Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αστικό Δίκαιο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αστικό Δίκαιο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 31 Ιουλίου 2013

ΕΞΑΛΕΙΨΗ ΠΡΟΣΗΜΕΙΩΣΗΣ ΥΠΟΘΗΚΗΣ ΛΟΓΩ ΑΚΥΡΩΣΗΣ ΔΙΑΤΑΓΗΣ ΠΛΗΡΩΜΗΣ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΑΣΚΗΣΗ ΑΝΑΚΟΠΗΣ ΒΑΣΗ ΤΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ Ν. 3816/2010 - Απόφαση 201/2013 Μον. Πρωτ. Ροδόπης - διαδικασία ασφ. μέτρων


Δυνάμει της υπ' αριθμ. 201/2013 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ροδόπης,  η οποία εκδόθηκε κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, αντιμωλία των διαδίκων, διετάχθη  η εξάλειψη προσημείωσης υποθήκης η οποία είχε εγγραφεί δυνάμει διαταγής πληρωμής από πιστώτρια τράπεζα κατά του ακινήτου της πρώτης κατοικίας ζευγαριού συνοφειλετών. 
Αφού ασκήθηκε ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής με βάση της διατάξεις του Ν. 3816/2010, η οποία έγινε δεκτή αμετακλήτως, έγινε δεκτή η αίτηση των συνοφειλετών για εξάλειψη της προσημείωσης η οποία ενεγράφη δυνάμει ακύρου τίτλου.
     Η απόφαση έχει ως εξής :



ΑΠΟΦΑΣΗ 201/2013
(Αριθμός εκθ. καταθέσεως αιτήσεως: Ασφ.145/21.05.2013)
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΡΟΔΟΠΗΣ
 ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ
             ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από την Πρόεδρο Πρωτοδικών Ευγενία Κωνσταντινίδου.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του την 3η Ιουλίου 2013, χωρίς τη σύμπραξη γραμματέα, για να δικάσει την αίτηση με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως Ασφ.145/21.05.2013 και με αντικείμενο την ανάκληση αποφάσεως εγγραφής προσημειώσεως υποθήκης, μεταξύ:
        ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ: 1) Χ Π του Π και 2) Δ Σ, συζύγου Χ Π, αμφοτέρων κατοίκων Κομοτηνής (οδός Γ. …………..), οι οποίοι παραστάθηκαν δια της πληρεξούσιας Δικηγόρου του Δ.Σ. Ροδόπης Ιουλίας Μυλωνά, η οποία κατέθεσε σημείωμα.
ΤΗΣ ΚΑΘ' ΗΣ Η ΑΙΤΗΣΗ: Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ …… ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και τον διακριτικό τίτλο «…………….», που εδρεύει στην Αθήνα (οδός ……) και εκπροσωπείται νόμιμα, όπως η επωνυμία αυτής τροποποιήθηκε από ………… δυνάμει της από 29.06.2012 αποφάσεως της Τακτικής Γενικής Συνελεύσεως της Τραπέζης, η οποία εγκρίθηκε με την υπ' αρ. Κ2-5558/2-8-2012 απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και με την ιδιότητα της ως καθολικής διαδόχου της Τράπεζας με την επωνυμία «……. Α.Ε.», λόγω συγχωνεύσεως δι' απορροφήσεως της τελευταίας, την 7-9-2000, κατά τις διατάξεις των άρθρων 69 επ. του ΚΝ 2190/1920 και 16 Ν. 2515/1997 και της υπ' αρ. Κ2-11582/7-9-2000 εγκριτικής απόφασης του Υπουργείου Ανάπτυξης (ΦΕΚ8391/13-9-2000), η οποία δεν παραστάθηκε.
         ΚΑΤΑ τη συζήτηση της υποθέσεως και κατά την εκφώνηση της από τη σειρά του οικείου εκθέματος, η πληρεξούσια Δικηγόρος των αιτούντων ανέπτυξε προφορικά τους ισχυρισμούς της, τους οποίους αναλύει και στο έγγραφο σημείωμα της και ζήτησε να γίνουν δεκτοί.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από την υπ' αρ. 3799/04.06.2013 έκθεση επιδόσεως της Δικαστικής Επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών ΕΠ, που νόμιμα προσκομίζουν οι αιτούντες, προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση αιτήσεως, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, επιδόθηκε νομίμως και εμπροθέσμως στην καθ' ης, πλην όμως, αυτή δεν εμφανίστηκε ούτε εκπροσωπήθηκε ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, κατά την εκφώνηση της υποθέσεως από τη σειρά του οικείου εκθέματος και συνεπώς πρέπει να δικαστεί ερήμην, το Δικαστήριο, όμως, πρέπει να προχωρήσει στη συζήτηση της υποθέσεως σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι (άρθ. 686 §§2, 4 και 687 §1 Κ.Πολ.Δ.).
Κατά τη διάταξη του άρθρου 1330 ΑΚ για την εξάλειψη της προσημειώσεως, πλην των άλλων, ορίζεται ότι η προσημείωση εξαλείφεται... 2. αν προσαχθεί απόφαση που ανακαλεί την απόφαση που είχε διατάξει την εγγραφή της ή απόφαση που διατάζει την εξάλειψη της. Ως τέτοια απόφαση νοείται: α) απόφαση που ανακαλεί ή μεταρρυθμίζει την απόφαση η οποία διέταξε ως ασφαλιστικό μέτρο την εγγραφή προσημειώσεως. Αυτή είναι η απόφαση που επιφέρει και την απόσβεση της προσημειώσεως κατ' άρθρο 1323 ΑΚ, β) απόφαση που διατάζει την εξάλειψη της προσημειώσεως, η οποία είναι διαφορετική από την παραπάνω αναφερθείσα, διότι ενώ εκείνη ανακαλεί   ή   μεταρρυθμίζει   προηγούμενη   απόφαση   λ.χ.   γιατί
2° φύλλο της υττ' αρ. 201/2013 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ροδόπης (Ασφ.Μέτρα)
μεταβλήθηκαν οι συνθήκες ή παρέχεται εγγυοδοσία κλπ., αυτή διατάζει απλώς την εξάλειψη της προσημειώσεως. Αυτό συμβαίνει αα) όταν η προσημείωση έχει για κάποιο λόγο ήδη αποσβεστεί, λ.χ. εξοφλήθηκε η απαίτηση ή ο δανειστής παραιτήθηκε, ββ) όταν η προσημείωση είχε άκυρα εγγραφεί, γγ) όταν η προσημείωση είχε εγγραφεί με διαταγή πληρωμής, οπότε δεν υπάρχει προηγούμενη απόφαση που διέταξε την εγγραφή της, ώστε με νέα να ανακληθεί. Η διαδικασία εκδόσεως αυτής της αποφάσεως δεν ορίζεται ευθέως στο νόμο. Θα εφαρμοστούν, πάντως, και γι' αυτή οι ΚΠολΔ 696 επ.. Για τις παραπάνω περιπτώσεις αα' και ββ' η εφαρμογή των διατάξεων αυτών γίνεται αβίαστα, γιατί η προσημείωση, έστω και αν γράφτηκε άκυρα ή στο μεταξύ αποσβέστηκε, έγινε πάντως με δικαστική απόφαση των ασφαλιστικών μέτρων και με την ίδια διαδικασία αρμόζει να διαταχθεί η εξάλειψη της. Πιο προβληματική είναι η εξάλειψη της προσημειώσεως η οποία γράφτηκε με διαταγή πληρωμής. Πάντως, και εδώ πρόκειται για εξάλειψη της προσημειώσεως, η οποία, ανεξάρτητα από τον τρόπο που γράφτηκε, παραμένει ασφαλιστικό μέτρο, άρα και η εξάλειψη της πρέπει να διαταχθεί μ' αυτές τις διατάξεις. Περαιτέρω, κατ' άρθρο 698 ΚΠολΔ, η απόφαση που διέταξε ασφαλιστικό μέτρο ανακαλείται υποχρεωτικά, ολικά ή εν μέρει, μόνο για τους λόγους που αναφέρονται περιοριστικά στην παρ. 1 αυτού, μεταξύ των οποίων υπάγεται και η έκδοση οριστικής αποφάσεως στη δίκη για την κύρια απαίτηση κατ' εκείνου που ζήτησε το ασφαλιστικό μέτρο, η οποία έγινε τελεσίδικη. Τέτοια απόφαση, κατά την έννοια της ανωτέρω διατάξεως, αποτελεί προφανώς και η απόφαση που δέχεται την ανακοπή του οφειλέτη και ακυρώνει την διαταγή πληρωμής για λόγους ουσιαστικούς, δηλαδή τέτοιους που αναφέρονται στην ύπαρξη της απαιτήσεως για την οποία εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής. Εξάλλου, κατά τα κρατούντα στη θεωρία και στη νομολογία, ανεξάρτητα από το ζήτημα της εφαρμογής ή μη της ΚΠολΔ 724 παρ. 2, για το οποίο υπάρχει διχογνωμία, η αίτηση για εξάλειψη προσημειώσεως που έχει εγγραφεί με βάση διαταγή πληρωμής εκδικάζεται από το εκδώσαν την διαταγή πληρωμής δικαστήριο, εφόσον βεβαίως συντρέχει προς τούτο λόγος, όπως η εξόφληση της απαιτήσεως, η ακύρωση της διαταγής πληρωμής κλπ. (ΜΠρΜεσ 210/1989 Δ 21.724, ΜΠρΑΘ 6529/1989 Δ 21.70, Π. Τζίφρα, Ασφ. Μέτρα, έκδ. Δ', σελ. 143, 150 επ.). Στην προκειμένη περίπτωση, με την κρινόμενη αίτηση τους οι αιτούντες ζητούν να διαταχθεί με δικαστική απόφαση η εξάλειψη της μη τραπείσας σε υποθήκη προσημειώσεως επί του περιγραφομένου σ' αυτήν ακινήτου, της. συγκυριότητας τους, για το λόγο ότι η εγγραφείσα προσημείωση υποθήκης, δυνάμει της υπ' αρ. 69/2010 διαταγής πληρωμής του Δικαστή αυτού του Δικαστηρίου, μετά την άσκηση κατά της τελευταίας ανακοπής, στερείται νομίμου τίτλου, δοθέντος ότι η διαταγή πληρωμής ακυρώθηκε με την υπ' αρ. 88/2011 ήδη αμετάκλητη απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία δεχόμενο την ανακοπή κατ' ουσίαν. Με τέτοιο περιεχόμενο και αίτημα η αίτηση αρμοδίως και παραδεκτώς εισάγεται προς συζήτηση από τους έχοντες πρόδηλο έννομο συμφέρον αιτούντες, ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, κατά την διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 686 επ. ΚΠολΔ) και είναι νόμιμη, ως στηριζόμενη αναλογικώς στις διατάξεις των άρθρων 702 παρ. 1, 724 παρ. 2, 68 ΚΠολΔ και 1330 ΑΚ, όπως το τελευταίο ισχύει μετά την αντικατάσταση του από το άρθρο 56 §§2-3 του ΕισΝΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική βασιμότητα της.
    Από την εκτίμηση όλων, ανεξαιρέτως, των εγγράφων που προσκομίζουν οι αιτούντες πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της υπ' αρ. 69/2010 διαταγής πληρωμής του Δικαστή αυτού του Δικαστηρίου, η οποία κοινοποιήθηκε στους αιτούντες την 14.4.2010, ενεγράφη προσημείωση υποθήκης για το ποσό των 13.817,43.-€, με αριθμό καταχώρησης  1288/15.04.2010,  στα Κτηματολογικά φύλλα του
3° φύλλο της υττ' αρ. 201/2013 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ροδόπης (Ασφ.Μέτρα)
Κτηματολογικού Γραφείου Κομοτηνής, υπέρ της καθ' ης και προς εξασφάλιση απαιτήσεως της, απορρέουσας από την υπ' αρ. 1231/2000 σύμβαση παροχής πιστώσεως επ' ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό καθώς και των προσθέτων πράξεων τροποποιήσεως των όρων της, σε βάρος του κατωτέρω περιγραφόμενου ακινήτου, της συγκυριότητας του πρώτου αιτούντος, πιστούχου, και της δεύτερης αιτούσας, εγγυήτριας, ήτοι: επί του υπ' αριθ. ένα (1) διαμερίσματος του τρίτου (Γ) ορόφου οικοδομής κειμένης εντός του ρυμοτομικού σχεδίου της πόλης της Κομοτηνής του Δήμου Κομοτηνής,………………………………………………………Ακολούθως, το παρόν Δικαστήριο, με την υπ' αρ. 88/2011 απόφαση του, εκδοθείσα κατά την τακτική διαδικασία, δέχθηκε ως βάσιμη κατ' ουσίαν την ασκηθείσα ανακοπή των αιτούντων και ακύρωσε την προσβληθείσα ως άνω διαταγή πληρωμής. Η εν λόγω απόφαση κατέστη αμετάκλητη (βλ. την υπ' αρ. 2478/30.12.2011 έκθεση επιδόσεως της αποφάσεως στην καθ' ης η αίτηση, της Δικαστικής Επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών Ε Π και το υπ' αρ. 2950/01.07.2013 πιστοποιητικό της γραμματέως του Πρωτοδικείου Ροδόπης). Επομένως, η εγγραφείσα προσημείωση υποθήκης, η οποία δεν τράπηκε σε υποθήκη, στερείται πλέον νομίμου τίτλου και οι αιτούντες έχουν έννομο συμφέρον να ζητούν την εξάλειψη της, η ύπαρξη της οποίας επηρεάζει αρνητικά την διαδικασία υπαγωγής τους στις διατάξεις του Ν. 3869/2010 για ρύθμιση των οφειλών τους (υπερχρεωμένα νοικοκυριά), μεταξύ των άλλων και προς την καθ' ης, επί της οποίας ήδη εκδόθηκαν οι υπ' αρ. 26 και 27/2012 αποφάσεις του Ειρηνοδικείου Κομοτηνής και εκκρεμεί η έκδοση αντιστοίχων αποφάσεων επί των εφέσεων που άσκησαν οι ίδιοι κατ' αυτών. Κατ' ακολουθία των άνω πιθανολογημένων, εφόσον η διαταγή πληρωμής ακυρώθηκε για λόγους ουσιαστικούς με δικαστική απόφαση που έχει γίνει αμετάκλητη, θα πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση ως βάσιμη και από ουσιαστική άποψη και να διαταχθεί η εξάλειψη της εγγραφείσας, βάσει αυτής, προσημειώσεως υποθήκης. Δικαστικά έξοδα υπέρ των αιτούντων δεν θα καθοριστούν κατ' ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 178 §3 του Κώδικα περί Δικηγόρων (βλ. Π. Τζίφρα, Ασφαλιστικά Μέτρα, έκδ. Δ', §5, σελ. 142).
4° φύλλο της υπ' αρ. 201/2013 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ροδόπης (Ασφ.Μέτρα)
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της καθ' ης η αίτηση.
 ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εξάλειψη από τα Κτηματολογικά Φύλλα του Κτηματολογικού Γραφείου Κομοτηνής, της καταχωρηθείσης σ' αυτά, με αριθμό 1288/15.04.2010, προσημειώσεως υποθήκης υπέρ της καθ' ης η αίτηση και σε βάρος του κάτωθι ακινήτου, που ενεγράφη δυνάμει της υπ' αρ. 69/2010 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ροδόπης, ήτοι: ……………………………………
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του, σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση, στην Κομοτηνή, την 29.07.2013, με την παρουσία και της Γραμματέως ΣΝ.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ



Σάββατο 15 Ιουνίου 2013

Άρθρο 388 ΑΚ και μείωση μισθώματος εμπορικής μίσθωσης

Με αφορμή την πρόσφατη νομολογία για την αναπροσαρμογή του μισθώματος σε εμπορικές μισθώσεις με επίκληση του άρθρου 388 ΑΚ, θα κάνουμε μια μικρή αναφορά στην προβληματική του θέματος που ανέκαθεν μεν προβλεπόταν, παρουσίασε δε άνθιση κατά την περίοδο της κρίσης .
Η διάταξη του άρθρου 388 ΑΚ ορίζει ότι «Αν τα περιστατικά στα οποία κυρίως, ενόψει της καλής πίστης και  των συναλλακτικών  ηθών, τα  μέρη  στήριξαν  τη  σύναψη  αμφοτεροβαρούς σύμβασης, μεταβλήθηκαν  ύστερα, από  λόγους που  ήταν  έκτακτοι και δεν μπορούσαν να  προβλεφθούν, και από  τη  μεταβολή  αυτή  η  παροχή  του οφειλέτη, ενόψει   και της αντιπαροχής, έγινε  υπέρμετρα  επαχθής, το δικαστήριο μπορεί κατά την κρίση του με αίτηση  του  οφειλέτη  να  την αναγάγει  στο μέτρο που αρμόζει και να αποφασίσει τη λύση της σύμβασης εξολοκλήρου ή κατά το μέρος που δεν εκτελέστηκε ακόμη. Το δε άρθρο 7 παρ. 4 του ΠΔ 34/1995 ορίζει ότι «σε κάθε περίπτωση μπορεί να ζητηθεί αναπροσαρμογή του μισθώματος με τη συνδρομή του άρθρου 388 ΑΚ». Κατά τη σαφή έννοια της διάταξης αυτής, οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες παρέχεται στον έναν από τους συμβαλλομένους σε αμφοτεροβαρή σύμβαση το διαπλαστικό δικαίωμα να ζητήσει από το δικαστήριο την αναγωγή της οφειλόμενης παροχής στο μέτρο που αρμόζει, ή και τη λύση ολόκληρης της σύμβασης εφόσον η τελευταία δεν έχει ακόμη εκτελεστεί είναι: α) μεταβολή των περιστατικών, στα οποία κυρίως, ενόψει της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών, τα μέρη στήριξαν τη σύναψη της αμφοτεροβαρούς σύμβασης, β) η μεταβολή πρέπει να είναι μεταγενέστερη της κατάρτισης της σύμβασης και να οφείλεται σε λόγους που ήταν έκτακτοι και δεν μπορούσαν να προβλεφθούν, γ) από την μεταβολή αυτή η παροχή του οφειλέτη ενόψει και της αντιπαροχής να καθίσταται υπέρμετρα επαχθής. Έκτακτα και απρόβλεπτα περιστατικά κατά την έννοια της άνω διάταξης είναι αυτά που δεν επέρχονται κατά την κανονική πορεία των πραγμάτων και προκαλούνται από ασυνήθιστα γεγονότα, φυσικά, πολιτικά, κοινωνικά, οικονομικά κλπ. Η γενική οικονομική κρίση, η επιβολή μέτρων λιτότητας και γενικώς δημοσιονομικών και φορολογικών μέτρων, που συνεπάγονται μείωση της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών και συνακόλουθα της εμπορικής κίνησης των καταστημάτων δεν αποτελούν γεγονότα έκτακτα και απρόβλεπτα, ιδίως στην ελληνική οικονομία, στην οποία είναι από μακρόν συνεχείς οι διακυμάνσεις της σταθερότητας, ιδίως κάτω από τις σημερινές κρατούσες συνθήκες ρευστότητας και της διεθνούς οικονομίας (ΑΠ 1171/200 ΤΝΠ Νόμος, ΕφΑΘ 7313/2006, ΕλΜνη 2006. 295, ΕφΑΘ 3627/1997, ΑρχΝ 1998. 602, Χαραλ. Παπαδάκη, Σύστημα Εμπορικών Μισθώσεων, τομ. 1ος, έκδ.3η, αρ. 2560 – 2577, ΜΠρΣπ 10/2013).

Η εφαρμογή της ανωτέρω διάταξης παρέχει στο δικαστή τη δυνατότητα, όταν λόγω συνδρομής ειδικών συνθηκών η εμμονή στην εκπλήρωση της παροχής είναι αντίθετη προς την ευθύτητα και την εντιμότητα που επιβάλλονται στις συναλλαγές, να την επεκτείνει ή να την περιορίζει, με βάση αντικειμενικά κριτήρια, κατά τις αντιλήψεις που επικρατούν στις συναλλαγές, στο επίπεδο εκείνο το οποίο ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της συναλλακτικής πίστης παρά την ανάγκη κατοχύρωσης της ασφάλειας των συναλλαγών, η οποία λαμβάνεται πάντοτε υπόψη και συνεκτιμάται (ΟλΑΠ 9/1997 ΝοΒ 1998. 38). Έτσι, αν συντρέχουν οι παραπάνω προϋποθέσεις, ο δικαστής έχει τη δυνατότητα να αναπροσαρμόσει το μίσθωμα στο επίπεδο εκείνο που αίρει τη δυσαναλογία των εκατέρωθεν παροχών και αποκαθιστά τη διαταραχθείσα καλή πίστη, ακόμα και στην περίπτωση που συμφωνήθηκε ποσοστιαία σταδιακή αναπροσαρμογή του μισθώματος. Η αναπροσαρμογή δεν γίνεται στο ύψος του «ελεύθερου» μισθώματος, αλλά στο επίπεδο εκείνο με το οποίο αίρεται η δυσαναλογία σε όση έκταση και όποιο μέτρο, επιβάλλουν οι αρχές της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών, χωρίς τυπικό μαθηματικό υπολογισμό. Μεταβολή των συνθηκών με την έννοια του άρθρου 288 ΑΚ μπορεί να αποτελέσουν η σημαντική αύξηση ή ουσιώδης μείωση της μισθωτικής αξίας του μισθίου, η σημαντική αύξηση ή μείωση του τιμαρίθμου, η υποτίμηση του νομίσματος, η από διάφορους λόγους αυξομείωση της ζήτησης των ακινήτων και άλλοι λόγοι, με δεδομένο ότι οι περιπτώσεις στις οποίες χωρεί αναπροσαρμογή μισθώματος κατά τη διάταξη αυτή δεν είναι δυνατό, όπως είναι φυσικό, να προβλεφθούν λεπτομερώς, αφού κάθε φορά η κρίση εξαρτάται από συγκεκριμένες συντρέχουσες συνθήκες.

Το δικαίωμα αναπροσαρμογής του μισθώματος είναι διαπλαστικό, παρέχει δηλαδή τη δυνατότητα να επιδιωχθεί με αγωγή η διάπλαση για το μέλλον της έννομης σχέσης της μίσθωσης, μεταβαλλόμενης αυτής ως προς το ύψος του μισθώματος από την άσκηση της αγωγής.
Το δικαστήριο οφείλει πρώτα να ερμηνεύσει αν μεταξύ του οφειλόμενου, κατά το σύστημα της αντικειμενικής ή συμβατικής αναπροσαρμογής, μισθώματος και εκείνου του «ελεύθερου» υπάρχει διαφορά τόσο σημαντική, ώστε να επιβάλλεται κατά τις αρχές της καλής πίστης, αφού ληφθούν υπόψη και τα συναλλακτικά ήθη, η αναπροσαρμογή του πρώτου (οφειλόμενου) και ύστερα, αν διαπιστώσει τέτοια διαφορά, να αναπροσαρμόσει το ίδιο αυτό μίσθωμα στο επίπεδο εκείνο το οποίο αίρει την δυσαναλογία και αποκαθιστά τη διαταραχθείσα καλή πίστη (ΑΠ 1487/2005 ΕλΔνη 2006. 170 = ΝοΒ 2006. 394).

Με τις ανωτέρω διατάξεις δίνεται η δυνατότητα στους οφειλέτες – συμβαλλόμενους που διαπιστώνουν ότι λόγω των έκτακτων και απρόβλεπτων  οικονομικών συνθηκών δεν δύνανται να ανταπεξέλθουν στην εκπλήρωση των συμβατικών υποχρεώσεών τους,  ούτε όμως και επιθυμούν τη λύση της σύμβασης, να προσφύγουν στα αστικά Δικαστήρια προκειμένου να επιτύχουν μείωση του οφειλόμενου τιμήματος. Θα πρέπει όμως να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στο δικόγραφο , το οποίο θα πρέπει αναφέρει κατά τρόπο συγκεκριμένο τους παράγοντες που οδήγησαν στην οικονομική αποδυνάμωση του αιτούντος – ενάγοντος , για παράδειγμα τη σημαντική μείωση του τιμαρίθμου κα του ατομικού εισοδήματος, τη μη ζήτηση καταστημάτων για μίσθωση που έχει ως συνέπεια τη σημαντική μείωση της μισθωτικής αξίας του μισθίου ακινήτου, τη ζημία του μισθωτή και τέλος τη μισθωτική αξία όμορων και ομοειδών καταστημάτων.
  Ενδεικτική νομολογία :
 10/2013 και 12/2013 ΜΠρΣπαρτ, 11/2013 ΜΠρΣυρ, MΠΡΑΘ 432/2012,  ΜΠΡΑΘ 944/2011, ΑΠ 850/2010

Πέμπτη 16 Μαΐου 2013

Δικαίωση εργαζόμενης και στην κατ' έφεση δίκη (απόφαση 33/2013 Μονομ. Εφ. Θράκης- πολιτικό)

     Με την υπ' αριθμ. 14/2012 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ροδόπης - διαδικασία εργατικών διαφορών (έχει αναρτηθεί παλαιότερα στο blog) , είχε δικαιωθεί εργαζόμενη που προσέφυγε στη δικαιοσύνη, κατά της εργοδότριάς της,  για την μη καταβολή δεδουλευμένων . Χαρακτηριστικό της απόφασης ήταν ότι η εργαζόμενη δικαιώθηκε παρόλο που υπέγραφε αποδείξεις εξόφλησης για ποσά τα οποία στην πραγματικότητα δεν ελάμβανε . Η εργοδότρια άσκησε έφεση στο Μονομελές Εφετείο Θράκης, το οποίο με την υπ' αριθμ. 33/2013 απόφασή του , δικαίωσε εκ νέου την εργαζόμενη , επιδικάζοντάς της τα ίδια ποσά , μεταβάλλοντας , ορθά, την πρωτόδικη απόφαση μόνο ως προς το νομιμότοκο της παράνομης υπερωρίας , το οποίο άρχεται από την επίδοση της αγωγής διότι δεν υφίσταται εν προκειμένω σχετική συμβατική δήλη ημέρα. 

       Παρατίθεται το διατακτικό της απόφασης :

ΑΡΙΘΜΟΣ 33/2013
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΘΡΑΚΗΣ 

(............)

ΓΙΑ   ΤΟΥΣ   ΛΟΓΟΥΣ   ΑΥΤΟΥΣ
          Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων την από 10-4-2012 και με αριθ. καταθ. 20/12 έφεση της εκκαλούσας κατά της υπ' αριθ. 14/2012 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ροδόπης.
Δέχεται τυπικώς και κατ' ουσία την έφεση.
Εξαφανίζει την υπ' αριθ. 14/2012 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ροδόπης.
Κρατεί την υπόθεση.
Δικάζει επί της υπ' αριθ. καταθ. ΕΓ 54/10-5-2010 αγωγής.
Δέχεται αυτήν εν μέρει.
         Υποχρεώνει την εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα συνολικά είκοσι δύο χιλιάδες τετρακόσια είκοσι πέντε ευρώ και είκοσι τέσσερα λεπτά (22.425,24 €) με το νόμιμο τόκο ως εξής :
Ποσό επτά χιλιάδες τριακόσια τριάντα ένα ευρώ και ενενήντα επτά λεπτά ( € 7.331,97), νομιμοτόκως από την πρώτη ημέρα του επόμενου μήνα που κάθε επιμέρους κονδύλιο έπρεπε να καταβληθεί.
       Ποσό χίλια τετρακόσια δέκα οκτώ ευρώ και σαράντα λεπτά ( 1.418,40 €), νομιμοτόκως από την 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους 7ίου έπρεπε να είχαν καταβληθεί τα δώρα Χριστουγέννων , δηλαδή ποσό τριακόσια εξήντα επτά ευρώ ενενήντα έξι λεπτά (€ 367,96) και από την 1η Μαΐου κάθε έτους, εντός του οποίου έπρεπε να είχαν καταβληθεί τα δώρα Πάσχα, δηλαδή ποσό χιλίων πενήντα ευρώ και σαράντα τεσσάρων λεπτών (1.050,44€).
Ποσό πέντε χιλιάδες επτακόσια σαράντα ευρώ και έντεκα λεπτά (€ 5.740,11), νομιμοτόκως από τη λήξη του έτους που έπρεπε το κάθε επιμέρους ποσό να καταβληθεί και όλα τα ποσά μέχρι την εξόφληση.
Ποσό δύο χιλιάδες εννιακόσια ογδόντα ένα ευρώ και σαράντα λεπτά (€ 2.981,40), νομιμοτόκως από την πρώτη κάθε επόμενου μήνα, εντός του οποίου παρασχέθηκε η εργασία του Σαββάτου .
Ποσό εξακόσια πενήντα ευρώ και τριάντα λεπτά ( 650,30 €), νομιμότοκα από την επομένη της τελευταίας ημέρας εκάστου μηνός εντός του οποίου παρασχέθηκε υπερεργασία και
       Ποσό τεσσάρων χιλιάδων τριακοσίων τριών ευρώ και έξι λεπτών (€ 4.303,06 ), νομιμότοκα από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής.
Επιβάλλει σε βάρος της εναγομένης μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, και των δύο βαθμώνδικαιοδοσίας, το ύψος των οποίων ορίζει σε χίλια εκατόν πενήντα (1.150,00) ευρώ.
            Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στις 15 Απριλίου 2013.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                         Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ