Η εν λόγω απόφαση αφορά σε υπόθεση που χειρίστηκε το γραφείο μας και έκρινε επί εφέσεως που άσκησε το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων κατά απόφασης οφειλέτη που υπήχθη στο ν. 3869/2010 με απόφαση του Ειρηνοδικείου Δράμας. Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο απέρριψε όλους τους λόγους έφεσης και επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση, κρίνοντας ότι υπάγονται στο ν. 3869/2010 και οι οφειλές από το ΤΠΔ , ενισχύοντας τη νομολογία που τάσσεται υπέρ αυτής της άποψης , η οποία είναι και η ορθότερη, δεδομένων των πρόσφατων αλλαγών στο νόμο , με τις οποίες υπήχθησαν πλέον στο πεδίο εφαρμογής του και οφειλές από το Δημόσιο , τους ΟΤΑ και τα ασφαλιστικά ταμεία.
165/2015
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΔΡΑΜΑΣ
Εκουσία Δικαιοδοσία
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τον Δικαστή ......, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από την Πρόεδρο του Πρωτοδικείου και με
Γραμματέα τον .....
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο
του την 5η Μαΐου 2015, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ - ΚΑΘ' ΟΥ Η
ΑΙΤΗΣΗ : Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «ΤΑΜΕΙΟ
ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΩΝ ΚΑΙ ΔΑΝΕΙΩΝ», που εδρεύει στην Αθήνα, όπως εκπροσωπείται νόμιμα,
το οποίο παραστάθηκε διά του πληρεξουσίου του δικηγόρου …….. (Δ.Σ. Δράμας)
ΤΩΝ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) ……. Του ……., κατοίκου Δράμας 2) Της ανώνυμης
τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «Τράπεζα EUROBANK ΕΡΓΑΣΙΑΣ Α. Ε.», που εδρεύει στην Αθήνα και
εκπροσωπείται νόμιμα για απαιτήσεις της ιδίας και ως καθολική διάδοχος της
ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΝΕΟ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΟ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟ
ΕΛΛΑΔΟΣ», της τελευταίας ως ειδικής διαδόχου της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας
με την επωνυμία «ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΟ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Τ.Ε.», ειδικής διαδόχου της
ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «Τ Bank Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρία» ως η επωνυμία αυτή είχε
προέλθει από την μετονομασία της πρώην ASPIS BANK ανώνυμη
τραπεζική εταιρεία , από τους οποίους ο πρώτος παραστάθηκε μετά της πληρεξουσίας
δικηγόρου του Ιουλίας Μυλωνά (ΔΣ
Ροδόπης) και κατέθεσε προτάσεις και η δεύτερη παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας
της δικηγόρου ΘΒ (ΔΣ Δράμας) .
Ο ΠΡΩΤΟΣ
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΣ - ΑΙΤΩΝ κατέθεσε στο Ειρηνοδικείο Δράμας την με αριθμό κατάθεσης
249/19.11.2012 αίτηση του, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ' αριθ. 90/2014 απόφαση
του ανωτέρω δικαστηρίου κατά την διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, το οποίο
την έκανε δεκτή ως ουσία βάσιμη. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται
το εκκαλούν με την από 18-9-2014 και με αριθμό κατάθεσης 13540Μεφ310/2.10.2014 έφεση
του, η συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε αρχικά για τις 13.1.2015 και μετ'
αναβολή για την δικάσιμο που
αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.
ΚΑΤΑ τη συζήτηση της υπόθεσης
οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται
στα πρακτικά και στις προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη με αριθμό έκθ.
κατάθεσης 13540Μεφ310/2.10.2014 έφεση του δευτέρου των καθ' ων η
αίτηση και ήδη εκκαλούντος κατά της με αριθμό 90/2014 οριστικής απόφασης του
Ειρηνοδικείου Δράμας, η οποία εκδόθηκε κατά τη διαδικασία της εκούσιας
δικαιοδοσίας (άρθρα 741-781 ΚΠολΔ) επί της με αριθμό έκθ. κατάθεσης 6310/2012
αίτησης του αιτούντος και ήδη πρώτου εφεσίβλητου, έχει ασκηθεί νομότυπα (άρθρα
14 ν. 3869/2010, 495, 500, 511, 513, 516, 517, 518, 741, 761 και 17Α του ΚΠολΔ)
και εμπρόθεσμα, εντός της προθεσμίας των τριών ετών από τη δημοσίευση της εκκαλούμενης απόφασης (άρθρο 518
παρ. 2 ΚΙΊολΔ), εφόσον από τα προσκομιζόμενα έγγραφα δεν προκύπτει ούτε οι
διάδικοι επικαλούνται επίδοση αυτής (η εκκαλούμενη απόφαση δημοσιεύθηκε στις
26.3.2014 και η έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου
στις 6.9.2014). Αρμοδίως εισάγεται ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου και πρέπει να
γίνει δεκτή κατά το τυπικό της μέρος και να εξετασθεί στη συνέχεια για το
παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της κατά την ίδια διαδικασία, με την οποία
εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση (533 παρ. 1 ΚΠολΔ), εφαρμοζόμενου του νόμου που
ίσχυε κατά τη δημοσίευση της (άρθρα 14 ν. 3869/2010, 495, 516, 518 παρ. 1,533
παρ. 2 και 741 ΚΠολΔ), χωρίς να απαιτείται η κατάθεση παραβόλου έφεσης κατ
άρθρο 495 παρ. 4 του ΚΠολΔ από το εκκαλούν ΝΠΔΔ με την επωνυμία «ΤΑΜΕΙΟ
ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΩΝ ΚΑΙ ΔΑΝΕΙΩΝ», το οποίο απολαμβάνει τα δικονομικά προνόμια του
Ελληνικού Δημοσίου.
Ο αιτών
και ήδη πρώτος εφεσίβλητος με την υπ' αριθ. έκθ. κατάθεσης 249/19.11.2012
αίτηση του ενώπιον του Ειρηνοδικείου Δράμας, επικαλούμενος έλλειψη πτωχευτικής
ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών
του προς τους πιστωτές του και συγκεκριμένα προς το εκκαλούν ΝΠΔΔ με την
επωνυμία «ΤΑΜΕΙΟ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΩΝ ΚΑΙ ΔΑΝΕΙΩΝ», τη δεύτερη εφεσίβλητη, την ανώνυμη
τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΟ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Τ.Ε.»,
ειδική διάδοχο της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «Τ Bank Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρία» ως η επωνυμία αυτή είχε προέλθει από την
μετονομασία της πρώην ASPIS BANK ανώνυμη τραπεζική εταιρία και
την ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την
επωνυμία «ΝΕΟ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΟ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ», διάδοχος των οποίων τυγχάνει η
δεύτερη εφεσίβλητη, ζήτησε τη ρύθμιση των χρεών του από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με βάση
την περιουσιακή και οικογενειακή του κατάσταση με την εξαίρεση από τη
ρευστοποίηση της περιγραφόμενης σ' αυτήν κύριας κατοικίας, ιδιοκτησίας του,
σύμφωνα με το σχέδιο διευθέτησης που υπέβαλε, με σκοπό την απαλλαγή του απ
αυτά. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την υπ' αριθμ. 90/2014 απόφαση του, που
εκδόθηκε κατά τις διαδικασία της εκούσιας διαδικασίας* έκανε δεκτή την αίτηση
ως ουσία βάσιμη, ρύθμισε τα χρέη του αιτούντος με μηνιαίες καταβολές επί
πενταετία προς τους πιστωτές του, μεταξύ των οποίων και το εκκαλούν ΝΠΔΔ με
μηνιαία προς αυτό καταβολή ποσού των 28,20 ευρώ, εξαίρεσε από την εκποίηση την
κύρια κατοικία του αιτούντος, ήτοι ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου σε ένα διαμέρισμα
του δευτέρου ορόφου πολυκατοικίας που βρίσκεται στη ........... και επέβαλε στον
αιτούντα την υποχρέωση να καταβάλει στους μετέχοντες δανειστές για την διάσωση
της κατοικίας του το συνολικό ποσό των 32.215,93 ευρώ με μηνιαίες καταβολές σε
δεκαπέντε έτη. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται το εκκαλούν ΝΠΔΔ με την υπό
κρίση έφεση του και υποστηρίζει ότι το Ειρηνοδικείο εσφαλμένα ερμήνευσε και
εφάρμοσε εσφαλμένα τον νόμο και για τον λόγο αυτό ζητεί να γίνει δεκτή η έφεση
του, να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση και να απορριφθεί η αίτηση ως προς το
ίδιο.
Σύμφωνα με το άρθρο 62 του ν.
2214/1994 «Αντικειμενικό σύστημα φορολογίας εισοδήματος και άλλες διατάξεις»
για την εξυπηρέτηση και ασφάλιση των τοκοχρεωλυτικών δανείων που χορηγούνται
από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων για την απόκτηση πρώτης κατοικίας από
δημοσίους υπαλλήλους, συνταξιούχους και λοιπούς διοικούμενους, κατά την κείμενη
νομοθεσία, κάθε δανειζόμενος υποχρεούται να εκχωρήσει υπέρ του δανειστή: α)
μέχρι τα 6/10 όλων γενικά των μηνιαίων τακτικών απολαβών του (μισθός,
επιδόματα, αναλογία Δώρου Χριστουγέννων κλπ), β) μέχρι τα 6/10 της κύριας και
επικουρικής σύνταξης του και όλων γενικό των μερισμάτων και άλλων παροχών, που λαμβάνουν γενικά από
τα ασφαλιστικά τους ταμεία, γ) τα 3/4 από το εφάπαξ βοήθημα που χορηγείται σε
αυτόν από οποιονδήποτε ασφαλιστικό φορέα ή από την οριζόμενη από την εργατική
νομοθεσία αποζημίωση λόγω λύσης της εργασιακής σχέσης, ενώ οι ανωτέρω
εκχωρήσεις είναι ισχυρές, καταργούμενης κάθε αντίθετης γενικής ή ειδικής
ρύθμισης. Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 25 παρ. 6 του ν. 3867/2010, με απόφαση
του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων, ύστερα από
αίτηση του υπόχρεου μπορούν να καθορίζονται όροι εξυπηρέτησης, επί μέρους συμφωνίες
των δανειακών συμβάσεων και η διευθέτηση των τόκων υπερημερίας των μη κανονικά
εξυπηρετούμενων οποιουδήποτε είδους δανειακών συμβάσεων, που έχει χορηγήσει το
Ταμείο προς φυσικά πρόσωπα. Οι ανωτέρω ειδικές διατάξεις δεν αποκλείουν την
εφαρμογή του Ν. 3869/2010 και για τις εκ δανείων οφειλές προς το Ταμείο
Παρακαταθηκών και Δανείων. Ο νόμος αυτός δεν έχει καμία επιφύλαξη μη ισχύος
του σε άλλες περιπτώσεις πλην των ρητώς αναφερομένων. Ούτε εξάλλου ο ειδικός
τρόπος εξοφλήσεως των δανείων αυτών μέσω εκχωρήσεως ποσοστού από τον μισθό ή τη
σύνταξη του δανειολήπτη δημοσίου υπαλλήλου παρέχει κανένα στήριγμα περί μη
εφαρμογής του νόμου και επί των δανείων αυτών (βλ. Αθανασίου Κρητικού «Ρύθμιση
των οφεΛών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων» - Ερμηνεία άρ, 1 του ν. 3869/2010
σελ. 70 αριθμ. 87 - 88, καθώς και υποσημείωση 86 στη σελ. 70). Οι διατάξεις του
ν. 3869/2010 έχουν ως σκοπό την ελάφρυνση των δανειοληπτών από την υπερχρέωση
μέσω της λήψης κάθε είδους δανείων, την αποκατάσταση της παραγωγικής τους
δυνατότητας, η οποία υποσκάπτεται από το βάρος των χρεών τους και τον
απεγκλωβισμό τους από την περιθωριοποίηση λόγω της υπερχρέωσης. Συνακόλουθα η
αποδυνάμωση των ενοχικών δικαιωμάτων του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων (η οποία δεν συνιστά κατάργηση
τους, καθόσον με τις ρυθμίσεις του Ν.3869/2010 τα εν λόγω πιστωτικά πιστωτικά ιδρύματα μπορούν να ικανοποιηθούν σύμμετρα ή προνομιακά στην περίπτωση, που έχουν εμπράγματη εξασφάλιση σε σχέση με τους υπόλοιπους
πιστωτές του οφειλέτη) επιβάλλεται από λόγους γενικότερου κοινωνικού
συμφέροντος, ενώ η προνομιακή μεταχείριση του ανωτέρω έναντι των υπολοίπων
πιστωτών (ανωνύμων τραπεζικών εταιριών) με βάση τις προαναφερόμενες διατάξεις
νόμου δεν είναι ανεκτή δικαιοπολιτικά, διότι ο νομοθέτης με το νόμο για τα
υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα θέλησε να υπαχθούν στις ρυθμίσεις του οι χρηματικές
οφειλές από δάνεια προς όλους τους πιστωτές (ιδιώτες και μη). Επιπροσθέτως στην
περίπτωση που ο νομοθέτης ήθελε να εξαιρέσει από την εφαρμογή του νόμου αυτού
τις οφειλές προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, που είναι νομικό πρόσωπο
δημοσίου δικαίου, θα το είχε πράξει ρητά. Επιχείρημα στην εν λόγω ερμηνεία
αποτέλεσε κατά τη διάσταση που ανέκυψε στη νομολογία ότι ο νόμος (όπως ίσχυε
κατά τον κρίσιμο χρόνο δημοσίευσης της εκκαλουμένης απόφασης) είχε περιλάβει
εξαιρέσεις από την εφαρμογή του νόμου, όπως στην περίπτωση των οφειλών από τέλη
προς νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (άρθρο 1 παρ. 2 περ. β" του ν.
3869/2010), οι οποίες, όπως και οι λοιπές οφειλές της ίδιας διάταξης
(διοικητικά πρόστιμα, χρηματικές ποινές, εισφορές προς οργανισμούς κοινωνικής
ασφάλισης), εξαιρούνται από την ρύθμιση χρεών, διότι προέρχονται από την άσκηση
δημόσιας εξουσίας ή από σχέσεις δημοσίου δικαίου, στις οποίες το φυσικό πρόσωπο
έχει την ιδιότητα του διοικούμενου (οφειλές από φόρους και τέλη προς το Δημόσιο
και τους ΟΤΑ,) και όχι του ιδιώτη - αντισυμβαλλόμενου (πιστούχου) κατά το άρθρο
361 ΑΚ, ενώ η ίδια διάταξη δεν διελάμβανε ρυθμίσεις για οφειλές από δάνεια, που
χορηγήθηκαν από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων. Η ορθή αυτή ερμηνεία του
Νόμου επιβεβαιώνεται από την εντελώς πρόσφατη επιλογή του Νομοθέτη να περιλάβει
στο ρυθμιστικό πεδίο του εν λόγω νόμου (υπό προϋποθέσεις) ακόμη καί τις ανωτέρω οφειλές, που
προέρχονται από την άσκηση δημόσιας εξουσίας ή από σχέσεις δημοσίου δικαίου με
την τροποποίηση του άρ. 1 του 3869/2010 από τον νόμο
4336/2015. Επιπλέον η ερμηνευτική εξαίρεση των οφειλών προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων από τις διατάξεις του
ν. 3860/2010 παραβιάζει την αρχή
της ισότητας, που προβλέπεται στο άρθρο 4 του Συντάγματος, αφού αφενός μεν οι
δανειολήπτες του Ταμείου θα στερούνταν αναιτιολόγητα τις ευνοϊκές διατάξεις του
ν. 3869/2010 σε σχέση με τους δανειολήπτες των υπολοίπων πιστωτικών ιδρυμάτων,
αφετέρου δε τα υπόλοιπα πιστωτικά ιδρύματα θα υποχρεούνταν να δέχονται τη
μείωση των χρηματικών του απαιτήσεων τους μέσω της αναγκαστικής συμμετοχής τους
στη διαδικασία του ν. 3869/2010 σε αντίθεση με το Ταμείο Παρακαταθηκών και
Δανείων, που θα διατηρούσε αλώβητες τις δικές του απαιτήσεις. Επιπροσθέτως από
τη διάταξη του άρθρου 62 του ν. 2214/1994 περί εκχώρησης μέρους των τακτικών
μηνιαίων απολαβών του δανειολήπτη στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων δεν
προκύπτει ότι οι οφειλές αυτές δεν μπορούν να συμπεριληφθούν στη ρύθμιση του ν.
3869/2010 (βλ. Αθανασίου Κρητικού «Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών
προσώπων» - Ερμηνεία άρ. 1 του ν. 3869/2010 σελ. 70 αριθμ. 87 - 88, καθώς και
υποσημείωση 86 στη σελ. 70), διότι η ανωτέρω διάταξη καθορίζει απλά τον τρόπο
καταβολής της τοκοχρεολυτικής δόσης, η οποία γίνεται με νόμιμη εκχώρηση από τον
οφειλέτη προς το Ταμείο ενός ποσοστού του μισθού ή της σύνταξης του. Η εν λόγω
εκχώρηση θα εξακολουθεί να ισχύει παράλληλα με τη ρύθμιση του ν. 3869/2010 και
απλώς θα μεταβάλλεται το ποσοστό του μισθού που θα παρακρατείται, το οποίο
προφανώς θα βρίσκεται εντός του νόμιμου ποσοστού των 6/10, καθόσον ο οφειλέτης,
ευρισκόμενος σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών του, ασφαλώς
θα αιτείται τον καθορισμό ποσοστού μικρότερου των 6/10. .................Ο λόγος αυτός
πρέπει να απορριφθεί ως νομικά αβάσιμος, διότι, από τις διατάξεις των άρθρων 1
§ 1 και 4 § 1 του Ν.3869/2010, η ρύθμιση του άρθρου 25 παρ. 6 του ν. 3867/2010 δεν
αποκλείει τη ρύθμιση διατάξεων του ν. 3869/2010, διότι με την πρώτη προβλέπεται μία ρύθμιση των απαιτήσεων του ταμείου με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου
του Ταμείου, ενώ η ρύθμιση του ν. 3869/2010 είναι απότοκος δικαστικής απόφασης
(βλ. ΜονΠρωτΘεσ 3558/2015 Τ.Ν.Π. Νόμος, ΜονΠρωτΚορινθ. 60/2015 Τ.Ν.Π.
Νόμος, ΜονΠρωτ Σύρου 13/2015, ΜονΠρΞανθ. 79/2014, αδημ. ΜονΠρΣερ. 437/2013,
αδημ., ΜονΠρΠατρ. 555/2013, ΤΝΠ Νόμος, ΕψΘεσ. 6958/2011, ΤΝΠ Νόμος, Αθ.
Κρητικό, Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων ό.π.). Με τον πρώτο
λόγο της έφεσης του το εκκαλούν ΝΠΔΔ υποστηρίζει ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο
εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και δέχθηκε ότι οι απαιτήσεις του
έναντι του αιτούντος υπάγονται στις διατάξεις του ν. 3869/2010, ενώ έπρεπε να
απορρίψει την αίτηση ως μη νόμιμη και να δεχτεί ότι οι οφειλές του αιτούντος
προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων εξαιρούνται από τη ρύθμιση και
εφαρμογή του νόμου αυτού. Επιπλέον με τον δεύτερο λόγο της έφεσης του, κατά την
δέουσα εκτίμηση του περιεχομένου του, το εκκαλούν υποστηρίζει ότι το
πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τις διατάξεις των
άρθρων 455, 460, 461 και 462 του ΑΚ, 62 του ν. 2214/1994 και 1 του ν. 3869/2010
και έκρινε ότι πρέπει να συμπεριληφθεί στο διαθέσιμο εισόδημα του αιτούντος και
το ποσό των τακτικών μηνιαίων απολαβών του, που αυτός είχε εκχωρήσει στο Ταμείο,
το οποίο με τον τρόπο αυτό είχε εξέλθει από την περιουσία του και δεν μπορεί να
υπαχθεί στη ρύθμιση των διατάξεων του ν. 3869/2010. Ωστόσο, κατά τα
διαλαμβανόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, στη ρύθμιση του ν.3869/2010
υπάγεται και η οφειλή του δανειολήπτη, πρώτου εφεσίβλητου, προς το Ταμείο
Παρακαταθηκών και Δανείων, η οποία δεν συμπεριλαμβάνεται στις εξαιρούμενες
οφειλές του άρθρου 1 παρ. 2 του ν. 3869/2010, αφού από την ερμηνεία των διατάξεων που προαναφέρθηκαν, δεν προκύπτει κάποιος λόγος, για τον
οποίο πρέπει να εξαιρεθεί η απαίτηση του Ταμείου από την υπαγωγή της στο
ν.3869/2010. Επιπροσθέτως η εκχώρηση μέρους των τακτικών μηνιαίων απολαβών του
οφειλέτη, πρώτου εφεσίβλητου, προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων δεν
αποκλείει τη ρύθμιση του ν. 3869/2010. η οποία εξακολουθεί να ισχύει, αλλά απλά
θα μεταβάλλεται το ποσοστό του μισθού του που θα παρακρατείται, το οποίο
προφανώς θα βρίσκεται εντός του νομίμου ποσοστού των 6/10, καθόσον ο οφειλέτης,
ευρισκόμενος σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών του,
συμπεριλαμβανομένης και της εν λόγω οφειλής προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και
Δανείων, θα αιτείται και σε περίπτωση ευόδωσης της αίτησης, θα καθορίζεται
ποσοστό μικρότερο των 6/10 του μισθού του. Επομένως το ποσό, που έχει εκχωρήσει
ο πρώτος εφεσίβλητος προς το Ταμείο, συμπεριλαμβάνεται στο διαθέσιμο εισόδημα
του για την ικανοποίηση όλων των πιστωτών του. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που
με την εκκαλούμενη απόφαση του έκρινε τα ίδια, ορθά το νόμο ερμήνευσε και
εφάρμοσε και τα περί του εναντίου υποστηριζόμενα από το εκκαλούν ΝΠΔΔ με τους
δύο λόγους της έφεσης του είναι αβάσιμα και απορριπτέα. Με πρόσθετο λόγο
έφεσης, ο οποίος παραδεκτά ασκείται και με τις προτάσεις, διότι η υπόθεση
δικάζεται κατά την εκούσια δικαιοδοσία (βλ. Σ. Σαμουήλ «Έφεση» σελ. 237 αριθμ.
581) το εκκαλούν ισχυρίζεται, ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο εσφαλμένα ερμήνευσε
και εφάρμοσε τις διατάξεις του ν. 3869/2010 με το να δεχθεί την αίτηση του
εκκαλούντος ως επαρκώς ορισμένη, παρά το γεγονός ότι σε αυτή δεν
προσδιορίζονται ο τρόπος και οι ειδικότερες συνθήκες υπό τις οποίες περιήλθε ο
πρώτος εφεσίβλητος σε μόνιμη αδυναμία πληρωμών και επειδή δεν προσδιορίζει ποια
ήταν τα εισοδήματα του κατά τον χρόνο που ελάμβανε τα δάνεια. Ο λόγος αυτός
πρέπει να απορριφθεί ως νομικά αβάσιμος, διότι, από τις διατάξεις των άρθρων 1
§ 1 και 4 § 1 του Ν.3869/2010, προκύπτει ότι αυτός που αιτείται τη δικαστική ρύθμιση των οφειλών του, οφείλει αλλά και αρκεί, για το ορισμένο της αίτησης του να
διαλάβει στο δικόγραφο αυτής τα κάτωθι στοιχεία: α) ότι δεν τυγχάνει έμπορος
και ως εκ τούτου, δεν έχει πτωχευτική ικανότητα, β) ότι έχει
περιέλθει σε μόνιμη και, κατά την ορθότερη άποψη, γενική -καθολική αδυναμία
πληρωμής των ληξιφόθεσμων χρηματικών οφειλών του, γ)
την κατάσταση της περιουσίας του και τα εισοδήματα του ίδιου και του συζύγου
του, δ) κατάσταση των πιστωτών, τις οφειλές του προς τους οποίους επιθυμεί να
ρυθμίσει, κατά κεφάλαιο τόκους και έξοδα και ε) σχέδιο διευθέτησης οφειλών, ενώ
δεν απαιτείται να μνημονεύονται ο χρόνος, ο τρόπος και οι συνθήκες υπό τις
οποίες περιήλθε σε αδυναμία πληρωμών ο οφειλέτης ή οι αιτίες, για ης οποίες
δημιουργήθηκαν τα μη αντιμετωπίσιμα ήδη χρέη του αιτούντος ή τα αίτια, που τον
ώθησαν στο δανεισμό και στην εν γένει δημιουργία των οφειλών, που επιθυμεί να
ρυθμίσει, εναπόκειται δε στους καθ' ων η αίτηση πιστωτές του να
επικαλεστούν και να αποδείξουν ότι η περιέλευση του αιτούντος σε κατάσταση
αδυναμίας πληρωμής έγινε δολίως (βλ. I. Βενιέρη - Θ. Κατσά, «Εφαρμογή του Ν.
3869/2010 για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα», έκδ. 2η, σελ. 156, 163-164,
181-183, Κρητικό ό.π. σελ. 97, ΜΠρωτΛαμίας 100/2015 Τ.Ν.Π. Νόμος). Στην
προκειμένη περίπτωση, η υποβληθείσα αίτηση του εκκαλούντος περιλαμβάνει το
προαναφερθέν ελάχιστο εκ του νόμου περιεχόμενο και είναι επαρκώς ορισμένη, στο
ίδιο δε συμπέρασμα κατέληξε και η εκκαλουμένη, η οποία επομένως δεν έσφαλε. Με
τον δεύτερο πρόσθετο λόγο έφεσης, ο οποίος παραδεκτά κατά τα ανωτέρω ασκείται
με τις προτάσεις, το εκκαλούν εκθέτει ότι το ίδιο ενήργησε προς όφελος του
αιτούντα και συγκεκριμένα προς ικανοποίηση του μονομερούς αιτήματος του για
δανειοδότηση. Ότι παρά ταύτα ο πρώτος εφεσίβλητος ενήργησε όλως καταχρηστικώς
καταθέτοντας την υπό κρίση αίτηση του με πρόθεση να υπαχθεί στις διατάξεις του
ν. 3689/2010 με απώτερο
σκοπό την επιμήκυνση της αποπληρωμής του χρέους του προς το Ταμείο και τελικά
ενός ελάχιστου ποσοστού έναντι των οφειλομένων, παρά το γεγονός ότι με τις
διατάξεις του άρ. 25 Ν. 3867/2010 προβλέπεται ειδική διαδικασία διακανονισμού
των οφειλών των δανειοδοτούμενων και ότι η συμπεριφορά του αυτή υπερβαίνει τα
όρια της καλής πίστης, των χρηστών ηθών και του κοινωνικού και οικονομικού
σκοπού του δικαιώματος με συνέπεια να μην καθίσταται ανεκτή κατά τις περί
δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου. Με τον εν λόγω
ισχυρισμό το εκκαλούν επαναφέρει τον πρώτο λόγο εφέσεως περί μη υπαγωγής των
χρεών από δάνεια του ΤΠ&Δ στις διατάξεις του Ν. 3869/2010 υπό τον μανδύα
της καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος, ισχυρισμός ο οποίος σε κάθε περίπτωση
τυγχάνει απορριπτέος ως μη νόμιμος, καθ' όσον τα επικαλούμενα για τη θεμελίωση
του περιστατικά (ήτοι το γεγονός ότι ο πρώτος εφεσίβλητος επιλέγει την εφαρμογή
της προβλεπόμενης στον Ν. 3869/2010 ρύθμισης αντί του προβλεπόμενου στο άρ. 25
Ν. 3867/2010 διακανονισμού) δεν καθιστά από μόνο του την άσκηση της επίδικης αξίωσης καταχρηστική και προφανώς
υπερβαίνουσα τα τιθέμενα από τη διάταξη του άρθρ. 281 ΑΚ όρια. Κατ"
ακολουθία των ανωτέρω, η έφεση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολο της ως ουσία
αβάσιμη. Τέλος, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 8 παρ. 6 ν. 3869/2010, ορθά
δεν επιβλήθηκαν δικαστικά έξοδα στον πρώτο βαθμό με την απόφαση που καθόρισε
τις μηνιαίες καταβολές του αιτούντος. Ωστόσο, με την παρούσα απόφαση το
εκκαλούν πρέπει να καταδικασθεί, λόγω της ήττας του, στα δικαστικά έξοδα του
παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας των εφεσίβλητων, κατόπιν αιτήματος τους, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο
διατακτικό της παρούσας (άρθρα 176 και
183 του ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ\
ΔΙΚΑΖΕΙ κατ' αντιμωλία των
διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την έφεση.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ το εκκαλούν στην
πληρωμή των δικαστικών εξόδων των εφεσίβλητων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας,
τα οποία ορίζει για κάθε εφεσίβλητο στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και
δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του, στη Δράμα,
στις 21 Αυγούστου 2015, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων
τους δικηγόρων.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ