Δευτέρα 9 Σεπτεμβρίου 2013

Επίθεση του τέως Εισαγγελέως Ιωάννη Σακκά σε δικαστές που εκδίδουν διαταγές πληρωμής ενώ οι συμβάσεις περιέχουν άκυρους όρους


Με άρθρο που ανάρτησε στην προσωπική του ιστοσελίδα, ο πρώην εισαγγελέας Ιωάννης Σακκάς καταφέρεται κατά ορισμένων δικαστικών λειτουργών, οι οποίοι εκδίδουν διαταγές πληρωμής υπέρ των τραπεζών.
Ολόκληρο το άρθρο του πρώην εισαγγελικού λειτουργού έχει ως εξής:
Κυνήγι δανειοληπτών από την ανεξάρτητη Δικαιοσύνη με ικανοποίηση παράνομου Γενικού Όρου Συναλλαγών των Τραπεζών με παράνομες και άκυρες Διαταγές Πληρωμής. Απάτη τραπεζών ενώπιον Δικαστηρίων ή υπόθαλψη τραπεζικής παρανομίας από τη Δικαιοσύνη ή και τα δύο; Το μεγάλο ερώτημα. Η ώρα ευθύνης της Δικαιοσύνης εν μέσω κρίσης και μνημονιακών μέτρων στη Ελλάδα.
Είναι γνωστό ότι οι τράπεζες μεταξύ των άλλων γενικών όρων συναλλαγών στην κατάρτιση δανείων με τους πελάτες τους -καταναλωτές εδώ και χρόνια έχουν συμπεριλάβει, μεταξύ άλλων και τον γενικό όρο, ότι οι τόκοι υπολογίζονται με βάση έτος 360 ημερών.
Αυτός όμως ο όρος εκρίθη παράνομος και καταχρηστικός από το 4-3-2005 σύμφωνα με την αμετάκλητη απόφαση 430/2005 του Αρείου Πάγου (Δ Πολιτικό Τμήμα) καθώς ήρχετο σε αντίθεση με το παράγωγο ευρωπαϊκό-κοινοτικό δίκαιο (οδηγία) που ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο με κοινή υπουργική απόφαση (Ζ1-178/13.2.2001, ΦΕΚ Β 255./8-3-2001) και επιβάρυνε το επιτόκιο κάθε ημέρας παρανόμως στον δανειολήπτη επιπλέον με 1,3889% τόκο (βλ την απόφαση), ενώ ο νόμιμος τρόπος υπολογισμού του τόκου ήταν με βάση έτος 365 ημερών.
Όμως η αμετάκλητη απόφαση, επειδή προέρχεται μετά από συλλογική αγωγή με τη διαδικασία του Ν 2251/1994 περί προστασίας καταναλωτών, έχει δημιουργήσει δεδικασμένο έναντι πάντων και οι Ελληνικές Τράπεζες όφειλαν να συμμορφωθούν και να αποδώσουν- επιστρέψουν τους παράνομους τοκογλυφικούς τόκους που κεφαλαιοποίησαν μαζί με τους τόκους που επέβαλαν επ’ αυτών.
Αυτή η παρανομία των τραπεζών είναι γνωστή στους Δικαστές από το 2001 τουλάχιστον.
Στις 16-4-2010 από την Ολομέλεια του Συμβουλίου Επικρατείας εξεδόθη η με αριθμ. 1210/2010 απόφασή του, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση ακύρωσης 15 τραπεζών κατά της Ζ1-798/25-6-2008 –ΦΕΚ Β 1353/11-7-2008 απόφασης του Υπουργού Ανάπτυξης με την οποία μεταξύ άλλων παρανόμων –καταχρηστικών ΓΟΣ, απαγόρευε στις τράπεζες να αναγράφουν στις δανειακές συμβάσεις και τον παραπάνω παράνομο και τοκογλυφικό όρο συναλλαγών.
Ως εκ τούτου πλέον η παραπάνω υπουργική απόφαση αποτελούσε κανόνα αναγκαστικού δικαίου και αυτό το γνώριζαν τραπεζίτες και δικαστές, οι οποίοι σε δικαστικές υποθέσεις όφειλαν να εφαρμόζουν αυτεπάγγελτα την παραπάνω αναγκαστική απαγόρευση.
Οι τράπεζες όμως συνέχιζαν το βιολί τους και στο κλείσιμο των δανειακών συμβάσεων στο οφειλόμενο δανειακό υπόλοιπο ή κατάλοιπο συμπεριλάμβαναν στην απαίτηση τους και τον παράνομο τόκο και με αιτήσεις τους έκδοσης Διαταγών Πληρωμής, όπως γίνεται πρόσφατα εν μέσω κρίσης, κατά των δανειοληπτών για να κατασχέσουν τα σπίτια τους-κατοικίες τους, παριστάνουν στους Δικαστές εγγράφως εν γνώσει τους ψευδώς, μετά τις ως άνω αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις, ότι το αναγραφόμενο χρηματικό ποσόν στην αίτησή τους είναι το νόμιμο και αληθές και ζητούσαν και ήδη ζητούν από τους Δικαστές να εκδοθούν Διαταγές Πληρωμής για τα συνολικά ποσά στις αιτήσεις τους που μέρος αυτών ήταν παράνομο και συνεπώς ήταν και είναι ελαττωματική η απαίτηση της τράπεζας ως μη βέβαιη και εκκαθαρισμένη.
Οι Δικαστές γνώριζαν τα παραπάνω περιστατικά αυτεπαγγέλτως και σύμφωνα με το νόμο, τα άρθρα 627 περ α –β και 628 παρ 1 του ΚΠολΔ, σε τέτοιες περιπτώσεις με την περιβόητη υψηλή τους αντίληψη και ανεξαρτησία τους υποχρεούντο και μπορούσαν να απορρίπτουν τις αιτήσεις των τραπεζών για έκδοση Διαταγών Πληρωμής, αφού μπορούσαν να ζητήσουν από τις τράπεζες εξηγήσεις (δηλαδή το σύστημα δικαιοσύνης είναι ανακριτικό στο στάδιο έκδοσης διαταγής πληρωμής), και η αιτούσα την διαταγή πληρωμής τράπεζα δεν ήθελε να συμμορφωθεί προς τις υποδείξεις του Δικαστή για την συμπλήρωση ή διόρθωση της αίτησης για το πραγματικό νόμιμο οφειλόμενο ποσόν του δανειολήπτη μετά τις δύο παραπάνω αμετάκλητες αποφάσεις που δεσμεύουν τις τράπεζες, νομικά και στα συναλλακτικά ήθη.
Η απόρριψη (κατ’ άρθρο 628 παρ/φοι 1 περ. β-2 ΚΠολΔ) σημειώνεται κάτω από την αίτηση και αναφέρεται με συντομία ο λόγος της απόρριψης.
Δηλαδή, ο Δικαστής μπορούσε να απορρίψει την Αίτηση της τράπεζας για έκδοση Διαταγής Πληρωμής με τον σύντομο λόγο, ότι από την θεώρηση του περιεχόμενου της αίτησης και της προσκομισθείσας σύμβασης δανείου, προκύπτει ότι στο συνολικό αιτούμενο ποσόν περιέχεται παράνομο ποσόν τόκου από τον ΓΟΣ (τον ανωτέρω υπολογισμού τόκου με βάση έτος 360 ημερών αντί 365 ημερών), που βάσει της πάγιας νομολογίας ΑΠ 430/2004 και ΟλΣτΕ 1210/2010 κλπ εκρίθη παράνομος και το Δικαστήριο δεν νοείται να συμπεριλάβει σε εκτελεστό τίτλο παράνομα ποσά.
Αντί όμως αυτών των νομίμων ενεργειών οι Δικαστές τρέχουν να ικανοποιήσουν τα αιτήματα των τραπεζών ολικώς βάζοντας στο τρέξιμο και σε μπελάδες τους πολίτες-δανειολήπτες να κινδυνεύει η περιουσία τους, το σπίτι τους να κατασχεθεί και με παράνομες απαιτήσεις των τραπεζών εάν δεν προλάβουν να αντιδράσουν νομικά εντός 3 ημερών, με ανακοπή, αίτηση ασφαλιστικών μέτρων και αίτημα προσωρινής διαταγής κατά της τράπεζας, για να αποφύγουν την παγίδα του άρθρου 926 ΚΠολΔ, της αναγκαστικής εκτέλεσης την 4η ημέρα από την επίδοση της Διαταγής Πληρωμής του Δικαστή (Εκτελεστού Τίτλου).

Πηγή:  dikastis.blogspot.gr


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου