Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2014

Τροποποίηση πδ 34/1995 και αναμόρφωση των εμπορικών μισθώσεων

Στο Άρθρο 13 του νόμου για τον Ενιαίο Φορέα Εξωστρέφειας, ψηφίστηκε χθες από την Ολομέλεια της Βουλής, η εξής διάταξη:
Άρθρο 13
1. Οι µισθώσεις που εµπίπτουν στο πεδίο εφαρµογής του π.δ. 34/1995 και συνάπτονται µετά την έναρξη ισχύος του παρόντος διέπονται από τους συµβατικούς όρους τους, τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα και του π.δ. 34/1995, µε την εξαίρεση των άρθρων 5-6, 16-18,
20-26, 27 παρ. 2, 28-40, 43, 46 και 47 αυτού.
Οι µισθώσεις του ανωτέρω εδαφίου ισχύουν για τρία (3) έτη, ακόµη και αν έχουν συµφωνηθεί για βραχύτερο ή για αόριστο χρόνο, και µπορεί να λυθούν µε νεότερη συµφωνία που αποδεικνύεται µε έγγραφο βέβαιης χρονολογίας. Η καταγγελία γίνεται εγγράφως και τα έννοµα αποτελέσµατά της επέρχονται τρεις (3) µήνες από την κοινοποίησή της.
2.α. Οι µισθώσεις που εµπίπτουν στο πεδίο εφαρµογής του π.δ. 34/1995 και έχουν συναφθεί, παραταθεί ή ανανεωθεί, ρητώς ή σιωπηρώς, πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος, συµπεριλαµβανοµένων και των µισθώσεων των οποίων έχει λήξει η δωδεκαετής διάρκεια και δεν έ-
χουν παρέλθει εννέα (9) µήνες από τη λήξη της, διέπονται από τις διατάξεις αυτού, όπως τροποποιείται κατά το παρόν άρθρο.
β. Η παρ. 1 του άρθρου 16 του π.δ. 34/1995 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Ο εκµισθωτής µπορεί µετά τη λήξη του συµβατικού χρόνου της µίσθωσης, και σε κάθε περίπτωση όχι προτού
περάσουν δεκαοκτώ (18) µήνες ([ή ως προς τις µισθώσεις του άρθρου 2 του παρόντος εννέα (9) µήνες] από την έναρξη της µίσθωσης, να καταγγείλει τη µίσθωση για την άσκηση στο µίσθιο των δραστηριοτήτων του άρθρου 1 περιπτώσεις α΄ εως γ΄ ή, ως προς τις µισθώσεις του άρθρου 2, των δραστηριοτήτων κατά το άρθρο αυτό από τον ίδιο, τον κύριο, τα τέκνα ή σύζυγό τους (ιδιόχρηση).»
γ. Η παρ. 1 του άρθρου 23 του π.δ. 34/1995 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Ο εκµισθωτής µπορεί να καταγγείλει τη µίσθωση για ανοικοδόµηση του µισθίου από αυτόν ή τον κύριο του
µισθίου: α) Μετά τη λήξη του συµβατικού χρόνου, εκτός αν ο χρόνος αυτός υπερβαίνει την εξαετία, οπότε η καταγγελία της µίσθωσης µπορεί να γίνει µετά την πάροδο έξι (6) ετών από την έναρξη της µίσθωσης
β) Μετά την πάροδο δεκαοκτώ (18) µηνών από την έναρξη της µίσθωσης σε περίπτωση που ο συµβατικός χρόνος της µίσθωσης είναι µικρότερος από δεκαοκτώ (18) µήνες ή η µίσθωση έχει αόριστη διάρκεια.
γ) Μετά την πάροδο εννέα (9) µηνών από την έναρξη της µίσθωσης, στις περιπτώσεις του άρθρου 2 του παρόντος, αν ο συµβατικός χρόνος της µίσθωσης είναι µικρότερος από εννέα (9) µήνες ή η µίσθωση έχει αόριστη διάρκεια.»
δ. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 29 του π.δ. 34/1995 αντικαθίστανται ως εξής:
«1. Στην καταγγελία της µίσθωσης για το λόγο των άρθρων 16 έως 17, ο εκµισθωτής οφείλει στο µισθωτή ως αποζηµίωση το κατά το χρόνο της καταγγελίας καταβαλλόµενο µίσθωµα οκτώ (8) µηνών και στην καταγγελία της µίσθωσης για το λόγο του άρθρου 23 παράγραφος 1
το κατά το χρόνο της καταγγελίας µίσθωµα έξι (6) µηνών.
2. Με αίτηση του µισθωτή το δικαστήριο µπορεί να αυξήσει το ποσό της αποζηµίωσης, στην καταγγελία για ιδιόχρηση µέχρι δεκαπέντε (15) µηνιαία µισθώµατα και στην καταγγελία για ανοικοδόµηση µέχρι εννέα (9) µηνιαία µισθώµατα. Η προηγούµενη αύξηση γίνεται, αφού το
δικαστήριο εκτιµήσει τις ειδικές συνθήκες και ιδίως τις δαπάνες για τη µεταστέγαση του µισθωτή, το χρόνο που λειτουργεί η επιχείρηση στο µίσθιο, τις τυχόν οφειλόµενες από το µισθωτή αποζηµιώσεις στο προσωπικό του από την καταγγελία της εργασιακής σχέσης, καθώς και τον υπολειπόµενο χρόνο που αυτός είχε το δικαίωµα να παραµείνει στο µίσθιο.»
ε. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 30 του π.δ. 34/1995 αντικαθίστανται ως εξής:
«1. Η αποζηµίωση κατά την πρώτη παράγραφο του προηγούµενου άρθρου στην καταγγελία για ιδιόχρηση είναι ίση µε δεκαπέντε (15) µηνιαία µισθώµατα, αν ασκηθεί στο µίσθιο µέσα σε ένα (1) έτος από την απόδοσή του, επιχείρηση όµοια µε την ασκούµενη από τον µισθω-
τή, εκτός αν το µίσθιο από την κατασκευή είναι προορισµένο για την ίδια χρήση.
2. Το δικαστήριο µπορεί να αυξήσει το ποσό της αποζηµίωσης µέχρι είκοσι (20) µηνιαία µισθώµατα µε τις προϋποθέσεις της δεύτερης παραγράφου του προηγούµενου άρθρου.»
3. Τα άρθρα 60 και 61 του π.δ. 34/1995 καταργούνται. Ειδικά σε περίπτωση καταγγελίας από τον εκµισθωτή µέχρι 31.8.2014 µίσθωσης η οποία πρόκειται να λήξει µέχρι 31.8.2014 λόγω συµπλήρωσης της δωδεκαετούς διάρκειας σύµφωνα µε το άρθρο 5 του π.δ. 34/1995 ή µίσθωσης που έληξε ήδη για τον ίδιο λόγο αλλά δεν έχουν παρέλθει µέχρι τις 31.8.2014 εννέα (9) µήνες από τη λήξη της ή µίσθωσης που τελεί υπό τετραετή παράταση σύµφωνα µε την περίπτωση δ΄ του άρθρου 61 του π.δ. 34/1995, ο εκµισθωτής οφείλει στον µισθωτή ως αποζηµίωση ποσό ίσο µε το καταβαλλόµενο κατά το χρόνο λήξης της µίσθωσης έξι (6) µηνών.

Πηγή : e-themis.gr

Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2014

Καταστήματα : Δέσμευση διοικητικών δικαστηρίων από απόφαση ποινικού δικαστηρίου (ΔΕφΑθ 72/2013)

     Με την παρατιθέμενη απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών , ως ακυρωτικού δικάζοντος, νομολογήθηκε οτι τα διοικητικά δικαστήρια δεσμεύονται από τις αθωωτικές αποφάσεις των ποινικών δικαστηρίων, κατά παρέκκλιση από τη γενική ρύθμιση του άρθρου 5§2 ΚΔΔ , διότι εν προκειμένω η αθώωση του ιδιοκτήτη καταστήματος από τις παραβάσεις της αγορανομικής νομοθεσίας οδηγεί στην μη επιβολή της διοικητικής κύρωσης της σφράγισης του καταστήματός του καθώς προϋπόθεση επιβολής της σφράγισης είναι η τέλεση από τον ίδιο τριών παραβάσεων της αγορανομικής νομοθεσίας.

Επειδή στην παράγραφο 2 του άρθρου 2 του π.δ. 180/1979 (ΦΕΚ 46Α) , όπως η περιπτ. α’ αυτής ισχύει τελικώς μετά την αντικατάστασή της από το άρθρο 3 του π.δ. 257/2001 (ΦΕΚ 184 Α) , ορίζεται ότι «Η Αρχή που χορηγεί την άδεια λειτουργίας των κέντρων διασκεδάσεως και καταστημάτων που αναφέρονται στην §1 του άρθρου 1 του παρόντος , καθώς και των λοιπών καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος , στα οποία σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά Υγειονομικές Διατάξεις προσφέρονται οινο­πνευματώδη ποτά για άμεση εντός αυτών κατανάλωση, αφαιρεί με απόφαση της τη χορηγηθείσα άδεια και σφραγίζει το κατά­στημα για χρονικό διάστημα δέκα (10) μέχρι εξήντα (60) ημερών, εφόσον: α. Βεβαιώθηκαν από αστυνομικούς ή άλλα αρμόδια όργανα τρεις (3) συνολικά παραβάσεις, εντός έτους, των διατάξεων του άρθρου 4 του παρό­ντος, των υγειονομικών διατάξεων που καθορίζουν μέτρα προστασίας της Δημό­σιας Υγείας από θορύβους μουσικής των κέντρων διασκέδασης και των λοιπών κατα­στημάτων που εμπίπτουν στις διατάξεις του παρόντος διατάγματος, των διατάξεων που ισχύουν κάθε φορά για την κοινή ησυχία, τη λειτουργία μουσικής χωρίς άδεια, την παρα­βίαση των όρων και προϋποθέσεων της κατεχόμενης άδειας λειτουργίας μουσικής και το ωράριο λειτουργίας του καταστήμα­τος ή β ...». Εξάλλου, ο Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας (ΚΔΔ, ν. 2717/1999) ορίζει στο άρθρο5 ότι: «1.... 2.Τα δικαστήρια δεσμεύ­ονται, επίσης, από τις αποφάσεις των πολι­τικών δικαστηρίων, οι οποίες, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, ισχύουν, έναντι όλων, καθώς και από τις αμετάκλητες καταδικαστι­κές αποφάσεις των ποινικών δικαστηρίων ως προς την ενοχή του δράστη ...». Όπως έχει παγίως κριθεί (ΣτΕ 1223/2005, 1715/2003, 3161/2001 κ.ά.). Από το συνδυασμό διατά­ξεων αυτών προκύπτει ότι όταν το διοικητικό δικαστήριο κρίνει την διοικητική παράβαση, δεν δεσμεύεται από τυχόν προηγηθείσα αθωωτική απόφαση του ποινικού δικαστη­ρίου, λόγω της αυτοτέλειας των διαδικασιών, υποχρεούται, όμως, να την εκτιμήσει για τη διαμόρφωση της κρίσης του.
Επειδή η κατά τα ανωτέρω προσωρινή αφαίρεση της άδειας λειτουργίας κέντρου διασκέδασης ή καταστήματος για δέκα έως εξήντα ημέρες δεν έχει το χαρακτήρα ποινής επιβαλλόμενης για την τέλεση ποινικού αδικήματος αλλά αποτελεί διοι­κητική κύρωση, υπαγορευόμενη από λόγους δημοσίου συμφέροντος (πρβλ. ΣτΕ 4454/1995, 1746/1994, 1644/1985). Εξάλ­λου, η τυχόν απαλλαγή ή αθώωση στην ποινική διαδικασία από τη βεβαιωθείσα παράβαση για αντικειμενική ανυπαρξία των πραγματικών περιστατικών μπορεί να προβληθεί ενώπιον του δικαστηρίου που εκδικάζει τη διαφορά που γεννήθηκε από την επιβολή της κατά τα παραπάνω διοικη­τικής κύρωσης, ως λόγος που ανατρέπει την αιτιολογική βάση της κύρωσης αυτής (πρβλ ΣτΕ. 4454/1995, 1381/1995, 1212/1994). Προκειμένου να είναι τούτο δυνατό, πρέπει σε κάθε περίπτωση να προκύπτει από την απόφαση του ποινικού δικαστηρίου ότι ο κάτοχος της άδειας λειτουργίας του καταστήματος απαλλάχθηκε ή αθωώθηκε από την ποινική κατηγορία για το λόγο ότι δεν συνέτρεχαν τα πραγματικά περιστα­τικά που συγκροτούν την  υπόσταση του ποινικού αδικήματος. Η προβολή του σχετικού λόγου ενώπιον του διοικητικού δικαστηρίου, πρέπει να γίνεται από τον κάτοχο της άδειας του καταστήματος, ο οποίος φέρει και το σχετικό βάρος απόδειξης αυτού.  Επειδή, με την προσφυγή της η εφεσίβλητη εταιρία υποστήριξε, μεταξύ άλλων,  ότι μη νόμιμα διατάχθηκε η ανωτέρω σφράγιση, καθόσον για τις δύο διαπιστωθείσες παραβάσεις αθωώθηκε από το αρμόδιο ποινικό δικαστήριο και συνε πώς, δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις του νόμου για την έκδοση της ένδικης απόφα σης, που απαιτούσε την τέλεση εντός έτους, τριών παραβάσεων από τις  αναφερόμενες στην περίπτωση α' της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του ανωτέρω προεδρικού διατάγματος. Προς απόδειξη των  ισχυρισμών τους προσκόμισε  α) φωτοαντίγραφο ακριβούς αποσπάσματος της υπ' αριθ. 6562/2005 απόφασης του  Πταισματοδικείου Αθηνών, με την οποία ο ομόρρυθμος εταίρος, συνδιαχειριστής και νόμιμος εκπρόσωπος της ΓΜ, κηρύχθηκε αθώος της κατηγορίας ότι «στις 21-2-2004 και  ώρα 1.00' κατελήφθη στην οδό Α 4, ως ιδιοκτήτης καταστήματος υγειονομικού ενδιαφέροντος, εστιατόριο, να έχει θέσει σε λειτουργία στερεοφωνικό συγκρότημα άνευ αδείας μουσικών οργάνων αρμόδιας αρχής κατά παράβαση ΑΔ 3/96….» και β) φωτοαντίγραφο ακριβούς αποσπάσματος της υπ'αριθ. 9086/2005 απόφασης του Πταισματοδικείου Αθηνών, με την οποία ο Γ.Μ. κηρύχθηκε αθώος της κατηγορίας ότι  «στις 21.4.2004 και ώρα 22.00 κατελήφθη  στην οδό Α. 4 ως νόμιμος εκπρόσωπος καταστήματος Αναψυκτήριο με την επωνυμία Α. να έχει θέσει σε λειτουργία  στερεοφωνικό συγκρότημα άνευ αδείας μουσικών οργάνων αρμοδίας αρχής, δηλαδή παράβαση ΑΔ 3/1996 ...».
Επειδή, με τα δεδομένα αυτά και ενόψει του ότι όπως προκύπτει από τις πιο πάνω δύο (2) αθωωτικές αποφάσεις του ποινικού δικαστηρίου, ο ομόρρυθμος εταίρος ΓΜ οποίος, ως νόμιμος εκπρόσωπος της εφεσίβλητης εταιρίας, (στο όνομα της οποίας και είχε εκδοθεί η άδεια ίδρυσης και λειτουργίας ) και συνιδιοκτήτης του ένδικου καταστήματος, απαλλάχθηκε των κατηγοριών  για το λόγο ότι δεν συνέτρεχαν τα πραγματικά περιστατικά (θέση σε λειτουργία στερεοφωνικού συγκροτήματος χωρίς άδεια της αρμόδιας δημοτικής αρχής στις 21.2.2004 και 21.4.2004), δηλαδή βεβαιώ­νεται η ανυπαρξία των πραγματικών περι­στατικών που στοιχειοθετούν τις επίμαχες δύο παραβάσεις, το Δικαστήριο, σύμφωνα και με όσα έγιναν δεκτά στην μείζονα σκέψη, κρίνει ότι η εφεσίβλητη εταιρία δεν υπέπεσε στις παραβάσεις αυτές. Κατά συνέπεια, εφόσον, εξέλιπαν οι, κατ' άρθρο 2 § 2 περίπτ. α' του π.δ. 180/1979 προϋπο­θέσεις (βεβαίωση τριών παραβάσεων), για την έκδοση της ένδικης πράξης, αυτή είναι ακυρωτέα, όπως ορθά κρίθηκε και με την εκκαλούμενη απόφαση.


Πηγή: Διοικητική Δίκη (Τεύχος 5ο , 2013) 





Τετάρτη 19 Φεβρουαρίου 2014

Τροπολογία για την υφ’ όρων απόλυση κρατουμένων υπό προϋποθέσεις

   O υπουργός Δικαιοσύνης Χαράλαμπος Αθανασίου κατέθεσε τροπολογία στη Βουλή , με την οποία προβλέπεται η αποφυλάκιση κρατουμένων που εκτίουν ποινές πρόσκαιρης κάθειρξης έως δέκα ετών και πάσχουν από νευρολογικές παθήσεις ή είναι καρκινοπαθείς ή οροθετικοί και έχουν εκτίσει τα 2/5 της ποινής τους.
   Η συγκεκριμένη τροπολογία προβλέπει ότι θα απολύονται υπό τον όρο της ανάκλησης, εφόσον έχουν εκτίσει με οποιονδήποτε τρόπο τα 2/5 της ποινής τους, κατάδικοι που εκτίουν ποινές πρόσκαιρης κάθειρξης έως 10 ετών και πάσχουν από ημιπληγία ή παραπληγία, σκλήρυνση κατά πλάκας ή έχουν υποβληθεί σε επέμβαση μεταμόσχευσης καρδιάς, ήπατος, νεφρού ή μυελού ή είναι φορείς του AIDS ή πάσχουν από κακοήθη νεοπλάσματα. Επίσης, θα απολύονται και οι κρατούμενες μητέρες που έχουν μαζί τους τα ανήλικα τέκνα τους.

   Τα νοσήματα θα πρέπει να πιστοποιούνται από έγγραφα δημόσιου θεραπευτικού ιδρύματος, ενώ της ρύθμισης εξαιρούνται όσοι είναι καταδικασμένοι για τρομοκρατία, παιδεραστία, οργανωμένο έγκλημα, αλλά και όσοι έχουν καταχραστεί το Δημόσιο.

    Με τη συγκεκριμένη τροπολογία επιτρέπεται η φύλαξη και παραμονή κρατουμένων που μετάγονται για δικονομικούς λόγους σε κατάλληλο χώρο αστυνομικού τμήματος, χωρίς περιορισμό των δικαιωμάτων επισκέψεων και επικοινωνίας.H τροπολογία κατατέθηκε στο νομοσχέδιο για τον Ενιαίο Φορέα Εξωστρέφειας και αναμένεται να ψηφιστεί την Πέμπτη


Πηγή : Lawnet.gr

Απορριπτική απόφαση επί ανακοπής οφειλέτη κατά διαταγής πληρωμής επικαλούμενος την καταχρηστικότητα της τελευταίας λόγω αίτησής του για υπαγωγή στο Ν. 3869/2010

  Με την παρατιθέμενη απόφαση του Ειρηνοδικείου Αθηνών απορρίφθηκε ανακοπή οφειλέτη κατά διαταγής πληρωμής , δια της οποίας αυτός ζητούσε την ακύρωσή της, επικαλούμενος καταχρηστικότητα αυτής δεδομένου ότι είχε ζητήσει την υπαγωγή του στο Ν. 3869/2010. Σημειωτέον ότι στην κρινόμενη περίπτωση η καταγγελία της σύμβασης από την τράπεζα είχε προηγηθεί της αιτήσεως του οφειλέτη και η κοινοποίηση της διαταγής έλαβε χώρα πριν την κατάθεση της αίτησης στο Ειρηνοδικείο αλλά κατά το χρόνο που εκκρεμούσε ο εξωδικαστικός συμβιβασμός. Το δικαστήριο έκρινε ότι κατά το χρόνο που εξεδόθη η διαταγή πληρωμής ο οφειλέτης δεν προστατευόταν από καμία διαδικασία με συνέπεια νομίμως να εξεδόθη αυτή. Παρατίθεται το πλήρες κείμενο της απόφασης. 

                            ΑΡΙΘΜΟΣ 49/2014
                                               TO ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ


Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη Ειρήνη Γεωργαντοπούλου, την οποία όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών και τη Γραμματέα Αφροδίτη Γιαννόπουλου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 30 Σεπτεμβρίου 2013 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του ανακόπτοντος: Ν. Ι. του Θ…, κατοίκου …., ο οποίος παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου του ……….
Της καθ' ης η ανακοπή: Ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «……………………» ως ειδικής διαδόχου της πρώην τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «……….» , που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της …………………..
Ο ανακόπτων με την από 27.11.2012 ανακοπή του, που κατατέθηκε με αύξοντα αριθμό 8342/28.11.2012 για να συζητηθεί κατά τις ειδικές διατάξεις για τις μικροδιαφορές, ζήτησε όσα περιέχονται σ' αυτή.
Για τη συζήτηση της ανακοπής ορίστηκε η δικάσιμος που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης, κατά την οποία, αφού εκφωνήθηκε η υπόθεση από το οικείο έκθεμα και κατά τη σειρά εγγραφής της σ' αυτό, το Δικαστήριο αφού: Άκουσε όσα περιέχονται στα πρακτικά
Μελέτησε τη δικογραφία
Σκέφτηκε σύμφωνα με το νόμο
Με την κρινόμενη ανακοπή και για το λόγο που αναφέρεται σ' αυτήν επιδιώκεται να ακυρωθεί η με αριθμό 56223/2012 διαταγή πληρωμής της Δικαστή του Ειρηνοδικείου Αθηνών, η οποία εκδόθηκε με βάση οφειλή του ανακόπτοντος, απορρέουσα από σύμβαση χορήγησης σ' αυτόν πιστωτικής κάρτας εκ μέρους της καθ' ης Τράπεζας, και με την οποία (διαταγή πληρωμής) ο ανακόπτων υποχρεώθηκε να καταβάλει στην καθ' ης το ποσό των 945,28 ευρώ για κεφάλαιο, πλέον τόκων και εξόδων και να καταδικαστεί η καθ' ης στη δικαστική δαπάνη του ανακόπτοντος. Η ανακοπή ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρο 632 παρ. 1 ΚΠολΔ), αφού η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής επιδόθηκε στον ανακόπτοντα στις 9.11.2012 (όπως προκύπτει από τη σχετική επισημείωση του αρμόδιου δικαστικού επιμελητή Α.. Τ. στο προσκομιζόμενο από τον ανακόπτοντα αντίγραφο από το πρώτο εκτελεστό απόγραφο της διαταγής πληρωμής που του επιδόθηκε) και ο τελευταίος άσκησε την κρινόμενη από 27.11.2012 ανακοπή του, που κατατέθηκε στις 28.11.2012 και επιδόθηκε στην καθ' ης στις 30.11.2012, όπως προκύπτει από την 9161/30.11.2012 έκθεση επίδοσης του αρμόδιου δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών Α. Γ. Αρμόδια φέρεται δε για συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου και πρέπει να συζητηθεί κατά τη διαδικασία που ορίζει το άρθρο 632 ΚΠολΔ και τα αναφερόμενα σ' αυτό άρθρα, να εξεταστεί δε περαιτέρω ως προς τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα του λόγου της.
Με το μοναδικό λόγο ανακοπής, ο ανακόπτων ισχυρίζεται ότι η καθ' ης η αίτηση έσπευσε να του κοινοποιήσει την προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής και την κάτω από το αντίγραφο εξ απογράφου αυτής επιταγή προς πληρωμή, ενώ γνώριζε ότι ο ανακόπτων έχει αρχίσει τη διαδικασία εξωδικαστικού συμβιβασμού με την εν λόγω τράπεζα και ότι πρόκειται να ασκήσει αίτηση υπαγωγής του στη ρύθμιση του Ν.3869/2010, με τον τρόπο δε αυτό η καθ' ης η ανακοπή καταστρατήγησε τις σχετικές διατάξεις του Ν.3869/2010, η δε συμπεριφορά της αυτή συνιστά καταχρηστική άσκηση δικαιώματος κατά το άρθρο 281 του Α. Κ. Όπως δε διευκρίνισε με τις έγγραφες προτάσεις του που κατατέθηκαν στο ακροατήριο κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, με την άσκηση της με αριθ.κατάθ. 249/19.11.2012 αίτησης του (του άρθρου 4 παρ.1 του Ν. 3869/2010) ενώπιον του αρμόδιου Ειρηνοδικείου

° φύλλο της με αριθμό 49/2014 απόφασης του Ειρηνοδικείου Αθηνών
(ειδικές διατάξεις για τις μικροδιαφορές)


, του χορηγήθηκε η 249/2012 προσωρινή διαταγή της Ειρηνοδίκη Δράμας, με την οποία αναστέλλεται κάθε καταδιωκτικό μέτρο και κάθε πράξη εκτέλεσης κατ' αυτού, μέχρι την έκδοση απόφασης επί της εν λόγω αίτησης του, για την οποία προσδιορίστηκε δικάσιμος η 14.2.2014. Ο ανωτέρω λόγος ανακοπής είναι μη νόμιμος και πρέπει να απορριφθεί. Τούτο δε καθόσον οι ενέργειες της καθ' ης τραπεζικής εταιρείας ως δανείστριας να προβεί στην έκδοση και επίδοση της προσβληθείσας διαταγής πληρωμής για την ικανοποίηση της απαίτησης της κατά του ανακόπτοντα οφειλέτη, που απορρέει από τη συναφθείσα μεταξύ τους σύμβαση πιστωτικής κάρτας, δεν απαγορεύονται από καμία διάταξη του Ν. 3869/2010, εφόσον αυτές έχουν λάβει χώρα στο χρονικό σημείο από την υποβολή της αίτησης εξωδικαστικού συμβιβασμού μέχρι την κατάθεση της αίτησης ρύθμισης οφειλών από τον οφειλέτη. Στην προκείμενη περίπτωση, όπως και ο ίδιος αναφέρει στην ανακοπή, ο ανακόπτων στις 27.3.2012 κατέθεσε προς την καθ' ης, αίτηση χορήγησης αναλυτικής κατάστασης οφειλών και την ίδια ημέρα του χορηγήθηκαν οι με την ίδια ημεροχρονολογία αναλυτικές καταστάσεις οφειλών για τις τρεις συνολικά οφειλές του προς αυτήν, ήτοι για δύο συμβάσεις στεγαστικού δανείου και για την (επίδικη) σύμβαση χορήγησης πιστωτικής κάρτας. Στις δε 31.7.2012 υπέβαλε ενώπιον της καθ' ης αίτηση εξωδικαστικού συμβιβασμού σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ.1 Ν. 3869/2010, η δε καθ' ης με την από 20.9.2012 έγγραφη επιστολή της γνωστοποίησε σε αυτόν τη διαφωνία της με το προτεινόμενο σχέδιο διακανονισμού των οφειλών του και η προσπάθεια επίτευξης εξωδικαστικού συμβιβασμού απέτυχε, όπως προκύπτει από την από 30.10.2012 σχετική βεβαίωση αποτυχίας. Η καθ' ης ήδη στις 2.8.2012 είχε ασκήσει ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών την αίτηση για την έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής, η οποία εκδόθηκε την ίδια ημέρα και επιδόθηκε στον ανακόπτοντα στις 9.11.2012, όπως προαναφέρθηκε. Η συμπεριφορά της καθ' ης (δηλαδή η αίτηση εκ μέρους της για έκδοση διαταγής πληρωμής κατά του οφειλέτη της- ανακόπτοντος, αφενός μετά την υποβολή εκ μέρους του αίτησης εξωδικαστικού συμβιβασμού καιαφετέρου μετά την παρέλευση έτους από την καταγγελία της επίδικης σύμβασης εκ μέρους της) δε συνιστά κατάχρηση του προς ικανοποίηση ουσιαστικού δικαιώματος αυτής, κατά το άρθρο 281, καθόσον η επί μακρό χρόνο αδράνεια για την άσκηση δικαιώματος δεν καθιστά καταχρηστική την άσκηση του, άλλωστε δεν γίνεται εττίκληση και έτερων περιστατικών, βάσει των οποίων θα μπορούσε να δικαιολογηθεί υπέρβαση των ορίων που επιβάλλουν η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός και οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Ο ανακόπτων από 19.11.2012 (δηλαδή μετά την ως άνω επίδοση σ' αυτόν της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής) προέβη στην κατάθεση της αίτησης του άρθρου 4 παρ. 1 του Ν. 3869/2010 ενώπιον του Ειρηνοδικείου Δράμας (αρ.έκθ.κατάθ. 249/19.11.2012) και ορίστηκε δικάσιμος για τη συζήτηση της η 14.2.1014, όπως δε αναφέρεται για πρώτη φορά στις προτάσεις του ανακόπτοντος, ως απλός ισχυρισμός και όχι ως λόγος της ανακοπής, ύστερα από αίτηση του του χορηγήθηκε η 249/19.11.2012 προσωρινή διαταγή με την οποία αναστέλλεται κάθε καταδιωκτικό μέτρο εναντίον του και κάθε πράξη εκτέλεσης κατά της τυχόν κινητής και ακίνητης περιουσίας του μέχρι την έκδοση απόφασης επί της ως άνω αίτησης του άρθρου 4 παρ. 1 του ως άνω νόμου. Μετά, συνεπώς, τη χορήγηση της ανωτέρω προσωρινής διαταγής, δεν είναι ούτως ή άλλως δυνατή η συνέχιση της αναγκαστικής εκτέλεσης βάσει της από 22.10.2012 επιταγής προς εκτέλεση, η οποία (επιταγή προς εκτέλεση) ωστόσο είναι απόλυτα έγκυρη, διότι, κατά το χρόνο σύνταξης και επίδοσης αυτής από την καθ' ης προς τον ανακόπτοντα, δεν του είχε χορηγηθεί ακόμα η ανωτέρω προσωρινή διαταγή. Τούτο δε καθόσον η αναστολή της λήψης ατομικών καταδιωκτικών μέτρων σε βάρος της περιουσίας του ανακόπτοντος, σε καμία περίπτωση δεν επιφέρει ακυρότητα της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής ή της επιταγής προς εκτέλεση κάτω από το αντίγραφο από το πρώτο εκτελεστό απόγραφο αυτής, παρά αφορούν και ρυθμίζουν αποκλειστικά και μόνο τη δυνατότητα ή μη αναγκαστικής εκτέλεσης. Επομένως, μετά και την κατά τα ανωτέρω απόρριψη του μοναδικού λόγου της ανακοπής καθ όλα τα ανωτέρω τμήματα του, ως νόμω αβάσιμου, πρέπει να απορριφθεί στο σύνολο της η κρινόμενη ανακοπή, να επικυρωθεί δε η ανακοπτόμενη με αριθμό 56233/2012 διαταγή πληρωμής της Δικαστή του Ειρηνοδικείου Αθηνών και να καταδικαστεί ο ανακόπτων, λόγω της ήττας του, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της καθ' ης η

3° φύλλο της με αριθμό 49/2014 απόφασης του Ειρηνοδικείου Αθηνών
(ειδικές διατάξεις για τις μικροδιαφορές)

ανακοπή, κατά το σχετικό νόμιμο αίτημα της (άρθρα 176, 189 παρ.1 και 191 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων. 
Απορρίπτει την ανακοπή. 
Επικυρώνει τη με αριθμό 56233/2012 διαταγή πληρωμής της Δικαστή του Ειρηνοδικείου Αθηνών.
Καταδικάζει τον ανακόπτοντα να πληρώσει τα δικαστικά έξοδα της καθ' ης η ανακοπή, τα οποία ορίζει στο ποσό των εκατόν είκοσι (120) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του.
Αθήνα, 15 Ιανουαρίου 2014.


Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ                                        Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ 








Σάββατο 15 Φεβρουαρίου 2014

Από το 2015 υποχρεωτική η διαμεσολάβηση για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά

     Από το 2015, με σχετική τροπολογία, σκοπείται να γίνει υποχρεωτικός ο ρόλος του Ειδικού Διαμεσολαβητή για τη διαδικασία του Ν. 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά . Μέχρι σήμερα, έπειτα από την αλλαγή που επέφερε ο Ν. 4161/2013 στο Ν. 3869/2010, η διαμεσολάβηση είναι προαιρετική για τα μέρη. Σκοπείται όμως , δια της συγκεκριμένης τροπολογίας , να γίνει η διαμεσολάβηση υποχρεωτική για τη συγκεκριμένη διαδικασία προκειμένου να επιτυγχάνεται συμβιβασμός,  προς αποφυγή της προσφυγής του οφειλέτη στα αρμόδια Ειρηνοδικεία και έτσι να επιτευχθεί αποσυμφόρηση αυτών.