Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2015

165/2015 ΜΠρΔράμας- Απόρριψη έφεσης ΤΠΔ κατά απόφασης υπαγωγής οφειλέτη στο ν. 3869/2010- υπάγονται στο νόμο και οι οφειλές από το ΤΠΔ


Η εν λόγω απόφαση αφορά σε υπόθεση που χειρίστηκε το γραφείο μας και έκρινε επί εφέσεως που άσκησε το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων κατά απόφασης οφειλέτη που υπήχθη στο ν. 3869/2010 με απόφαση του Ειρηνοδικείου Δράμας. Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο απέρριψε όλους τους λόγους έφεσης και επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση, κρίνοντας ότι υπάγονται στο ν. 3869/2010 και οι οφειλές από το ΤΠΔ , ενισχύοντας τη νομολογία που τάσσεται υπέρ αυτής της άποψης , η οποία είναι και η ορθότερη, δεδομένων των πρόσφατων αλλαγών στο νόμο , με τις οποίες υπήχθησαν πλέον στο πεδίο εφαρμογής του και οφειλές από το Δημόσιο , τους ΟΤΑ και τα ασφαλιστικά ταμεία. 





Αριθμός απόφασης

                             165/2015 

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΔΡΑΜΑΣ

Εκουσία Δικαιοδοσία
             ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τον Δικαστή ......, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από την Πρόεδρο του Πρωτοδικείου και με Γραμματέα τον .....

              ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του την 5η Μαΐου 2015, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
               ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ - ΚΑΘ' ΟΥ Η ΑΙΤΗΣΗ : Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «ΤΑΜΕΙΟ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΩΝ ΚΑΙ ΔΑΝΕΙΩΝ», που εδρεύει στην Αθήνα, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο παραστάθηκε διά του πληρεξουσίου του δικηγόρου …….. (Δ.Σ. Δράμας)
ΤΩΝ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) …….  Του ……., κατοίκου Δράμας 2) Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «Τράπεζα EUROBANK ΕΡΓΑΣΙΑΣ Α. Ε.», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα για απαιτήσεις της ιδίας και ως καθολική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΝΕΟ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΟ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ», της τελευταίας ως ειδικής διαδόχου της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΟ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Τ.Ε.», ειδικής διαδόχου της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «Τ Bank Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρία» ως η επωνυμία αυτή είχε προέλθει από την μετονομασία της πρώην ASPIS BANK ανώνυμη τραπεζική εταιρεία , από τους οποίους ο πρώτος παραστάθηκε μετά της πληρεξουσίας δικηγόρου του Ιουλίας Μυλωνά (ΔΣ Ροδόπης) και κατέθεσε προτάσεις και η δεύτερη παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας της δικηγόρου ΘΒ (ΔΣ Δράμας) .
Ο ΠΡΩΤΟΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΣ - ΑΙΤΩΝ κατέθεσε στο Ειρηνοδικείο Δράμας την με αριθμό κατάθεσης 249/19.11.2012 αίτηση του, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ' αριθ. 90/2014 απόφαση του ανωτέρω δικαστηρίου κατά την διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, το οποίο την έκανε δεκτή ως ουσία βάσιμη. Κατά της απόφασης αυτής  παραπονείται το εκκαλούν με την από 18-9-2014 και με αριθμό κατάθεσης 13540Μεφ310/2.10.2014 έφεση του, η συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε αρχικά για τις 13.1.2015 και μετ' αναβολή για την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.
          ΚΑΤΑ τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ

     Η κρινόμενη με αριθμό έκθ. κατάθεσης 13540Μεφ310/2.10.2014 έφεση του δευτέρου των καθ' ων η αίτηση και ήδη εκκαλούντος κατά της με αριθμό 90/2014 οριστικής απόφασης του Ειρηνοδικείου Δράμας, η οποία εκδόθηκε κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρα 741-781 ΚΠολΔ) επί της με αριθμό έκθ. κατάθεσης 6310/2012 αίτησης του αιτούντος και ήδη πρώτου εφεσίβλητου, έχει ασκηθεί νομότυπα (άρθρα 14 ν. 3869/2010, 495, 500, 511, 513, 516, 517, 518, 741, 761 και 17Α του ΚΠολΔ) και εμπρόθεσμα, εντός της προθεσμίας των τριών ετών από τη δημοσίευση της εκκαλούμενης απόφασης (άρθρο 518 παρ. 2 ΚΙΊολΔ), εφόσον από τα προσκομιζόμενα έγγραφα δεν προκύπτει ούτε οι διάδικοι επικαλούνται επίδοση αυτής (η εκκαλούμενη απόφαση δημοσιεύθηκε στις 26.3.2014 και η έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου στις 6.9.2014). Αρμοδίως εισάγεται ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου και πρέπει να γίνει δεκτή κατά το τυπικό της μέρος και να εξετασθεί στη συνέχεια για το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της κατά την ίδια διαδικασία, με την οποία εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση (533 παρ. 1 ΚΠολΔ), εφαρμοζόμενου του νόμου που ίσχυε κατά τη δημοσίευση της (άρθρα 14 ν. 3869/2010, 495, 516, 518 παρ. 1,533 παρ. 2 και 741 ΚΠολΔ), χωρίς να απαιτείται η κατάθεση παραβόλου έφεσης κατ άρθρο 495 παρ. 4 του ΚΠολΔ από το εκκαλούν ΝΠΔΔ με την επωνυμία «ΤΑΜΕΙΟ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΩΝ ΚΑΙ ΔΑΝΕΙΩΝ», το οποίο απολαμβάνει τα δικονομικά προνόμια του Ελληνικού Δημοσίου.
 Ο αιτών και ήδη πρώτος εφεσίβλητος με την υπ' αριθ. έκθ. κατάθεσης 249/19.11.2012 αίτηση του ενώπιον του Ειρηνοδικείου Δράμας, επικαλούμενος έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του προς τους πιστωτές του και συγκεκριμένα προς το εκκαλούν ΝΠΔΔ με την επωνυμία «ΤΑΜΕΙΟ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΩΝ ΚΑΙ ΔΑΝΕΙΩΝ», τη δεύτερη εφεσίβλητη, την ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΟ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Τ.Ε.», ειδική διάδοχο της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «Τ Bank Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρία» ως η επωνυμία αυτή είχε προέλθει από την μετονομασία της πρώην ASPIS BANK ανώνυμη τραπεζική εταιρία και την ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «ΝΕΟ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΟ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ», διάδοχος των οποίων τυγχάνει η δεύτερη εφεσίβλητη, ζήτησε τη ρύθμιση των χρεών του από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με βάση την περιουσιακή και οικογενειακή του κατάσταση με την εξαίρεση από τη ρευστοποίηση της περιγραφόμενης σ' αυτήν κύριας κατοικίας, ιδιοκτησίας του, σύμφωνα με το σχέδιο διευθέτησης που υπέβαλε, με σκοπό την απαλλαγή του απ αυτά. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την υπ' αριθμ. 90/2014 απόφαση του, που εκδόθηκε κατά τις διαδικασία της εκούσιας διαδικασίας* έκανε δεκτή την αίτηση ως ουσία βάσιμη, ρύθμισε τα χρέη του αιτούντος με μηνιαίες καταβολές επί πενταετία προς τους πιστωτές του, μεταξύ των οποίων και το εκκαλούν ΝΠΔΔ με μηνιαία προς αυτό καταβολή ποσού των 28,20 ευρώ, εξαίρεσε από την εκποίηση την κύρια κατοικία του αιτούντος, ήτοι ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου σε ένα διαμέρισμα του δευτέρου ορόφου πολυκατοικίας που βρίσκεται στη ........... και επέβαλε στον αιτούντα την υποχρέωση να καταβάλει στους μετέχοντες δανειστές για την διάσωση της κατοικίας του το συνολικό ποσό των 32.215,93 ευρώ με μηνιαίες καταβολές σε δεκαπέντε έτη. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται το εκκαλούν ΝΠΔΔ με την υπό κρίση έφεση του και υποστηρίζει ότι το Ειρηνοδικείο εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε εσφαλμένα τον νόμο και για τον λόγο αυτό ζητεί να γίνει δεκτή η έφεση του, να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση και να απορριφθεί η αίτηση ως προς το ίδιο.
Σύμφωνα με το άρθρο 62 του ν. 2214/1994 «Αντικειμενικό σύστημα φορολογίας εισοδήματος και άλλες διατάξεις» για την εξυπηρέτηση και ασφάλιση των τοκοχρεωλυτικών δανείων που χορηγούνται από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων για την απόκτηση πρώτης κατοικίας από δημοσίους υπαλλήλους, συνταξιούχους και λοιπούς διοικούμενους, κατά την κείμενη νομοθεσία, κάθε δανειζόμενος υποχρεούται να εκχωρήσει υπέρ του δανειστή: α) μέχρι τα 6/10 όλων γενικά των μηνιαίων τακτικών απολαβών του (μισθός, επιδόματα, αναλογία Δώρου Χριστουγέννων κλπ), β) μέχρι τα 6/10 της κύριας και επικουρικής σύνταξης του και όλων γενικό των μερισμάτων και άλλων παροχών, που λαμβάνουν γενικά από τα ασφαλιστικά τους ταμεία, γ) τα 3/4 από το εφάπαξ βοήθημα που χορηγείται σε αυτόν από οποιονδήποτε ασφαλιστικό φορέα ή από την οριζόμενη από την εργατική νομοθεσία αποζημίωση λόγω λύσης της εργασιακής σχέσης, ενώ οι ανωτέρω εκχωρήσεις είναι ισχυρές, καταργούμενης κάθε αντίθετης γενικής ή ειδικής ρύθμισης. Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 25 παρ. 6 του ν. 3867/2010, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων, ύστερα από αίτηση του υπόχρεου μπορούν να καθορίζονται όροι εξυπηρέτησης, επί μέρους συμφωνίες των δανειακών συμβάσεων και η διευθέτηση των τόκων υπερημερίας των μη κανονικά εξυπηρετούμενων οποιουδήποτε είδους δανειακών συμβάσεων, που έχει χορηγήσει το Ταμείο προς φυσικά πρόσωπα. Οι ανωτέρω ειδικές διατάξεις δεν αποκλείουν την εφαρμογή του Ν. 3869/2010 και για τις εκ δανείων οφειλές προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων. Ο νόμος αυτός δεν έχει καμία επιφύλαξη μη ισχύος του σε άλλες περιπτώσεις πλην των ρητώς αναφερομένων. Ούτε εξάλλου ο ειδικός τρόπος εξοφλήσεως των δανείων αυτών μέσω εκχωρήσεως ποσοστού από τον μισθό ή τη σύνταξη του δανειολήπτη δημοσίου υπαλλήλου παρέχει κανένα στήριγμα περί μη εφαρμογής του νόμου και επί των δανείων αυτών (βλ. Αθανασίου Κρητικού «Ρύθμιση των οφεΛών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων» - Ερμηνεία άρ, 1 του ν. 3869/2010 σελ. 70 αριθμ. 87 - 88, καθώς και υποσημείωση 86 στη σελ. 70). Οι διατάξεις του ν. 3869/2010 έχουν ως σκοπό την ελάφρυνση των δανειοληπτών από την υπερχρέωση μέσω της λήψης κάθε είδους δανείων, την αποκατάσταση της παραγωγικής τους δυνατότητας, η οποία υποσκάπτεται από το βάρος των χρεών τους και τον απεγκλωβισμό τους από την περιθωριοποίηση λόγω της υπερχρέωσης. Συνακόλουθα η αποδυνάμωση των ενοχικών δικαιωμάτων του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων (η οποία δεν συνιστά κατάργηση τους, καθόσον με τις ρυθμίσεις του Ν.3869/2010 τα εν λόγω πιστωτικά πιστωτικά ιδρύματα μπορούν να ικανοποιηθούν  σύμμετρα ή προνομιακά στην περίπτωση, που έχουν εμπράγματη εξασφάλιση σε σχέση με τους υπόλοιπους πιστωτές του οφειλέτη) επιβάλλεται από λόγους γενικότερου κοινωνικού συμφέροντος, ενώ η προνομιακή μεταχείριση του ανωτέρω έναντι των υπολοίπων πιστωτών (ανωνύμων τραπεζικών εταιριών) με βάση τις προαναφερόμενες διατάξεις νόμου δεν είναι ανεκτή δικαιοπολιτικά, διότι ο νομοθέτης με το νόμο για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα θέλησε να υπαχθούν στις ρυθμίσεις του οι χρηματικές οφειλές από δάνεια προς όλους τους πιστωτές (ιδιώτες και μη). Επιπροσθέτως στην περίπτωση που ο νομοθέτης ήθελε να εξαιρέσει από την εφαρμογή του νόμου αυτού τις οφειλές προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, που είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, θα το είχε πράξει ρητά. Επιχείρημα στην εν λόγω ερμηνεία αποτέλεσε κατά τη διάσταση που ανέκυψε στη νομολογία ότι ο νόμος (όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο δημοσίευσης της εκκαλουμένης απόφασης) είχε περιλάβει εξαιρέσεις από την εφαρμογή του νόμου, όπως στην περίπτωση των οφειλών από τέλη προς νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (άρθρο 1 παρ. 2 περ. β" του ν. 3869/2010), οι οποίες, όπως και οι λοιπές οφειλές της ίδιας διάταξης (διοικητικά πρόστιμα, χρηματικές ποινές, εισφορές προς οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης), εξαιρούνται από την ρύθμιση χρεών, διότι προέρχονται από την άσκηση δημόσιας εξουσίας ή από σχέσεις δημοσίου δικαίου, στις οποίες το φυσικό πρόσωπο έχει την ιδιότητα του διοικούμενου (οφειλές από φόρους και τέλη προς το Δημόσιο και τους ΟΤΑ,) και όχι του ιδιώτη - αντισυμβαλλόμενου (πιστούχου) κατά το άρθρο 361 ΑΚ, ενώ η ίδια διάταξη δεν διελάμβανε ρυθμίσεις για οφειλές από δάνεια, που χορηγήθηκαν από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων. Η ορθή αυτή ερμηνεία του Νόμου επιβεβαιώνεται από την εντελώς πρόσφατη επιλογή του Νομοθέτη να περιλάβει στο ρυθμιστικό πεδίο του εν λόγω νόμου (υπό προϋποθέσεις) ακόμη καί τις ανωτέρω οφειλές, που προέρχονται από την άσκηση δημόσιας εξουσίας ή από σχέσεις δημοσίου δικαίου με την τροποποίηση του άρ. 1 του 3869/2010 από τον νόμο 4336/2015. Επιπλέον η ερμηνευτική εξαίρεση των οφειλών προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων από τις διατάξεις του ν. 3860/2010 παραβιάζει την αρχή της ισότητας, που προβλέπεται στο άρθρο 4 του Συντάγματος, αφού αφενός μεν οι δανειολήπτες του Ταμείου θα στερούνταν αναιτιολόγητα τις ευνοϊκές διατάξεις του ν. 3869/2010 σε σχέση με τους δανειολήπτες των υπολοίπων πιστωτικών ιδρυμάτων, αφετέρου δε τα υπόλοιπα πιστωτικά ιδρύματα θα υποχρεούνταν να δέχονται τη μείωση των χρηματικών του απαιτήσεων τους μέσω της αναγκαστικής συμμετοχής τους στη διαδικασία του ν. 3869/2010 σε αντίθεση με το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, που θα διατηρούσε αλώβητες τις δικές του απαιτήσεις. Επιπροσθέτως από τη διάταξη του άρθρου 62 του ν. 2214/1994 περί εκχώρησης μέρους των τακτικών μηνιαίων απολαβών του δανειολήπτη στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων δεν προκύπτει ότι οι οφειλές αυτές δεν μπορούν να συμπεριληφθούν στη ρύθμιση του ν. 3869/2010 (βλ. Αθανασίου Κρητικού «Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων» - Ερμηνεία άρ. 1 του ν. 3869/2010 σελ. 70 αριθμ. 87 - 88, καθώς και υποσημείωση 86 στη σελ. 70), διότι η ανωτέρω διάταξη καθορίζει απλά τον τρόπο καταβολής της τοκοχρεολυτικής δόσης, η οποία γίνεται με νόμιμη εκχώρηση από τον οφειλέτη προς το Ταμείο ενός ποσοστού του μισθού ή της σύνταξης του. Η εν λόγω εκχώρηση θα εξακολουθεί να ισχύει παράλληλα με τη ρύθμιση του ν. 3869/2010 και απλώς θα μεταβάλλεται το ποσοστό του μισθού που θα παρακρατείται, το οποίο προφανώς θα βρίσκεται εντός του νόμιμου ποσοστού των 6/10, καθόσον ο οφειλέτης, ευρισκόμενος σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών του, ασφαλώς θα αιτείται τον καθορισμό ποσοστού μικρότερου των 6/10. .................Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως νομικά αβάσιμος, διότι, από τις διατάξεις των άρθρων 1 § 1 και 4 § 1 του Ν.3869/2010, η ρύθμιση του άρθρου 25 παρ. 6 του ν. 3867/2010 δεν αποκλείει τη ρύθμιση διατάξεων του ν. 3869/2010, διότι με την πρώτη προβλέπεται μία ρύθμιση των απαιτήσεων του ταμείου με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου, ενώ η ρύθμιση του ν. 3869/2010 είναι απότοκος δικαστικής απόφασης (βλ. ΜονΠρωτΘεσ 3558/2015 Τ.Ν.Π. Νόμος, ΜονΠρωτΚορινθ. 60/2015 Τ.Ν.Π. Νόμος, ΜονΠρωτ Σύρου 13/2015, ΜονΠρΞανθ. 79/2014, αδημ. ΜονΠρΣερ. 437/2013, αδημ., ΜονΠρΠατρ. 555/2013, ΤΝΠ Νόμος, ΕψΘεσ. 6958/2011, ΤΝΠ Νόμος, Αθ. Κρητικό, Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων ό.π.). Με τον πρώτο λόγο της έφεσης του το εκκαλούν ΝΠΔΔ υποστηρίζει ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και δέχθηκε ότι οι απαιτήσεις του έναντι του αιτούντος υπάγονται στις διατάξεις του ν. 3869/2010, ενώ έπρεπε να απορρίψει την αίτηση ως μη νόμιμη και να δεχτεί ότι οι οφειλές του αιτούντος προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων εξαιρούνται από τη ρύθμιση και εφαρμογή του νόμου αυτού. Επιπλέον με τον δεύτερο λόγο της έφεσης του, κατά την δέουσα εκτίμηση του περιεχομένου του, το εκκαλούν υποστηρίζει ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τις διατάξεις των άρθρων 455, 460, 461 και 462 του ΑΚ, 62 του ν. 2214/1994 και 1 του ν. 3869/2010 και έκρινε ότι πρέπει να συμπεριληφθεί στο διαθέσιμο εισόδημα του αιτούντος και το ποσό των τακτικών μηνιαίων απολαβών του, που αυτός είχε εκχωρήσει στο Ταμείο, το οποίο με τον τρόπο αυτό είχε εξέλθει από την περιουσία του και δεν μπορεί να υπαχθεί στη ρύθμιση των διατάξεων του ν. 3869/2010. Ωστόσο, κατά τα διαλαμβανόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, στη ρύθμιση του ν.3869/2010 υπάγεται και η οφειλή του δανειολήπτη, πρώτου εφεσίβλητου, προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, η οποία δεν συμπεριλαμβάνεται στις εξαιρούμενες οφειλές του άρθρου 1 παρ. 2 του ν. 3869/2010, αφού από την ερμηνεία των διατάξεων που προαναφέρθηκαν, δεν προκύπτει κάποιος λόγος, για τον οποίο πρέπει να εξαιρεθεί η απαίτηση του Ταμείου από την υπαγωγή της στο ν.3869/2010. Επιπροσθέτως η εκχώρηση μέρους των τακτικών μηνιαίων απολαβών του οφειλέτη, πρώτου εφεσίβλητου, προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων δεν αποκλείει τη ρύθμιση του ν. 3869/2010. η οποία εξακολουθεί να ισχύει, αλλά απλά θα μεταβάλλεται το ποσοστό του μισθού του που θα παρακρατείται, το οποίο προφανώς θα βρίσκεται εντός του νομίμου ποσοστού των 6/10, καθόσον ο οφειλέτης, ευρισκόμενος σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών του, συμπεριλαμβανομένης και της εν λόγω οφειλής προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, θα αιτείται και σε περίπτωση ευόδωσης της αίτησης, θα καθορίζεται ποσοστό μικρότερο των 6/10 του μισθού του. Επομένως το ποσό, που έχει εκχωρήσει ο πρώτος εφεσίβλητος προς το Ταμείο, συμπεριλαμβάνεται στο διαθέσιμο εισόδημα του για την ικανοποίηση όλων των πιστωτών του. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που με την εκκαλούμενη απόφαση του έκρινε τα ίδια, ορθά το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και τα περί του εναντίου υποστηριζόμενα από το εκκαλούν ΝΠΔΔ με τους δύο λόγους της έφεσης του είναι αβάσιμα και απορριπτέα. Με πρόσθετο λόγο έφεσης, ο οποίος παραδεκτά ασκείται και με τις προτάσεις, διότι η υπόθεση δικάζεται κατά την εκούσια δικαιοδοσία (βλ. Σ. Σαμουήλ «Έφεση» σελ. 237 αριθμ. 581) το εκκαλούν ισχυρίζεται, ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τις διατάξεις του ν. 3869/2010 με το να δεχθεί την αίτηση του εκκαλούντος ως επαρκώς ορισμένη, παρά το γεγονός ότι σε αυτή δεν προσδιορίζονται ο τρόπος και οι ειδικότερες συνθήκες υπό τις οποίες περιήλθε ο πρώτος εφεσίβλητος σε μόνιμη αδυναμία πληρωμών και επειδή δεν προσδιορίζει ποια ήταν τα εισοδήματα του κατά τον χρόνο που ελάμβανε τα δάνεια. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως νομικά αβάσιμος, διότι, από τις διατάξεις των άρθρων 1 § 1 και 4 § 1 του Ν.3869/2010, προκύπτει ότι αυτός που αιτείται τη δικαστική ρύθμιση των οφειλών του, οφείλει αλλά και αρκεί, για το ορισμένο της αίτησης του να διαλάβει στο δικόγραφο αυτής τα κάτωθι στοιχεία: α) ότι δεν τυγχάνει έμπορος και ως εκ τούτου, δεν έχει πτωχευτική ικανότητα, β) ότι έχει περιέλθει σε μόνιμη και, κατά την ορθότερη άποψη, γενική -καθολική αδυναμία πληρωμής των ληξιφόθεσμων χρηματικών οφειλών του, γ) την κατάσταση της περιουσίας του και τα εισοδήματα του ίδιου και του συζύγου του, δ) κατάσταση των πιστωτών, τις οφειλές του προς τους οποίους επιθυμεί να ρυθμίσει, κατά κεφάλαιο τόκους και έξοδα και ε) σχέδιο διευθέτησης οφειλών, ενώ δεν απαιτείται να μνημονεύονται ο χρόνος, ο τρόπος και οι συνθήκες υπό τις οποίες περιήλθε σε αδυναμία πληρωμών ο οφειλέτης ή οι αιτίες, για ης οποίες δημιουργήθηκαν τα μη αντιμετωπίσιμα ήδη χρέη του αιτούντος ή τα αίτια, που τον ώθησαν στο δανεισμό και στην εν γένει δημιουργία των οφειλών, που επιθυμεί να ρυθμίσει, εναπόκειται δε στους καθ' ων η αίτηση πιστωτές του να επικαλεστούν και να αποδείξουν ότι η περιέλευση του αιτούντος σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμής έγινε δολίως (βλ. I. Βενιέρη - Θ. Κατσά, «Εφαρμογή του Ν. 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα», έκδ. 2η, σελ. 156, 163-164, 181-183, Κρητικό ό.π. σελ. 97, ΜΠρωτΛαμίας 100/2015 Τ.Ν.Π. Νόμος). Στην προκειμένη περίπτωση, η υποβληθείσα αίτηση του εκκαλούντος περιλαμβάνει το προαναφερθέν ελάχιστο εκ του νόμου περιεχόμενο και είναι επαρκώς ορισμένη, στο ίδιο δε συμπέρασμα κατέληξε και η εκκαλουμένη, η οποία επομένως δεν έσφαλε. Με τον δεύτερο πρόσθετο λόγο έφεσης, ο οποίος παραδεκτά κατά τα ανωτέρω ασκείται με τις προτάσεις, το εκκαλούν εκθέτει ότι το ίδιο ενήργησε προς όφελος του αιτούντα και συγκεκριμένα προς ικανοποίηση του μονομερούς αιτήματος του για δανειοδότηση. Ότι παρά ταύτα ο πρώτος εφεσίβλητος ενήργησε όλως καταχρηστικώς καταθέτοντας την υπό κρίση αίτηση του με πρόθεση να υπαχθεί στις διατάξεις του ν. 3689/2010 με απώτερο σκοπό την επιμήκυνση της αποπληρωμής του χρέους του προς το Ταμείο και τελικά ενός ελάχιστου ποσοστού έναντι των οφειλομένων, παρά το γεγονός ότι με τις διατάξεις του άρ. 25 Ν. 3867/2010 προβλέπεται ειδική διαδικασία διακανονισμού των οφειλών των δανειοδοτούμενων και ότι η συμπεριφορά του αυτή υπερβαίνει τα όρια της καλής πίστης, των χρηστών ηθών και του κοινωνικού και οικονομικού σκοπού του δικαιώματος με συνέπεια να μην καθίσταται ανεκτή κατά τις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου. Με τον εν λόγω ισχυρισμό το εκκαλούν επαναφέρει τον πρώτο λόγο εφέσεως περί μη υπαγωγής των χρεών από δάνεια του ΤΠ&Δ στις διατάξεις του Ν. 3869/2010 υπό τον μανδύα της καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος, ισχυρισμός ο οποίος σε κάθε περίπτωση τυγχάνει απορριπτέος ως μη νόμιμος, καθ' όσον τα επικαλούμενα για τη θεμελίωση του περιστατικά (ήτοι το γεγονός ότι ο πρώτος εφεσίβλητος επιλέγει την εφαρμογή της προβλεπόμενης στον Ν. 3869/2010 ρύθμισης αντί του προβλεπόμενου στο άρ. 25 Ν. 3867/2010 διακανονισμού) δεν καθιστά από μόνο του την άσκηση της επίδικης αξίωσης καταχρηστική και προφανώς υπερβαίνουσα τα τιθέμενα από τη διάταξη του άρθρ. 281 ΑΚ όρια. Κατ" ακολουθία των ανωτέρω, η έφεση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολο της ως ουσία αβάσιμη. Τέλος, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 8 παρ. 6 ν. 3869/2010, ορθά δεν επιβλήθηκαν δικαστικά έξοδα στον πρώτο βαθμό με την απόφαση που καθόρισε τις μηνιαίες καταβολές του αιτούντος. Ωστόσο, με την παρούσα απόφαση το εκκαλούν πρέπει να καταδικασθεί, λόγω της ήττας του, στα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας των εφεσίβλητων, κατόπιν αιτήματος τους, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας (άρθρα 176 και 183 του ΚΠολΔ).


 ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ\
     ΔΙΚΑΖΕΙ κατ' αντιμωλία των διαδίκων. 
    ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την έφεση.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ το εκκαλούν στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των εφεσίβλητων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει για κάθε εφεσίβλητο στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του, στη Δράμα, στις 21 Αυγούστου 2015, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.


 Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                           Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ 













Παρασκευή 9 Οκτωβρίου 2015

Ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής η οποία επιδόθηκε στην οφειλέτιδα μετά την αίτησή της για υπαγωγή στο Ν. 3869/2010- δεκτή η ανακοπή (ΜΠρΛαμ 11/2015)

      Με την εν λόγω απόφαση γίνεται δεκτή η ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής οφειλέτιδας στην οποία επιδόθηκε διαταγή πληρωμής με επιταγή μετά την κατάθεση και κοινοποίηση της αίτησης του άρθρου 4 του Ν. 3869/2010 (υπερχρεωμένα νοικοκυριά), σε χρονικό διάστημα δηλαδή κατά το οποίο ισχύει η αναστολή καταδιωκτικών μέτρων σε βάρος της οφειλέτιδας , σύμφωνα με το άρθρο 4§3 Ν. 3869/2010. 
      Η απόφαση αυτή παρουσιάζει ενδιαφέρον διότι ερμηνεύει ποιά ακριβώς καταδιωκτικά μέτρα απαγορεύονται από την κατάθεση της αίτησης του άρθρου 4 Ν. 3869/2010 και ποιά όχι , δεδομένου ότι υπάρχουν σήμερα αντικρουόμενες αποφάσεις για το κατά πόσο η έκδοση διαταγής πληρωμής από πλευράς πιστωτή , μετά την κατάθεση και επίδοση της αίτησης του Ν. 3869/2010 , εμπίπτει στην απαγορευτική διάταξη του άρθρου 4§3 του ιδίου νόμου . 

Μονομελές Πρωτοδικείο Λαμίας 
Αριθμ. αποφ. 11/2015
  .... Δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι με τη διάταξη του άρθρου 632§2 ΚΠολΔ καθιερώνεται ειδική διαδικασία , καθώς είναι σαφές οτι τα άρθρα στα οποία αυτό παραπέμπει ρυθμίζουν μόνο την προθεσμία για την κλήτευση και τη συζήτηση στο ακροατήριο , αφήνοντας αρρύθμιστα ζητήματα , όπως είναι η άσκηση των ενδίκων μέσων και η διαδικασία ενώπιον των δευτεροβάθμιων δικαστηρίων, η δυνατότητα άσκησης ανακοπής ερημοδικίας σε περίπτωση διαταγής πληρωμής που εκδόθηκε για απαίτηση από πιστωτικό τίτλο και η εγγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο σε περίπτωση απαίτησης από πιστωτικό τίτλο ή μισθώματα (ενδεικτικά , το άρθρο 632§2 του ΚΠολΔ δεν παραπέμπει στα άρθρα 642,644,648,652 επ. του ίδιου Κώδικα). Είναι σαφές ότι εάν ο νομοθέτης επιθυμούσε να θεσπίσει τέτοιου είδους μεταβολές, όπως η άσκηση ανακοπής ερημοδικίας σε υποθέσεις ανακοπών για απαιτήσεις από πιστωτικούς τίτλους ή η εγγραφή στο πινάκιο των ανακοπών κατά διαταγών πληρωμής που στηρίχθηκαν σε απαιτήσεις από πιστωτικούς τίτλους ή μισθώματα , θα το έκανε με ρητή αναφορά  στην αιτιολογική του έκθεση (η οποία είναι φανερό είναι φανερό ότι προσανατολίζεται στην επιτάχυνση των σχετικών δικών) και δεν θα το επεδίωκε σιωπηρά και με την δια παραλείψεως ειδικής ρύθμισης εφαρμογή των γενικών διατάξεων (Μπαλογιάννης σε Χ. Απαλαγάκη , ΚΠολΔ Ερμηνεία κατ' αρθρο , άρθρο 644, για το ότι η απαγόρευση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας στη διαδικασία των διαφορών από πιστωτικούς τίτλους επιβάλλεται από το σκοπό της εξυπηρέτησης της ταχύτητας στην τελεσίδικη περάτωση της αντιδικίας). Εν/όψει των ανωτέρω, η ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής εκδικάζεται κατά την τακτική διαδικασία, εκτός εάν η διαφορά από την απαίτηση για την οποία έχει εκδοθεί η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής δικάζεται σύμφωνα με ειδική διαδικασία , οπότε με τη διαδικασία αυτή θα εκδικαστεί και η ανακοπή , σε κάθε περίπτωση όμως με τις αποκλίσεις που εισάγουν οι διατάξεις των άρθρων 643και 591§1 περ. α ΚΠολΔ.
        Η σώρευση στο υπό κρίση δικόγραφο αφενός της ανακοπής του άρθρου 632§1 του ΚΠολΔ κατά της διαταγής πληρωμής και αφετέρου της ανακοπής του 933 ΚΠολΔ κατά της επιταγής προς εκτέλεση είναι παραδεκτή, σύμφωνα με το άρθρο 218 ΚΠολΔ , καθόσον και οι δύο ανακοπές υπάγονται στην αρμοδιλοτητα αυτού του δικαστηρίου και και δικάζονται κατά την ίδια (τακτική) διαδικασία , εφόσον η διαφορά από την απαίτηση για την οποία εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής της οποίας επιχειρείται η εκτέλεση δικάζεται κατά τη διαδικασία αυτή , ενώ η σύγχρονη εκδίκασή τους δεν επιφέρει κατά την κρίση του δικαστηρίου σύγχυση (ΕφΑθ 2497/1998 ΕλλΔνη 39.916)....
          Κατά τη διάταξη του άρθρου 4§3 του ν. 3869/2010 για τη ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων , με την κατάθεση της αίτησης προσδιορίζεται και η ημέρα επικύρωσης κατά την οποία είτε θα επικυρωθεί ο ενδεχόμενος προδικαστικός συμβιβασμός από τον Ειρηνοδίκη είτε θα συζητηθεί ενδεχόμενο αίτημα για την έκδοση προσωρινής διαταγής . η ημέρα επικύρωσης προσδιορίζεται υποχρεωτικώς δύο μήνες μετά την κατάθεση της αίτησης . Μέχρι την ημέρα επικύρωσης δεν επιτρέπεται η λήψη καταδιωκτικών μέτρων κατά του οφειλέτη , καθώς και η μεταβολή της πραγματικής και νομικής κατάστασης της περιουσίας του. Δεν εμπίπτει ωστόσο , στην ως άνω απαγόρευση (αναστολή καταδιωκτικών μέτρων) , όπως ισχύει και στην περίπτωση της πτώχευσης , η υποβολή αίτησης για την έκδοση διαταγής πληρωμής και η έκδοση αυτής καθ' εαυτής της διαταγής πληρωμής , καθόσον κατά την κρίση του δικαστηρίου , η αίτηση και η έκδοση διαταγής πληρωμής δεν αποτελούν επιθετικές πράξεις , όπως η έγερση αγωγής , αλλά απλά αποσκοπούν στην κτήση εκτελεστού τίτλου, ενώ επίσης τόσο αυτές όσο και η περιαφή του εκτελεστηρίου τύπου , δεν αποτελούν πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης αλλά προδικασία αυτής, ενώ αντιθέτως αποτελεί επιθετική πράξη η επίδοση της διαταγής πληρωμής αφού έχει λάβει τον εκτελεστήριο τύπο κατ' άρθρο 924 εδ. 1 (ΕφΘεσ 2230/2008 ΕπισκΕΔ 2009.160, ΠΠρΑθ 4630/1974 ΝοΒ23.778, ΜΠρΠειρ 1084/2011 ΔΕΕ 2011.572).   Υποστηρίζεται βεβαίως τόσο από τη θεωρία αλλά και τη νομολογία η άποψη ότι η αναστολή των ατομικών  καταδιωκτικών μέτρων καταλαμβάνει ακόμη και αυτή καθ' εαυτή την έκδοση διαταγής πληρωμής (ΠΠρΘεσ 20657/2011, ΜΠρΘεσ 15240/2011, ΜΠρΚοζ 1778/2009, ΜΠρΠατρ 3054/2010) , καθ' όσον με την επίδοση της σε δύο φάσεις και σύμφωνα με όσα διαλαμβάνονται στη διάταξη του άρθρου 632 αριθμ. 2 ΚΠολΔ , είναι δυνατό να δημιουργηθεί δεδικασμένο ως προς την απαίτηση.  Το επιχείρημα αυτό ωστόσο , της ως άνω άποψης, δεν αφορά αυτή καθ' εαυτή την έκδοση της διαταγής πληρωμής και την περιαφή του εκτελεστηρίου τύπου , αλλά εδράζεται στα αποτελέσματα από την (ενδεχόμενη) διπλή επίδοσή της , ήτοι αποτελεί επιχείρημα εκ του του αποτελέσματος και ουσιαστικά βάλλει κατά των επιδόσεων της διαταγής πληρωμής και όχι κατά της ίδιας (ΜΠρΘεσ 9050/2013).
    Με τον πρώτο λόγο της υπό κρίση ανακοπής κατά της διαταγής πληρωμής η ανακόπτουσα ισχυρίζεται οτι η καθ' ης άσκησε καταχρηστικά το δικαίωμα της να επιδιώξει την έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής για το λόγο οτι , σε χρόνο προγενέστερο της κατάθεσης της αίτησης για την έκδοσή της (21.10.2013) , είχε ασκήσει στο Ειρηνοδικείο εναντίον των πιστωτών της , μεταξύ των οποίων και η καθ' ης , την από .. και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ...αίτησή της για την υπαγωγή της στις διατάξεις του ν. 3869/2010 για τη ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων , πληρουμένων στο πρόσωπό της όλων των νομίμων προϋποθέσεων, την οποία και της επέδωσε. Ο λόγος αυτός της ανακοπής είναι απορριπτέος ως νόμω αβάσιμος , γιατί τα πραγματικά  περιστατικά που τον συγκροτούν , και αληθή υποτιθέμενα, δεν αρκούν για να καταστήσουν καταχρηστική την άσκηση της αξίωσης της καθ' ης , σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν στην ως άνω νομική σκέψη.
      Με τον πρώτο λόγο της ανακοπής κατά της προσβαλλόμενης επιταγής  προς πληρωμή η ανακόπτουσα εκθέτοντας άπαντα τα ανωτέρω ισχυρίζεται οτι η προσβαλλόμενη επιταγή προς πληρωμή τυγχάνει άκυρη ως ερχόμενη σε αντίθεση με το άρθρο 4§3 του ν. 3869/2010 και την ex lege αυτοδίκαιη αναστολή των ατομικών διώξεων , αλλά και γιατί η ενέργεια αυτή της καθ' ης υπερβαίνει τα όρια που επιβάλουν η καλή πίστη , τα χρηστά ήθη και ο κοινωνικό - οικονομικός σκοπός του δικαιώματος , αφού η άσκηση του δικαιώματος της καθ' ης να επισπεύσει αναγκαστική εκτέλεση μοναδικό σκοπό είχε ην επιδίωξη πλήρους ικανοποίησης της απαίτησής της πριν προλάβει να υπαχθεί στις ρυθμίσεις του ν. 3869/2010. Ο λόγος αυτός της ανακοπής είναι νόμιμος στηριζόμενος στις διατάξεις των άρθρων 4§3 του ν. 3869/2010 και 281 ΑΚ και πρέπει ανερευνηθεί περαιτέρω κατ' ουσία.
        Με τον τέταρτο λόγ της υπό κρίση ανακοπής , ο οποίος αφορά αμφότερες τις προσβαλλόμενες πράξεις , η ανακόπτουσα εκθέτει οτι η εγγυήτρια της επίδικης σύμβασης , άσκησε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Λαμίας , μεταξύ άλλων και εναντίον της καθ' ης , την από ... και με αριθμό κατάθεσης .... αίτησή της για την υπαγωγή της στις διατάξεις του ν. 3869/2010, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ' αριθμ. ... απόφαση του ανωτέρω δικαστηρίου , η οποία έκανε εν μέρει δεκτή αυτή και καθόρισε : α) τις επί τετραετίας μηνιαίες καταβολές τις προς τις πιστώτριες τράπεζες μεταξύ των οποίων , και προς την καθ' ης , αναφορικά με την απαίτησή της από την επίδικη σύμβαση στο ποσό των .., ευρώ , επιμεριζόμενο συμμετρικά , όπως ειδικότερα ορίζεται στο σκεπτικό της ανωτέρω απόφασης , εντός του πρώτου τριημέρου εκάστου μηνός ,  , αρχής γενομένης από τον πρώτο μήνα από την κοινοποίηση της απόφασης και β) τη μηνιαία καταβολή προς την καθ' ης του ποσού των .. ευρώ για εξήντα μήνες , αρχής γενομένης την πρώτη ημέρα εκάστου μηνός για τέσσερα χρόνια μετά τη δημοσίευσή της , χωρίς ανατοκισμό και με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο. Κατ' ακολουθία των ανωτέρω ισχυρίζεται ότι η ενσωματωμένη στις προσβαλλόμενες πράξεις απαίτηση της καθ' ης είναι ανεκκαθάριστη. Ο λόγος αυτός της ανακοπής είναι απορριπτέος ως νόμω αβάσιμος γιατί κατά τη διάταξη του άρθρου 486 ΑΚ γεγονότα που συνέβησαν σε έναν από τους συνοφειλέτες , όπως εν προκειμένω η υπαγωγή στις διατάξεις του ν. 3869/2010 της εις ολόκληρον ενεχόμενης για την εξόφληση της πίστωσης εγγυήτριας , εφόσον δεν προκύπτει κάτι άλλο από τη σχέση , δεν ενενργούν υπέρ ή κατά των λοιπών . Το γεγονός δε, οτι η εγγυήτρια της επίδικης σύμβασης ενδεχομένως καταβάλλει προς την καθ' ης το επικαλούμενο ποσό των ... ευρώ μηνιαίως , δεν καθιστά ανεκκαθάριστη την απαίτηση της καθ' ης , η οποία απλώς λόγω της αντικειμενικής ενέργειας της καταβολής κατ' άρθρο 463 ΑΚ , μειώνεται κατά το αντίστοιχο ποσό.
      Από ... αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Με την υπ' αριθμ. .., σύμβαση πίστωσης που συνήφθη μεταξύ των διαδίκων στη .. η καθ' ης χορήγησε στην ανακόπτουσα πίστωση ποσού .. ευρώ με τους ειδικότερους όρους που διαλαμβάνονται σε αυτή , προς εξυπηρέτηση της οποίας τηρήθηκε ο υπ' αριθμ. .... λογαριασμός . η σύμβαση αυτή δεν εξελίχθηκε ομαλά  , αφού η ανακόποτυσα δεν ανταποκρίθηκε στις συμβατικές τις υποχρεώσεις , με αποτέλεσμα η καθ' ης να προβεί στις 11.4.2013 στο κλείσιμο του λογαριασμού που την εξυπηρετούσε , με χρεωστικό υπόλοιπο ... ευρώ και στην μεταφορά του σε οριστική καθυστέρηση , γνωστοποιώντας τούτο στην ανακόπτουσα με την υπ' αριθμ. ... έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Λαμίας ΙΛ και καλώντας την να της καταβάλλει το ανωτέρω χρεωστικό υπόλοιπο. η ανακόπτουσα δεν ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση της καθ' ης , και για το λόγο αυτό η τελευταία με την από 21-10-2013 αίτησή της προς το Δικαστή του παρόντος Δικαστηρίου, ζήτησε και πέτυχε την έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής με την οποία η ανακόπτουσα επιτάσσεται για την ανωτέρω αιτία να καταβάλλει στην καθ' ης το ποσό των .... ευρώ , πλέον τόκων και εξόδων, Ακριβές αντίγραφο εξ απογράφου της ανωτέρω διαταγής πληρωμής με επιταγή προς πληρωμή η καθ' ης κοινοποίησε στην ανακόποτυσα στις 21.11.2013. Περαιτέρω αποδείχθηκε οτι η ανακόπτουσα στις ... κατέθεσε στη γραμματεία του Ειρηνοδικείου κατά όλων των πιστωτών της , μεταξύ των οποίων και η καθ' ης , την από 29-8-2013 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης...... αίτησή της , για την υπαγωγή της στις διατάξεις του ν. 3869/2010για τις ρυθμίσεις οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων , έχοντας προηγουμένως καταθέσει στις 25.5.2013 αίτημα προς όλες τις πιστώτριές της , μεταξύ των οποίων και η καθ' ης , για εξωδικαστικό συμβιβασμό, , μετά του σχεδίου διευθέτησης οφειλών , η συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 19.1.2015, ενώ η με ημερομηνία επικύρωσης του προδικαστικού συμβιβασμού και συζήτησης αιτήματος προσωρινής διαταγής προσδιορίστηκε στη δικάσιμο της 11.12.2013 , οπότε και συζητήσεως γενομένης ο Ειρηνοδίκης ... έκανε δεκτό το αίτημα προσωρινής διαταγής και αποφάσισε την αναστολή των καταδιωκτικών μέτρων και τη διατήρηση της πραγματικής και νομικής κατάστασης των αναφερομένων στην αίτηση περιουσιακών στοιχείων της ανακόπτουσας με τους εκεί αναφερόμενους όρους , ήτοι την καταβολή μηνιαίως , από 1.1.2014, ποσού ... ευρώ , προς τους αναφερόμενους στην αίτηση πιστωτές της ανακόπτουσας , συμμέτρως κατανεμόμενου. Την ανωτέρω αίτηση η ανακόπτουσα κοινοποίησε στην καθ' ης στις 10.09.2013. Συνεπώς σε χρόνο προγενέστερο της κατάθεσης της αίτησης για την έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής η ανακόπτουσα όχι μόνο είχε καταθέσει , αλλά και επιδώσει στην καθ' ης , την από 29.08.2013 αίτησή της για την υπαγωγή της στις διατάξεις του ν. 3869/2010 , και επομένως κατά το χρόνο επίδοσης της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής με την επίσης προσβαλλόμενη επιταγή προς πληρωμή, ίσχυε η κατ' άρθρο 4§3 του ν. 3869/2010 αναστολή των καταδιωκτικών μέτρων σε βάρος της ανακόπτουσας . Η καθ' ης επομένως , παρά το νόμο, επέδωσε στην ανακόπτουσα την προσβαλλόμενη επιταγή προς πληρωμή επιδιώκοντας με την επίσπευση εις βάρος της αναγκαστικής εκτέλεσης την πλήρη ικανοποίηση της απάιτησής της , πριν προλάβει να υπαχθεί στις ευνοϊκές ρυθμίσεις του ανωτέρω νόμου , και άρα πρέπει να γίνει δεκτός και ως κατ' ουσία βάσιμος ο πρώτος λόγος της κρινόμενης ανακοπής κατά της επιταγής προς πληρωμή. 

Πηγή : ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ , τεύχος 3ο 2015