άρθρο 2 παρ.1 Ν. 3869/2010, η δε καθ' ης με την από 20.9.2012 έγγραφη
επιστολή της γνωστοποίησε σε αυτόν τη διαφωνία της με το προτεινόμενο σχέδιο
διακανονισμού των οφειλών του και η προσπάθεια επίτευξης εξωδικαστικού
συμβιβασμού απέτυχε, όπως προκύπτει από την από 30.10.2012 σχετική βεβαίωση
αποτυχίας. Η καθ' ης ήδη στις 2.8.2012 είχε ασκήσει ενώπιον του Ειρηνοδικείου
Αθηνών την αίτηση για την έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής, η οποία
εκδόθηκε την ίδια ημέρα και επιδόθηκε στον ανακόπτοντα στις 9.11.2012, όπως
προαναφέρθηκε. Η συμπεριφορά της καθ' ης (δηλαδή η αίτηση εκ μέρους της για
έκδοση διαταγής πληρωμής κατά του οφειλέτη της- ανακόπτοντος, αφενός μετά την
υποβολή εκ μέρους του αίτησης εξωδικαστικού συμβιβασμού καιαφετέρου μετά την
παρέλευση έτους από την καταγγελία της επίδικης σύμβασης εκ μέρους της) δε
συνιστά κατάχρηση του προς ικανοποίηση ουσιαστικού δικαιώματος αυτής, κατά το
άρθρο 281, καθόσον η επί μακρό χρόνο αδράνεια για την άσκηση δικαιώματος δεν
καθιστά καταχρηστική την άσκηση του, άλλωστε δεν γίνεται εττίκληση και έτερων
περιστατικών, βάσει των οποίων θα μπορούσε να δικαιολογηθεί υπέρβαση των ορίων
που επιβάλλουν η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός και οικονομικός
σκοπός του δικαιώματος. Ο ανακόπτων από 19.11.2012 (δηλαδή μετά την ως άνω
επίδοση σ' αυτόν της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής) προέβη στην κατάθεση της
αίτησης του άρθρου 4 παρ. 1 του Ν. 3869/2010 ενώπιον του Ειρηνοδικείου Δράμας
(αρ.έκθ.κατάθ. 249/19.11.2012) και ορίστηκε δικάσιμος για τη συζήτηση της η
14.2.1014, όπως δε αναφέρεται για πρώτη φορά στις προτάσεις του ανακόπτοντος,
ως απλός ισχυρισμός και όχι ως λόγος της ανακοπής, ύστερα από αίτηση του του
χορηγήθηκε η 249/19.11.2012 προσωρινή διαταγή με την οποία αναστέλλεται κάθε
καταδιωκτικό μέτρο εναντίον του και κάθε πράξη εκτέλεσης κατά της τυχόν κινητής
και ακίνητης περιουσίας του μέχρι την έκδοση απόφασης επί της ως άνω αίτησης
του άρθρου 4 παρ. 1 του ως άνω νόμου. Μετά, συνεπώς, τη χορήγηση της ανωτέρω
προσωρινής διαταγής, δεν είναι ούτως ή άλλως δυνατή η συνέχιση της αναγκαστικής
εκτέλεσης βάσει της από 22.10.2012 επιταγής προς εκτέλεση, η οποία (επιταγή
προς εκτέλεση) ωστόσο είναι απόλυτα έγκυρη, διότι, κατά το χρόνο σύνταξης και επίδοσης
αυτής από την καθ' ης προς τον ανακόπτοντα, δεν του είχε χορηγηθεί ακόμα η
ανωτέρω προσωρινή διαταγή. Τούτο δε καθόσον η αναστολή της λήψης ατομικών
καταδιωκτικών μέτρων σε βάρος της περιουσίας του ανακόπτοντος, σε καμία
περίπτωση δεν επιφέρει ακυρότητα της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής ή της
επιταγής προς εκτέλεση κάτω από το αντίγραφο από το πρώτο εκτελεστό απόγραφο
αυτής, παρά αφορούν και ρυθμίζουν αποκλειστικά και μόνο τη δυνατότητα ή μη
αναγκαστικής εκτέλεσης. Επομένως, μετά και την κατά τα ανωτέρω απόρριψη του
μοναδικού λόγου της ανακοπής καθ όλα τα ανωτέρω τμήματα του, ως νόμω αβάσιμου,
πρέπει να απορριφθεί στο σύνολο της η κρινόμενη ανακοπή, να επικυρωθεί δε η
ανακοπτόμενη με αριθμό 56233/2012 διαταγή πληρωμής της Δικαστή του Ειρηνοδικείου
Αθηνών και να καταδικαστεί ο ανακόπτων, λόγω της ήττας του, στην πληρωμή των
δικαστικών εξόδων της καθ' ης η
3° φύλλο της με αριθμό 49/2014 απόφασης του Ειρηνοδικείου Αθηνών
(ειδικές διατάξεις για τις μικροδιαφορές)
ανακοπή, κατά το σχετικό
νόμιμο αίτημα της (άρθρα 176, 189 παρ.1 και 191 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ), κατά τα
ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Απορρίπτει την ανακοπή.
Επικυρώνει τη με αριθμό 56233/2012 διαταγή πληρωμής της
Δικαστή του Ειρηνοδικείου Αθηνών.
Καταδικάζει τον ανακόπτοντα να πληρώσει τα δικαστικά έξοδα
της καθ' ης η ανακοπή, τα οποία ορίζει στο ποσό των εκατόν είκοσι (120) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια
συνεδρίαση στο ακροατήριο του.
Αθήνα, 15 Ιανουαρίου 2014.